Ένα συχνό διατροφικό λάθος των γονιών είναι να μην υπολογίζουν σωστά τις μερίδες που σερβίρουν στα παιδιά τους.
Έρευνα που πραγματοποιήθηκε από πέντε Πανεπηστήμια του Τέξας των Ηνωμένων Πολιτειών και πήραν μέρος αφροαμερικάνικες και ισπανόφωνες οικογένειες, υποδηλώνει τη σχέση ανάμεσα στις μερίδες φαγητού που προσφέρουν οι γονείς και τη ποσότητα που καταναλώνουν τα παιδιά. Η ομάδα ερευνητών πραγματοποίησε μία ενδο-οικογενειακή μελέτη, προκειμένου να διερευνήσει πως η ποσότητα φαγητού που σερβίρεται και καταναλώνεται τελικά από τα παιδιά μπορεί να σχετίζεται με τη ποσότητα που οι γονείς σερβίρουν για τους ίδιους.
Στοιχεία από προηγούμενες έρευνες δείχνουν ότι οι γονείς μπορεί να συμβάλλουν σε αυτή την υπερκατανάλωση των παιδιών τους, όταν προσφέρουν μερίδες οι οποίες υπερβαίνουν το κατάλληλο μέγεθος. Ο σκοπός αυτής της μελέτης λοιπόν ήταν να διερευνήσει λεπτομερώς, αν και πώς η ποσότητα φαγητού που σέρβιραν οι γονείς στα παιδιά μπορούσε να συσχετιστεί με τη ποσότητα που σέρβιραν στους ίδιους.
Συνολικά, 145 αφροαμερικάνικες και ισπανόφωνες οικογένειες στρατολογηθήκαν σε 33 οικογενειακά κέντρα στο Χιούστον του Τέξας. Για τις ανάγκες της μελέτης οι οικογένειες κλήθηκαν να μαγειρέψουν το δείπνο και να το σερβίρουν σε τυποποιημένα σκεύη που τους δόθηκαν. Οι ερευνητές φωτογράφησαν τα γεύματα που οι γονείς σέρβιραν στον εαυτό τους και στα παιδιά τους. Στη συνέχεια δύο εκπαιδευμένοι διαιτολόγοι εκτίμησαν τη ποσότητα του γεύματος που σερβιρίστηκε σε γραμμάρια. Επιπλέον, οι γονείς παρείχαν λεπτομερείς πληροφορίες στους ερευνητές σχετικά με όλα τα στοιχεία του γεύματος, όπως τη συνταγή και τον τρόπο παρασκευής με σκοπό να διευκολυνθεί η εκτίμηση της διαιτητικής πρόσληψης.
Τι έδειξαν τελικά τα αποτελέσματα?
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ποσότητα φαγητού που δόθηκε στα παιδιά ήταν ανάλογη με τη ποσότητα που οι γονείς σέρβιραν στον εαυτό τους. Γονείς που σέρβιραν μεγάλες μερίδες στους ίδιους, σέρβιραν το ίδιο μεγάλες μερίδες και στα παιδιά τους, κάτι ανάλογο έγινε και με όσους γονείς σέρβιραν μικρές μερίδες.
Σύμφωνα με την έρευνα οι αφροαμερικανοί γονείς σε σχέση με τους ισπανόφωνους, καθώς και οι εργαζόμενοι σε σχέση με τους άνεργους σέρβιραν μεγαλύτερες μερίδες στα παιδιά τους σε γενικές γραμμές.
Το φαινόμενο βέβαια αυτό δεν περιορίζεται στις οικογένειες και στο μέρος όπου διεξάχθηκε η έρευνα. Ακόμα και στη χώρα μας το 40% των παιδιών ηλικίας 9-13 ετών είναι είτε υπέρβαρα είτε παχύσαρκα, αυτό σημαίνει 4 στα 10 παιδιά.
Βλέπουμε λοιπόν ότι όσο μεγαλύτερες είναι οι μερίδες που σερβίρονται στα παιδιά τόσο τα παιδιά τείνουν να τρώνε περισσότερο! Αντίθετα όταν οι γονείς σερβίρουν στα παιδιά μικρότερες μερίδες αποτρέπουν την υπερβολική πρόσληψη ενέργειας από τα παχύσαρκα και υπέρβαρα παιδιά.
Από όλα αυτά τα ευρήματα αλλά και από προηγούμενες μελέτες καταλαβαίνουμε ότι οι γονείς συχνά δεν αντιλαμβάνονται το πραγματικό βάρος του παιδιού, δηλαδή αν είναι υπέρβαρο, παχύσαρκο, λιποβαρές ή όχι.
Πράγμα που δεν θα έπρεπε να συμβαίνει! Τα οικογενιακά γεύμαυτα αποτελούν ασπίδα στην εμφάνιση παιδικής παχυσαρκίας και βοηθούν τα παιδιά να υιοθετήσουν υγιεινές και ισορροπημένες διατροφικές συνήθειες. Οι γονείς λοιπόν, θα πρέπει να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή όταν ετοιμάζουν και σερβίρουν κάποιο γεύμα στα παιδιά τους και να τους δίνουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν και τα ίδια στην προετοιμασία του φαγητού, όποτε αυτό είναι εφικτό.
Πηγή : http://www.nutrimed.gr