Το αμυντικό σύστημα του ανθρώπου περιλαμβάνει πολλούς μηχανισμούς άμυνας και προστασίας έναντι των τοξικών παραγόντων. Βασικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού έχουν τα λευκά αιμοσφαίρια. Τα λευκά αιμοσφαίρια, που κυκλοφορούν στο αίμα περιλαμβάνουν τα ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα, τα ηωσινόφιλα πολυμορφοπύρηνα, τα βασεόφιλα πολυμορφοπύρηνα, τα μονοπύρηνα, τα λεμφοκύτταρα, τα πλασματοκύτταρα. Η παραγωγή αποτελεσματικών αντισωμάτων εξουδετέρωσης των βλαπτικών παραγόντων, αποτελεί σημαντικό συστατικό της αποτελεσματικής άμυνας.
Μετά την είσοδο του λοιμογόνου παράγοντα, ειδικά αντισώματα που παράγονται από λεμφοκύτταρα (Β λεμφοκύτταρα) και ειδικά ευαισθητοποιημένα λεμφοκύτταρα (Τ λεμφοκύτταρα) επιτίθενται στο παθογόνο. Τα διαφοροποιημένα Β λεμφοκύτταρα αποτελούν τα πλασματοκύτταρα. Τα ειδικά αντισώματα και τα ειδικά ευαισθητοποιημένα λεμφοκύτταρα έχουν σημαντικό ρόλο στην ανοσολογική μνήμη, στην οποία οφείλεται η ανοσία που αναπτύσσει ο οργανισμός έναντι ορισμένων παθογόνων μικροοργανισμών μετά τη λοίμωξη.
Σε ορισμένα άτομα, το ανοσοποιητικό σύστημα, παράγει αντισώματα έναντι των ιστών του, τα οποία εκλαμβάνουν λανθασμένα τους ιστούς του σώματος ως ξένα και βλαπτικά αντιγόνα. Πρόκειται για διαταραχή του ανοσοποιητικού, τα ακριβή αίτια της οποίας δεν έχουν περιγραφεί πλήρως. Η ηλικία είναι ο κυριότερος φυσιολογικός παράγοντας που προκαλεί διαταραχή του ανοσοποιητικού στον ενήλικο. Με την ηλικία το ανοσοποιητικό σύστημα είναι λιγότερο σε θέση να διακρίνει παράγοντες του σώματος από βλαπτικά αντιγόνα, με αποτέλεσμα την υπό φυσιολογικές συνθήκες, αυξημένη τάση για παραγωγή αντισωμάτων που κατευθύνονται ενάντια στους ίδιους τους ιστούς του σώματος (αυτοαντισώματα). Τα επίπεδα αυτοαντισωμάτων στο αίμα του ηλικιωμένου είναι υψηλότερα συγκριτικά με τα νεαρά άτομα. Όταν η παραγωγή των αυτοαντισωμάτων ξεπεράσει ένα κριτικό επίπεδο, όπως συμβαίνει σε ορισμένα νοσήματα (π.χ. αυτοάνοσα νοσήματα) και όταν συντρέχουν και ορισμένοι άλλοι παράγοντες, κύτταρα σώματος έναντι των οποίων παράγονται τα αυτοαντισώματα, καταστρέφονται μαζικά.
Ο κατάλογος των αυτοαντισωμάτων είναι μακρύς. Ανάλογα με το είδος του νοσήματος με αυτοάνοση βάση (π.χ. συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, διαβήτης τύπου 1, ρευματοειδής αρθρίτιδα), τα παραγόμενα αυτοαντισώματα διαφέρουν. Τα αντιεπινεφριδιακά αντισώματα, τα αντιθυρεοειδικά αντισώματα, τα αντιφωσφολιπιδικά έναντι καρδιολιπίνης αντιπηκτικού λύκου αντισώματα, τα αντιπυρηνικά αντισώματα, τα αντισώματα έναντι των γαστρικών τοιχωματικών κυττάρων, τα αντισώματα ινσουλίνης, ο ρευματοειδής παράγων, τα anca είναι συνήθη αυτοαντισώματα.
1. ΑΝΤΙΕΠΙΝΕΦΡΙΔΙΑΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ
Πρόκειται για αντισώματα έναντι των κυττάρων του φλοιού των επινεφριδίων, που παράγονται στην αυτοάνοση νόσο του Addison, η οποία χαρακτηρίζεται από ανεπάρκεια επινεφριδίων.
2. ΑΝΤΙΘΥΡΕΟΕΙΔΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ
Πρόκειται για αντισώματα έναντι του θυρεοειδούς και παρατηρούνται σε αυτοάνοσες θυρεοειδοπάθειες.
3. ΑΝΤΙΦΩΣΦΟΛΙΠΙΔΙΚΑ ΕΝΑΝΤΙ ΚΑΡΔΙΟΛΙΠΙΝΗΣ ΑΝΤΙΠΗΚΤΙΚΟΥ ΛΥΚΟΥ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ
Πρόκειται για αυτοαντισώματα που συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο αποβολών και θρομβώσεων.
4. ΑΝΤΙΠΥΡΗΝΙΚΑ ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ
Πρόκειται για αντισώματα έναντι δομών του κυτταρικού πυρήνα. Τα αντιπυρηνικά αντισώματα αυξάνουν χαρακτηριστικά σε ορισμένες ρευματικές παθήσεις. Κλασσικά αυξάνουν σε συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, μία σπάνια σοβαρή ρευματοπάθεια.
5. ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΓΑΣΤΡΙΚΩΝ ΤΟΙΧΩΜΑΤΙΚΩΝ ΚΥΤΤΑΡΩΝ
Τα γαστρικά τοιχωματικά κύτταρα εκκρίνουν ενδογενή παράγοντα και είναι σημαντικά για την απορρόφηση της Β12. Τα αντισώματα έναντι των γαστρικών τοιχωματικών κυττάρων αυξάνουν σημαντικά στην ατροφική γαστρίτιδα και την κακοήθη αναιμία.
6. ΑΝΤΙΣΩΜΑΤΑ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗΣ
Τα αντισώματα αυτά αυξάνουν σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, αυτοάνοσες καταστάσεις ή προκλητή υπογλυκαιμία.
7. ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΠΑΡΑΓΩΝ
Παράγονται σε ρευματοειδή αρθρίτιδα, ρευματοπάθειες, λοιμώξεις, νεοπλάσματα, πυριτίαση, αμιάντωση, σαρκοείδωση.
8. ANCA
Πρόκειται για αντισώματα έναντι ενζύμων κοκκίων των ουδετερόφιλων, παρόντα σε αγγειίτιδες και αυτοάνοσα σύνδρομα.