Η σιδηροπενία χαρακτηρίζεται από ανεπάρκεια σιδήρου στον ανθρώπινο οργανισμό. Λόγω του σημαντικού ρόλου του σιδήρου στην παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων, στην ομαλή μεταφορά του οξυγόνου στους ιστούς και στην ομαλή διεξαγωγή των χημικών αντιδράσεων που πραγματοποιούνται καθημερινά στο σώμα, συμπτώματα όπως διαταραχές συγκέντρωσης, ζάλη, εύκολη κόπωση, δύσπνοια, αίσθημα ταχυκαρδίας, απώλεια αντοχής, λιποθυμία, εμφανίζονται.
Η πτώση σιδήρου προκαλεί αλλοιώσεις από το δέρμα, τα νύχια και τα μαλλιά, όπως εύκολη ρυτίδωση, αύξηση ευθραυστότητας μαλλιών και νυχιών. Σε σοβαρή σιδηροπενία αναπτύσσονται σχισμές στις γωνίες του στόματος, διαστροφή συμπεριφοράς, κοιλονυχία, νευρολογικά σύνδρομα. Η έλλειψη σιδήρου αποτελεί την πιο κοινή αιτία αναιμίας παγκοσμίως.
Η διατροφή του μέσου ανθρώπου σύμφωνα με μελέτες περιέχει 10-15 mg σιδήρου. Η απορρόφηση του σιδήρου λαμβάνει χώρα στο στομάχι και στο λεπτό έντερο. Ο σίδηρος που περιέχεται στο αίμα του κρέατος απορροφάται πιο αποτελεσματικά συγκριτικά με το σίδηρο των φυτικών προϊόντων, λόγω της αλληλεπίδρασης του τελευταίου με τανίνες και συστατικά των τροφών.
Η απώλεια του σιδήρου από το σώμα προέρχεται φυσιολογικώς από απόπτωση δερματικών κυττάρων και κυττάρων του βλεννογόνου και στα δύο φύλα. Στη γυναίκα η απώλεια σιδήρου μέσω της εμμήνου ρήσεως είναι σημαντική και η πρόσληψη μέσω των τροφών αποδεικνύεται ορισμένες φορές ανεπαρκής για να αναπληρώσει την απώλεια αυτή. Η κύηση και η γαλουχία αυξάνει σημαντικά τις ανάγκες του ανθρώπινου σώματος σε σίδηρο.
Όταν ο κύκλος φυσιολογική πρόσληψη σιδήρου – ομαλή διάθεση σιδήρου – φυσιολογική απώλεια σιδήρου διαταράσσεται, η παθολογική κατάσταση της σιδηροπενίας στο ανθρώπινο σώμα εμφανίζεται. Στην περίπτωση αυτή, η φεριτίνη, που αποτελεί μέτρο των σιδηραποθηκών του σώματος μειώνεται, ενώ στην απλή γενική αίματος εμφανίζεται πτώση του αιματοκρίτη.
Α. Σιδηροπενία λόγω ανεπαρκούς πρόσληψης σιδήρου
Η κακή διατροφή, που χαρακτηρίζεται από ανεπαρκή πρόσληψη τροφίμων πλούσιων σε σίδηρο (π.χ. κόκκινο κρέας, αυγά, φακές, σπανάκι, κουνουπίδι, ελιές) αποτελεί την βασική αιτία σιδηροπενίας λόγω ανεπαρκούς πρόσληψης. Σε καταστάσεις αυξημένων αναγκών (π.χ. κύηση, θηλασμός) οι διατροφικές ανάγκες αυξάνονται.
Β. Σιδηροπενία λόγω κακής διάθεσης σιδήρου στον οργανισμό
Οι βασικοί εκπρόσωποι της κατηγορίας είναι νοσήματα του γαστρεντερικού με κακή απορρόφηση, νοσήματα με αυξημένη δέσμευση σιδήρου σε ιστούς του σώματος (πχ. πνευμονική αιμοσιδήρωση)
Γ. Σιδηροπενία λόγω αυξημένης απώλειας σιδήρου
Χαρακτηριστικά νοσήματα της κατηγορίας είναι γυναικολογικές παθήσεις και ορμονικές διαταραχές, που προκαλούν αυξημένη ποσότητα περιόδου, οι αιμορραγίες, ορισμένα αιμολυτικά σύνδρομα.
Αρκετές φορές ευρέως χρησιμοποιούμενα φάρμακα προκαλούν αφανή ή εμφανή απώλεια σιδήρου από το γαστρεντερικό σύστημα.
Κατά την διερεύνηση της σιδηροπενίας, στοιχεία από το ιστορικό που αφορούν την ηλικία, την διατροφή, την χρήση φαρμάκων, το οικογενειακό ιστορικό, την έκθεση σε τοξικές ουσίες, το κάπνισμα, τις συνήθειες του εντέρου, το χρώμα των ούρων και των κοπράνων είναι πολύ σημαντικά. Τα στοιχεία αυτά σε συνδυασμό με τα αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης είναι σημαντικά για την παραγγελία των εργαστηριακών εξετάσεων που απαιτούνται, την εντόπιση του αιτίου της σιδηροπενίας και τη σωστή αποκατάστασή της.
Σήμερα υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία. Η άρση του αιτίου που προκαλεί τη σιδηροπενία είναι πολύ σημαντική.