Η μύτη περιβάλλεται από τους παραρρίνιους κόλπους, ανατομικές κοιλότητες, που καλύπτονται από αναπνευστικό επιθήλιο. Οι παραρρίνιοι κόλποι περιλαμβάνουν τα ιγμόρεια, τις ηθμοειδείς κυψέλες, τους μετωπιαίους και τους σφηνοειδείς κόλπους. Στην παραρινοκολπίτιδα αναπτύσσεται φλεγμονή των παραρρινίων κόλπων. Συχνότερα, πρόκειται για ιγμορίτιδα, ενώ σπανιότερα φλεγμαίνουν τα υπόλοιπα παραρρίνια.
Το αναπνευστικό επιθήλιο παράγει βλέννα, το οποίο παροχετεύεται στην ρινική κοιλότητα, με κινήσεις επιφανειακών κροσσών. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η παροχέτευση της βλέννας είναι επαρκής, με αποτέλεσμα οι κόλποι να είναι στείροι μικροβίων.
Στην παραρρινοκολπίτιδα, οι ρινικοί πόροι αποφράσσονται ή η λειτουργία των κροσσών αλλοιώνεται, με αποτέλεσμα την κατακράτηση των εκκρίσεων. Η παραρρινοκολπίτιδα, μπορεί να είναι λοιμώδης, οπότε προκαλείται από λοιμογόνους μικροοργανισμούς που πολλαπλασιάζονται τοπικά (ιούς, βακτήρια, μύκητες) ή μη λοιμώδης, οπότε η φλεγμονή είναι άσηπτη. Μπορεί να είναι οξεία, οπότε έχει διάρκεια κάτω από τέσσερις εβδομάδες, ή χρόνια, οπότε χαρακτηρίζεται από χρονική διάρκεια άνω των τεσσάρων εβδομάδων.
1. ΟΞΕΙΑ ΠΑΡΑΡΡΙΝΟΚΟΛΠΙΤΙΔΑ
Τα λοιμώδη αίτια αποτελούν τα πιο κοινά αίτια οξείας παραρρινοκολπίτιδας. Άλλα αίτια είναι οι αλλεργίες, τα καρκινώματα, ορισμένα νεοπλάσματα, το βαρότραυμα, χημικές ουσίες, η κυστική ίνωση, συστηματικά κοκκιωματώδη νοσήματα.
Συνήθεις παθογόνοι μικροοργανισμοί που προκαλούν ιγμορίτιδα είναι οι ρινοιοί, ο ιός της γρίπης, ο ιός της παραινφλουέντζας, ο s. pneumonia, o haemophilus influenza, η moraxella, o στρεπτόκοκκος, ο σταφυλόκοκκος. Οι μύκητες αποτελούν επίσης αίτια λοιμώδους παραρρινοκολπίτιδας, αν και οι περισσότερες οξείες περιπτώσεις αφορούν ασθενείς με διαταραχή του ανοσοποιητικού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μουκορμύκωση σε διαβητικούς. Όταν η παραρρινοκολπίτιδα αναπτύσσεται στο νοσοκομείο ή μετά από νοσοκομειακή νοσηλεία, αρκετές φορές εμπλέκονται επιθετικά νοσοκομειακά στελέχη.
Τα συμπτώματα της οξείας παραρρινοκολπίτιδας είναι η ρινική έκκριση, ο πόνος στο πρόσωπο, ο πόνος στα δόντια ή ο πονοκέφαλος. Σε σοβαρές ή παραμελημένες περιπτώσεις, μπορεί να αναπτυχθεί χρόνια ιγμορίτιδα, θρόμβωση σηραγγωδών κόλπων, κυτταρίτιδα, οστεομυελίτιδα, μηνιγγίτιδα, εγκεφαλικό απόστημα, σηψαιμία, επιπλοκές επικίνδυνες για την ζωή και τη σωματική ακεραιότητα του ασθενούς.
2. ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΡΡΙΝΟΚΟΛΠΙΤΙΔΑ
Στη χρόνια παραρρινοκολπίτιδα, τα αίτια είναι παρόμοια με τα αίτια της οξείας παραρρινοκολπίτιδας. Συνυπάρχει ωστόσο χρόνια δυσλειτουργία στο σύστημα παροχέτευσης των κόλπων ή στο ανοσοποιητικό σύστημα. Η δυσλειτουργία αυτή μπορεί να είναι απότοκος επανειλημμένων κακώς θεραπευμένων λοιμώξεων, να οφείλεται σε υποκείμενο νόσημα (π.χ. ανοσοκαταστολή) ή να είναι άγνωστης αιτιολογίας. Τα συμπτώματα είναι μόνιμη ρινική συμφόρηση, με αίσθημα πίεσης στην περιοχή των παραρρινίων και πονοκέφαλο.
Τα ευρήματα από τη σωστή ιατρική εξέταση του ασθενούς έχουν κομβικό ρόλο στην εξατομικευμένη αξιολόγηση του ατόμου με οξεία ή χρόνια παραρρινοκολπίτιδα και στον καθορισμό της ενδεικνυόμενης θεραπείας.
Περιστατικά με σοβαρή, υποτροπιάζουσα παραρρινοκολπίτιδα ή χρόνια εμμένουσα παραρρινοκολπίτιδα χρειάζονται νοσοκομειακή διερεύνηση και ενδοφλέβια αγωγή. Ορισμένοι ασθενείς χρειάζονται σωστή χειρουργική παροχέτευση ή χειρουργική αποκατάσταση της τοπικής ανατομίας των κόλπων.