Η βιταμίνη D είναι ένα θρεπτικό συστατικό τόσο σημαντικό όσο και το ασβέστιο για τη σκελετική υγεία. Η μορφή της βιταμίνης που χρησιμοποιεί το σώμα μας, είναι γνωστή ως καλσιτριόλη και είναι υπεύθυνη για την απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου από τον εντερικό βλεννογόνο, συμβάλλει στην απομάκρυνση του ασβεστίου από τα νεφρά, διεγείροντας την επαναρρόφησή του στα νεφρικά σωληνάρια και αναστέλλει άμεσα την έκκριση παραθορμόνης επιδρόντας στα επινεφρίδια.
Η απουσία της…
Χωρίς την παρουσία της βιταμίνης D, μπορούμε να απορροφήσουμε μόλις το 10-15% του ασβεστίου που περιέχεται στα τρόφιμα που καταναλώνουμε. Σε άτομα με φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D στον οργανισμό τους, το λεπτό έντερο απορροφά περίπου το 30% του προσλαμβανόμενου ασβεστίου από τις τροφές. Αυτό σημαίνει πως ακόμη και αν προσλαμβάνουμε επαρκή ποσότητα ασβεστίου από τη διατροφή μας, χωρίς τη βιταμίνη D, αυτό το ασβέστιο δεν μπορεί να απορροφηθεί ικανοποιητικά.
Οι λειτουργίες της
Η βιταμίνη D, εκτός από τη συμβολή της στην καλή υγεία των οστών, φαίνεται από πρόσφατες μελέτες, πως συντελεί στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, ενώ ταυτόχρονα βοηθά και στην ενδυνάμωση του μυϊκού συστήματος. Η μειωμένη δύναμη, ο μυϊκός συντονισμός και η ισορροπία αποτελούν σημαντικούς παράγοντες κινδύνου για κατάγματα λόγω πτώσεων σε ηλικιωμένα άτομα. Μάλιστα η χορήγηση συμπληρωμάτων βιταμίνης D έχει φανεί ότι βελτιώνει τη λειτουργία των μυών και ενισχύει το αίσθημα ισορροπίας. Επιπλέον, επιδημιολογικές μελέτες υποστηρίζουν πως η χρόνια έλλειψη βιταμίνης D είναι να δυνατόν να αυξήσει τον κίνδυνο κάποιων χρόνιων παθήσεων όπως του διαβήτη τύπου 2.
Που τη βρίσκουμε;
Πολύ λίγα τρόφιμα στη φυσική τους μορφή περιέχουν βιταμίνη D. Τρόφιμα ζωικής προέλευσης όπως διάφορα λιπαρά ψάρια (σολομός, σαρδέλα, τόνος, ρέγγα) και αυγά, αποτελούν καλές πηγές της βιταμίνης. Για το λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, όπως συμβαίνει εδώ και αρκετά χρόνια στις Η.Π.Α και σε Σκανδιναβικές χώρες, έχουν κυκλοφορήσει και προϊόντα εμπλουτισμένα (γαλακτοκομικά, χυμοί, δημητριακά πρωινού, μαργαρίνες) με βιταμίνη D, συμβάλλοντας έτσι στην αύξηση της πρόσληψης της συγκεκριμένης βιταμίνης.
Η κύρια όμως πηγή της βιταμίνης στον άνθρωπο θεωρείται η σύνθεσή της στο δέρμα. Συγκεκριμένα, η βιταμίνη D μπορεί να συντεθεί στον οργανισμό, κατόπιν έκθεσης της επιδερμίδας στην ηλιακή ακτινοβολία. Όταν από το στεροειδές 7-δεϋδροχοληστερόλη που φυσιολογικά υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες στην επιδερμίδα του ανθρώπου, απορροφηθεί η υπεριώδης ακτινοβολία (UV) μήκους κύματος 290-315 nm, παράγεται η προβιταμίνη D η οποία με μια σύνθετη διαδικασία στο ήπαρ και τα νεφρά καταλήγει στην ενεργή μορφή της βιταμίνης. Μάλιστα, υπολογίζεται ότι η έκθεση του δέρματος μας για 10-15 λεπτά ημερησίως (π.χ. πρόσωπο, χέρια λαιμός) αρκεί για να μας παρέχει την ποσότητα βιταμίνης D που χρειαζόμαστε.
Στην Ελλάδα θα περίμενε κανείς πως η πρόσληψη βιταμίνης D είναι επαρκής για τις ανάγκες των Ελλήνων, εφόσον η χώρα μας θεωρείται από τις πλέον ηλιόλουστες. Στην πραγματικότητα ωστόσο φαίνεται να παρατηρείται το αντίθετο: μεγάλες μελέτες δείχνουν πως κατά τους χειμερινούς μήνες το 70% των Ελλήνων και Ελληνίδων άνω των 65 πάσχουν από έλλειψη βιταμίνης D, ενώ το καλοκαίρι το ποσοστό αυτό μειώνεται. Αντίστοιχα, μείωση των επιπέδων βιταμίνης D παρατηρείται και σε άλλες ηλικιακές ομάδες όπως ηλικιωμένοι (άνω των 80 ετών) ή και σε παιδιά αστικών περιοχών κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Επομένως κατά τη διάρκεια του χειμώνα είναι σημαντικό να μην παραλείπουμε την καθημερινή έκθεσή μας στο ήλιο και τη στχνή κατανάλωση τροφίμων πλούσιων στη “χειμωνιάτικη” κατά άλλα βιταμίνη.
Πηγή : http://www.nutrimed.gr