H Candida αποτελεί γένος μύκητα.
Όλα τα παθογόνα για τον άνθρωπο είδη, ανευρίσκονται και ως σαπροφυτικοί οργανισμοί ειδικώς στο στόμα, στα κόπρανα, στον κόλπο. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις ευνοείται η τοπική ανάπτυξη της Candida και δημιουργούνται επιφανειακές λοιμώξεις στο δέρμα, στον κόλπο, στο στόμα, στον φάρυγγα. Η είσοδος του μύκητα στο αίμα ή η προσβολή οργάνων, που βρίσκονται βαθύτερα στο σώμα, αποκαλείται αντίστοιχα καντινταιμία και εν τω βάθει καντιντίαση.
Η candida albicans είναι η συνηθέστερη αιτία επιφανειακής καντιντίασης και ευθύνεται για τις μισές περίπου περιπτώσεις καντινταιμίας σε νοσηλευόμενους ασθενείς. Τα μη albicans candida είδη (π.χ. candida guilliermondii, candida krusei, candida parapsilosis, candida tropicalis, candida kefyr, candida lusitaniae, candida dubliniensis, candida glabrata) ευθύνονται για τις μισές περίπου περιπτώσεις καντινταιμίας.
Παράγοντες κινδύνου για σοβαρές περιπτώσεις καντιντίασης και αιματογενή διασπορά είναι:
• Χρήση και κατάχρηση αντιβιοτικών
• Κακές συνθήκες υγιεινής
• Διαβήτης
• Χαμηλά λευκά
• Καταστολή του ανοσοποιητικού
• Εγκαύματα
• Χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών
• Κεντρικές ενδοφλέβιες γραμμές
• Μόνιμοι καθετήρες
• Υγρά υπερσίτισης
• Ενέσεις κορτιζόνης
• Αναπνευστήρες
• Κοιλιακές και θωρακικές εγχειρήσεις
• Κυτταροτοξική χημειοθεραπεία
• Μεταμόσχευση οργάνου
• Νεογνά με χαμηλό βάρος γέννησης
Η μυκητιασική στοματίτιδα χαρακτηρίζεται από λευκές, ανώδυνες κηλίδες στο στοματικό βλεννογόνο, γλώσσα ή στον οισοφάγο με πιθανή ανάπτυξη συνοδών ραγάδων στις γωνίες του στόματος. Άλλες δερματικές καντιντιάσεις είναι η παρωνυχία (διόγκωση δέρματος που περιβάλλει το νύχι), η ονυχομυκητίαση (λοίμωξη του νυχιού), το παράτριμμα (λοίμωξη δερματικών πτυχών με ερυθρότητα και φλύκταινες), η βαλανίτιδα (στην βάλανο του πέους), η μεσοδακτύλια διάβρωση (ανάμεσα στα δάκτυλα), η θυλακίτιδα (στα γένια), η περιεδρική καντιντίαση (γύρω από τον πρωκτό).
Η αιδοιοκολπική καντιντίαση εκδηλώνεται με αύξηση των κολπικών εκκρίσεων, εμφάνιση ασυνήθιστων εκκρίσεων (π.χ. σαν «κομμένο» γάλα), ανάπτυξη κολπικού ερεθισμού, τοπικής φαγούρας, πόνου ή αίσθησης «καψίματος».
Η εν τω βάθει καντιντίαση, προέρχεται είτε από αιματογενή διασπορά της candida, είτε από εισχώρηση του μικροοργανισμού από επιφανειακά όργανα. Έτσι η εν τω βάθει λοίμωξη του οισοφάγου μπορεί να οφείλεται στην εισχώρηση του οργανισμού από επιφανειακές διαβρώσεις του οισοφάγου, η λοίμωξη άρθρωσης σε εισχώρηση από το δέρμα, η λοίμωξη του νεφρού σε εισχώρηση μέσω καθετήρα, η λοίμωξη ενδοκοιλιακών οργάνων σε διάτρηση της γαστρεντερικής οδού, η λοίμωξη της χοληδόχου κύστης σε μετανάστευση του μικροοργανισμού από το έντερο. Εντούτοις, συχνότερα, η προσβολή εν τω βάθει οργάνων προκύπτει μέσω αιματογενούς διασποράς της candida και μεταφοράς της μέσω της κυκλοφορίας σε βαθύτερα όργανα. Ο εγκέφαλος, το μάτι, η καρδιά και οι νεφροί προσβάλλονται συχνότερα, ενώ ο σπλήνας και το ήπαρ σπανιότερα.
Κατά την διάρκεια της παθολογικής εξέτασης, τα στοιχεία από το διατροφικό και επαγγελματικό ιστορικό, το ιστορικό των καθημερινών συνηθειών, τα συνoδά συμπτώματα, ορισμένα σημεία από την εξέταση (π.χ. επισκόπηση δέρματος και λεμφαδένων, εξέταση λαιμού, μέτρηση θερμοκρασίας και πίεσης) είναι σημαντικά για να διαπιστωθεί:
1. Εάν η Candida έχει αναπτυχθεί σε έδαφος κακών συνηθειών υγιεινής, συστηματικού νοσήματος ή καταστολής του ανοσοποιητικού
2. Εάν πρόκειται για επιφανειακή καντιντίαση ή για προσβολή βαθύτερων οργάνων.
Σε ορισμένες περιπτώσεις επιβάλλονται εργαστηριακοί έλεγχοι. Σήμερα υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτεί νοσοκομειακή νοσηλεία.