Για τον αφανισμό του πληθυσμού ενός χωριού -ή, στη χειρότερη περίπτωση, μιας κωμόπολης- σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα ενοχοποιούνται τα εμφράγματα, που οφείλονται σε «βουλωμένες» αρτηρίες από την αυξημένη πρόσληψη «κακών» λιπαρών. Πρόκειται για τα κορεσμένα λιπαρά οξέα που περιέχονται σε ζωικά τρόφιμα, τηγανητά, σνακ ή έτοιμο φαγητό (τύπου junk food).
Παρόμοια είναι η εικόνα και στην Ελλάδα, με τα καρδιαγγειακά περιστατικά που οφείλονται στην κακή διατροφή να οδηγούν ετησίως στην απώλεια 770 ζωών. Την επίδραση των λιπών στο λιπιδαιμικό προφίλ του αίματος και κατ’ επέκταση στην υγεία χαρτογραφεί η κλινική διαιτολόγος-διατροφολόγος Σοφία Ελευθερίου:
«Τα κορεσμένα λιπαρά οξέα -όπως είναι το στεατικό οξύ-, τα οποία προσλαμβάνονται μέσω της διατροφής, προκαλούν σημαντική αύξηση στις τιμές της χοληστερόλης του αίματος, γεγονός που αποτελεί προάγγελο καρδιαγγειακών παθήσεων».
Αντίθετα, η χοληστερόλη των τροφών, που όπως εξηγεί η κυρία Ελευθερίου ανήκει σε άλλη κατηγορία χημικών ενώσεων -τα λεγόμενα τερπένια-, έχει μικρότερη έως αμελητέα επίδραση στα επίπεδα της χοληστερόλης του αίματος. Γι’ αυτό άλλωστε τρόφιμα που περιέχουν μόνο χοληστερόλη και όχι κορεσμένα λιπαρά, όπως το αβγό, οι γαρίδες, τα μύδια και τα καλαμαράκια, δεν θεωρούνται τόσο επιβαρυντικά για την υγεία.
Σε ό,τι αφορά τη συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη λιπών, οι ισχύουσες στην Ελλάδα συστάσεις προέρχονται από την Αμερικανική Ιατρική Ένωση (American Medical Association) και διακρίνονται για την αυστηρότητά τους. «Ακόμα πιο αυστηρές είναι για όσους υποφέρουν από στεφανιαία νόσο (δηλαδή, έχουν ήδη υποστεί έμφραγμα) ή συνδυάζουν δύο παράγοντες κινδύνου, όπως είναι η παχυσαρκία με τον σακχαρώδη διαβήτη. Τα άτομα που ανήκουν στις δύο τελευταίες κατηγορίες δεν αρκεί να ελαττώσουν δραστικά την πρόσληψη λίπους. Παράλληλα, πρέπει να αυξήσουν την κατανάλωση φυτικών ινών μέχρι 30 γραμμ. την ημέρα, καθώς αυτές βοηθούν στη ρύθμιση της χοληστερόλης του αίματος, συμπαρασύροντας το πλεόνασμά της στο παχύ έντερο», καταλήγει η κυρία Ελευθερίου. Ινες περιέχονται στα φρούτα, στα λαχανικά, στα όσπρια και τα δημητριακά ολικής άλεσης.
Πηγές λίπους
– Κορεσμένα: Ζωικά τρόφιμα (κρέας, βούτυρο, κρέμα γάλακτος, γιαούρτι, τυρί, γάλα), τηγανητά, σνακ, έτοιμο φαγητό (χάμπουργκερ, σουβλάκι, γύρος, σάντουιτς κ.λπ.)
– Πολυακόρεστα: Ψάρια, ξηροί καρποί, σπόροι, σπορέλαια, δημητριακά, πράσινα φυλλώδη λαχανικά, μαύρη σοκολάτα.
– Μονοακόρεστα: Ελαιόλαδο και αμύγδαλα.
– Χοληστερίνη: Ζωικά τρόφιμα, αβγό, θαλασσινά.
Τα κρυμμένα λίπη
Τα κρυφά λίπη αποτελούν τον κυριότερο εχθρό της υγείας του καρδιαγγειακού συστήματος, αφού προστίθενται ύπουλα στην ολική ημερήσια πρόσληψη, εκτινάσσοντας στα ύψη τις τιμές της χοληστερόλης του αίματος και δημιουργώντας ιδανικές συνθήκες για το σχηματισμό αθηρωματικής πλάκας στα αγγεία. Περιέχονται σε όλα τα σνακ (γαριδάκια, πατατάκια, μπισκότα, μάφιν, κρουασάν, ντόνατ), στο έτοιμο φαγητό τύπου junk food (από φαστφουντάδικα και σουβλατζίδικα), στις έτοιμες σος για σαλάτες και κρέας και στη μαγιονέζα. Ιδιαίτερη κατηγορία κρυφών λιπών αποτελούν τα τρανς λιπαρά οξέα, που έχουν εξίσου ισχυρή επίδραση στη χοληστερόλη του αίματος με τα κορεσμένα λίπη. «Αυτά αποτελούν λιπαρή ουσία που δεν υπάρχει στη φύση και σχηματίζονται από τη θερμική επεξεργασία των λαδιών. Γι’ αυτό, άλλωστε, αφθονούν στα τηγανητά εδέσματα», εξηγεί η διαιτολόγος Σοφία Ελευθερίου.
Πηγή: www.diatrosofia.gr
Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος