O μητρικός θηλασμός δρα ως προστατευτικός παράγοντας και έχει προληπτικό αποτέλεσμα ενάντια στην παιδική παχυσαρκία, αλλά το πώς επηρεάζει την σύνθεση του σώματος σε μικρή ηλικία δεν έχει λεπτομερώς διερευνηθεί.
O μητρικός θηλασμός δρα ως προστατευτικός παράγοντας και έχει προληπτικό αποτέλεσμα ενάντια στην παιδική παχυσαρκία, αλλά το πώς επηρεάζει την σύνθεση του σώματος σε μικρή ηλικία δεν έχει λεπτομερώς διερευνηθεί.
Περισσότερος αποκλειστικός θηλασμός μεταφράζεται σε μεγαλύτερη κατανάλωση λαχανικών αργότερα! Μία πολύ ενδιαφέρουσα προοπτική έρευνα δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2011 στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό European Journal of Clinical Nutrition. Καναδοί επιστήμονες από το Ινστιτούτο Πληθυσμιακής Υγείας της Οτάβα θέλησαν να εξετάσουν κατά πόσο υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στην διάρκεια αποκλειστικού θηλασμού και την κατανάλωση λαχανικών αργότερα, σε παιδιά ηλικίας 4 ετών, ανεξάρτητα από παράγοντες που παραδοσιακά συσχετίζονται με την πρόσληψη λαχανικών στα παιδιά.
Μια πολύ σημαντική έρευνα ξεκίνησε στο Πέρθ της Δυτικής Αυστραλίας πριν από 10 χρόνια. Ερευνητές από το Κέντρο Έρευνας στην Παιδική Υγεία παρακολούθησαν 2868 βρέφη από τη γέννησή τους. Κατέγραψαν στην πορεία του χρόνου τον τρόπο διατροφής τους και χώρισαν τα παιδιά σε τέσσερις ομάδες: εκείνα που δεν θήλασαν καθόλου, εκείνα που θήλασαν για λιγότερο από 4 μήνες, όσα θήλασαν για 4 με 6 μήνες και τέλος τα βρέφη που θήλασαν για παραπάνω από 6 μήνες.
To ζύγισμα των βρεφών ως εμπόδιο στο μητρικό θηλασμό
Το ζύγισμα του μωρού αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο για τον παιδίατρο. Το βάρος του παιδιού παρακολουθείται τακτικά και οι τιμές τοποθετούνται σε ειδικές καμπύλες αύξησης, ώστε να συγκρίνουμε την πρόσληψη βάρους του συγκεκριμένου βρέφους με εκείνη των περισσότερων βρεφών της ίδιας ηλικίας και φύλου. Με τον τρόπο αυτό ανιχνεύουμε μη φυσιολογικές αποκλίσεις, όπως τάση για παχυσαρκία, για καθυστέρηση ή στασιμότητα στην αύξηση.
Σε μια μελέτη από τη Δανία που δημοσιεύθηκε το 2002 στο έγκυρο ιατρικό περιοδικό JAMA, επιστήμονες παρακολούθησαν ένα δείγμα 3253 ανθρώπων που γεννήθηκαν στην Κοπεγχάγη μεταξύ 1959 και 1961. Τους χώρισαν σε ομάδες ανάλογα με το πόσο καιρό θήλασαν. Όταν ενηλικιώθηκαν, σε ηλικία από 18 έως 27 ετών, εξετάστηκε με συγκεκριμένες επιστημονικές κλίμακες o δείκτης ευφυίας τους. Αποκλείστηκαν με στατιστικό τρόπο παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της μελέτης, όπως η κοινωνικο-οικομονική τους κατάσταση, το επίπεδο εκπαίδευσης που έλαβαν, το ύψος, η ηλικία και η πρόσληψη βάρους της μητέρας τους κατά την εγκυμοσύνη, το κάπνισμα της μητέρας, ο αριθμός των κυήσεων, το βάρος και μήκος γέννησης, επιπλοκές στην κύηση και τον τοκετό.
Σε μια μεγάλη προοπτική μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2010 στο ιατρικό περιοδικό Public Health Nutrition, επιστήμονες παρακολούθησαν την σωματική αύξηση παιδιών ηλικίας 12 έως 15 ετών μέχρι να γίνουν ενήλικες 20 με 25 ετών. Παράλληλα, πήραν ιστορικό σχετικά με το αν θήλασαν σε βρεφική ηλικία και για πόσο διάστημα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσα παιδιά είχαν θηλάσει ήταν σημαντικά ψηλότερα ως ενήλικες. Συγκεκριμένα, η ομάδα των παιδιών που είχαν θηλάσει ήταν κατά μέσο όρο 1.7 εκατοστά πιο ψηλά κατά την ενήλικο ζωή, σε σύγκριση με εκείνα που δεν είχαν θηλάσει, ενώ είχαν μακρύτερα πόδια κατά 1 εκατοστό.