«Είσαι χαζό και δεν καταλαβαίνεις;» – μόλις διέλυσες το παιδί σου, και δεν το ξέρεις

images_27122016_mom-yellingBOX.jpg

Χρειάστηκαν πολλά χρόνια αυτοπαρατήρησης και αυτοανάλυσης για να συνειδητοποιήσω πως μερικά από τα «αρνητικά» χαρακτηριστικά μου, είχαν φυτρώσει μέσα μου ήδη στην παιδική ηλικία, από κουβέντες που είχαν ειπωθεί επιπόλαια και αστόχαστα από τη μητέρα ή από τον πατέρα μου, πάνω στο θυμό ή πάνω σε έναν καυγά. Επειδή αργούσα να ξυπνήσω, για παράδειγμα, τα πρωινά της Κυριακής, άκουγα συχνά πίσω από την πόρτα του εφηβικού μου δωματίου, τη μητέρα μου, ανάμεσα από τους ήχους της ηλεκτρικής σκούπας, να λέει:  «Έτσι όπως πας θα γίνεις τεμπέλα».

Ο χαρακτηρισμός γινόταν χωρίς κακή πρόθεση, απλώς για να με κινητοποιήσει σε δράση. Γιατί, στην πραγματικότητα, δεν ήμουν καθόλου τεμπέλα. Ήμουν επιμελής και δραστήρια σε όλη τη μαθητική μου ζωή, και βοηθούσα με κάθε τρόπο την οικογένειά μου, είτε κάνοντας μπέιμπι- σίτινγκ στον αδελφό μου, είτε κάνοντας δουλειές για να βοηθήσω τη μητέρα μου που εργαζότανε. Βέβαια, αγαπούσα το χουζούρεμα και, ειδικά στην εφηβεία, σηκωνόμουν από το κρεβάτι αργά το μεσημέρι της Κυριακής, λίγο πριν το φαγητό,  αφού το προηγούμενο βράδυ είχε προηγηθεί συνήθως η τυπική – και μοναδική- Σαββατιάτικη έξοδος με την παρέα.

Ωστόσο, η λέξη «τεμπέλα» καρφώθηκε στο μυαλό μου και στην ψυχή μου με ένα πολύ δυνατό καρφί. Παρόλο που η μητέρα μου με επαινούσε συχνά για τις μαθητικές μου επιδόσεις και με ευχαριστούσε ζεστά για την βοήθειά μου στο σπίτι, εκείνο το Κυριακάτικο «τεμπέλα» με στοίχειωσε.

Για χρόνια μετά από την ενηλικίωσή μου, σε ανύποπτες στιγμές, και χωρίς να το συνειδητοποιώ, αυτός ο χαρακτηρισμός ερχόταν στον μυαλό μου και με «μαστίγωνε», όπως ένα καμουτσίκι μαστιγώνει ένα άλογο. Έπρεπε να αποδείξω πως δεν είμαι τεμπέλα, οπότε δούλευα από το πρωί ως το βράδυ. Έπρεπε να αποδείξω πως είμαι εργατική, οπότε υποχωρούσα και στις πιο παράλογες απαιτήσεις του αφεντικού μου, μένοντας ως αργά στην εταιρία χωρίς καμία φορά να πληρώνομαι για τις υπερωρίες μου. Έπρεπε να αποδείξω πως δεν είμαι τεμπέλα οπότε υποχωρούσα και στους φίλους μου, κάνοντας τα  «θελήματα» και τις δικές τους αγγαρείες ακόμη κι αν ήμουν πτώμα στην κούραση.

Μετά παντρεύτηκα κι συνέχισα το ίδιο βιολί: έπρεπε να μη ζητώ βοήθεια για το σπίτι, αν και δούλευα 12ωρο, για να μην με θεωρήσουν τεμπέλα. Έπρεπε να μαγειρεύω ακόμη κι όταν κουτουλούσα από τη νύστα τα βράδια και να μην παραγγείλω φαγητό απ’ έξω, γιατί αν το έκανα θα ένιωθα πως είμαι «τεμπέλα» στα μάτια του άντρα μου. Στο τέλος οδηγήθηκα σε μία βαρβάτη υπερκόπωση, σωματική και ψυχική, η οποία με οδήγησε σε ψυχολόγο. Με την ψυχανάλυση κατάφερα να βρω την πηγή του κακού. Δεν ήμουν τεμπέλα, αλλά εκείνος ο χαρακτηρισμός  μού είχε δημιουργήσει αυτή τη βασική πεποίθηση. Κι όλη η ζωή μου ήταν ένας αγώνας για να ξεκολλήσει από πάνω μου αυτή η ετικέτα. Όταν έγινα μητέρα λοιπόν άρχισα να παρατηρώ και τον εαυτό μου και άλλες μητέρες. Και έφριξα!

    « Είσαι παλιόπαιδο που δεν με ακούς!»
    « Ηλίθιο είσαι, παιδάκι μου;»
    « Με αυτή τη μίνι φούστα, φαίνεσαι παχιά…Βγάλ’ την!»
    « Θα με στείλεις στο τάφο με αυτή την συμπεριφορά!»
    « Γλωσσού, ε, γλωσσού!»
    « Είσαι μονοκόμματη στους τρόπους, σαν τη γιαγιά σου»
    « Ανάξιο πλάσμα!»
    « Τι με κοιτάς, σαν χαζός;» κοκ, κοκ…

Άκουγα τις φίλες μου και τον εαυτό μου (!) να κολλάνε χωρίς να το ξέρουν ετικέτες στα παιδιά. Όλες βέβαια οι «ετικέτες» έμπαιναν πάνω στο θυμό, χωρίς κακιά πρόθεση, παρόλο που όλες μας, φυσικά, λατρεύαμε τα παιδιά μας.

Τέτοιοι χαρακτηρισμοί, όμως, μπορούν να εντυπωθούν στο μυαλό των παιδιών και να τα πληγώσουν ανεπανόρθωτα. Είναι υποχρέωσή μας να διηθούμε τα λόγια μας, εμείς οι γονείς. Να μην χαρακτηρίζουμε το παιδί όταν η συμπεριφορά του μας δυσαρεστεί ή μας θυμώνει, αλλά να «χαρακτηρίζουμε» μόνο τη δυσάρεστη συμπεριφορά. Αντί να πούμε πάνω στην οργή της στιγμής: «Ανόητε!», να πούμε: « Ήταν παρακινδυνευμένο που ανέβηκες στο δέντρο, θα μπορούσες να βλάψεις τον εαυτό σου…».

 Αντί να πούμε: «Παλιόπαιδο!», να πούμε: «Με στεναχώρησε και με προβλημάτισε που χτύπησες τον συμμαθητή σου».

Είναι φυσικά πολύ δύσκολο να συγκρατήσουμε το θυμό μας και να κοντρολάρουμε τον εαυτό μας, αλλά είναι υποχρέωσή μας. Ένας επιπόλαιος χαρακτηρισμός εκ μέρους μας σήμερα, μπορεί να δημιουργήσει διάφορα προβλήματα στο μέλλον, καθώς σιγά- σιγά, εγκαθίσταται « βασική πεποίθηση» στο παιδί.

Με απλά λόγια, κάτι που εμείς λέμε πάνω στο θυμό μας και που συνήθως δεν το εννοούμε, μπαίνει και ριζώνει στη ψυχή του παιδιού και του μετέπειτα ενήλικα, τροποποιώντας τον τρόπο που διαχειρίζεται τη ζωή του.

Μόνο θετικές δηλώσεις πρέπει να βγαίνουν από το στόμα ενός γονιού. Οι αρνητικές δηλώσεις όχι μόνο δεν διορθώνουν μία συμπεριφορά αλλά την ενισχύουν. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να «κακομαθαίνουμε» τα παιδιά, αφήνοντάς τα έρμαια σε κακές συνήθειες από φόβο μην τα βλάψουμε. Αντίθετα πρέπει να αποδυναμώνουμε την ενοχλητική συμπεριφορά, εξηγώντας στα παιδιά με σαφήνεια τη βλαπτική επίδραση που μπορεί να έχει αυτή στην εξέλιξη της ζωής τους, αποφεύγοντας όμως με κάθε τρόπο να πετάμε «βατράχια».

Οι γονείς είναι οι γεωργοί που πρέπει να σπείρουν το χωράφι της ψυχής των παιδιών τους, χρησιμοποιώντας «υγιείς» σπόρους. Η θετική ενίσχυση, η ενθάρρυνση, η επιβράβευση, αλλά και τα «όρια» χτίζουν υγιείς προσωπικότητες. Αντίθετα, οι αρνητικές δηλώσεις, οι αρνητικοί χαρακτηρισμοί, η επίκριση και, τελικά, η έμμεση απόρριψη, κάνουν μόνο κακό.

Πηγή : http://www.themamagers.gr/