Σε επικίνδυνη τροχιά κινείται η Υγεία στην Ελλάδα. Οι τεράστιες ελλείψεις σε υγειονομικό προσωπικό, αναλώσιμα υλικά και ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό, οι εξαντλητικές εφημερίες των νοσοκομειακών ιατρών σε συνδυασμό με τη μείωση των αποδοχών τους, οι καθυστερήσεις πληρωμών σε παρόχους υπηρεσιών υγείας, δεν επιτρέπουν την ομαλή λειτουργία του δημοσίου συστήματος υγείας, το οποίο παραμένει όρθιο χάρη στις φιλότιμες προσπάθειες του ιατρικού και λοιπού προσωπικού.
Τα παραπάνω ανέφεραν σε Συνέντευξη Τύπου ο Πρόεδρος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου (Π.Ι.Σ.) κ. Μιχαήλ Βλασταράκος, ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου Επιστημονικών Ερευνών του Π.Ι.Σ. κ. Κωνσταντίνος Αλεξανδρόπουλος και ο Γενικός Γραμματέας του Ινστιτούτου Επιστημονικών Ερευνών κ. Παναγιώτης Χαλβατσιώτης, με αφορμή τους 6 μήνες λειτουργίας του Ινστιτούτου Επιστημονικών Ερευνών του Π.Ι.Σ..
Σύμφωνα με στοιχεία που ανέφεραν οι ομιλητές, οι δημόσιες δαπάνες Υγείας το 2017 ανέρχονται στο 5% του ΑΕΠ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 7% και τα όρια ασφαλείας κάθε Συστήματος Υγείας είναι στο 6%.
Η κρατική επιχορήγηση για τον ΕΟΠΥΥ από 526 εκ. το 2016, μειώθηκε στα 326 εκ. το 2017. Έγινε παράλληλα αύξηση, περίπου 700 εκ. ευρώ, της παρακράτησης και απόδοσης στον ΕΟΠΥΥ των εισφορών υγείας από τις κύριες και επικουρικές συντάξεις. Η ενέργεια αυτή όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα, αλλά αντιθέτως το μεγεθύνει αφού μετακυλύει στους συνταξιούχους ένα ακόμη δυσβάστακτο βάρος τη στιγμή που υπόκεινται συνεχώς μείωση στη σύνταξή τους.
Ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ για το 2017 πρέπει να ανέλθει στο 1% του ΑΕΠ (από 0,18% του ΑΕΠ που είναι σήμερα και 0,28% του ΑΕΠ το 2016) προκειμένου να καλύψει την περίθαλψη των πολιτών. Με την υφιστάμενη κατάσταση, οι ιδιωτικές δαπάνες εξακολουθούν να απορροφούν το 40% των συνολικών δαπανών για την υγεία (το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ).
Ακόμη, η κρατική επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό για τις λειτουργικές δαπάνες των Νοσοκομείων του ΕΣΥ, προβλέπεται στα 1,301 δις ευρώ, ενώ ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ για τα Νοσοκομεία, ανέρχεται στα 888 εκ. ευρώ, για τις ιατρικές επισκέψεις 110 εκ. και για τις διαγνωστικές εξετάσεις Εργαστηρίων – Διαγνωστικών Κέντρων στα 328 εκ. ευρώ.
Στο ΕΣΥ ο μέσος όρος ηλικία των ιατρών είναι τα 60 χρόνια. Υπάρχουν 6.500 ελλείψεις σε μόνιμο ιατρικό προσωπικό και είναι επιτακτική ανάγκη ανανέωσης με Επιμελητές Β΄, με αύξηση των προσλήψεων και επιτάχυνση των διαδικασιών κρίσεων.
«Τα όποια βήματα σε προσλήψεις, ιδιαίτερα επικουρικών ιατρών, δεν λύνουν το μεγάλο πρόβλημα λειτουργίας των Νοσοκομείων», τόνισε ο κ. Βλασταράκος, και εξέφρασε την ανάγκη στήριξης των νοσοκομείων με προσλήψεις νοσηλευτικού, διοικητικού και παραϊατρικού προσωπικού (ελλείψεις Νοσηλευτών 20.000 περίπου).
Υπάρχει καθυστέρηση στη στελέχωση των κλινών ΜΕΘ. Σήμερα, βρίσκονται εκτός λειτουργίας 150 κλίνες, ενώ υπάρχει η αναγκαία υποδομή. Θα μπορούσαν να νοσηλευθούν, εάν υπήρχε στελέχωση, πλέον των 4.000 ασθενών και να σωθεί το 50% εξ’ αυτών, στατιστικά.
Επίσης δεν υπάρχει ολοκληρωμένο ηλεκτρονικό ολοκληρωμένο σύστημα, με αποτέλεσμα πολλά τμήματα των νοσοκομείων να μην επικοινωνούν μεταξύ τους, ούτε κεντρικά, ούτε με το Υπουργείο Υγείας και τις ΥΠΕ.
Η προσέλευση των ασθενών στα νοσοκομεία, λόγω της έλλειψης ΠΦΥ και της οικονομικής κρίσης, έχει αυξηθεί κατά 70% και οι αυξήσεις των εισαγωγών, λόγω της παραμελημένης υγείας των ασθενών, έχει μεταβιβάσει το κόστος της ΠΦΥ στη νοσοκομειακή περίθαλψη και μάλιστα μεγαλύτερο, λόγω της μειωμένης πρόληψης και φροντίδας.
«Εάν τα Νοσοκομεία μας δεν ενδυναμωθούν γρήγορα, το σύστημα θα καταρρεύσει», προέβλεψαν.
Πηγή : http://www.iatrikanews.gr/