Αυξημένη όρεξη

images_1812017_man_crisps_move.jpg

Η αυξημένη όρεξη είναι ένα συχνό παθολογικό σύμπτωμα. Το σύμπτωμα μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, με αύξηση του βάρους και ποικίλες μεταβολικές διαταραχές, όπως αύξηση χοληστερόλης, σακχάρου, ουρικού οξέως, τριγλυκεριδίων.

Κέντρα του εγκεφάλου που λαμβάνουν μηνύματα μέσω πολλαπλών νευρικών οδών από την περιφέρεια (π.χ. κενός στόμαχος, χαμηλή διαθεσιμότητα μεταβολικών ουσιών) είναι υπεύθυνα για την όρεξη. Πολλαπλοί γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες αλληλεπιδρούν στο υγιές άτομο. Σημαντικός είναι ο ρόλος της λεπτίνης, μίας πρωτεΐνης που εκφράζεται στο λιπώδη ιστό και δρα σε κέντρα του εγκεφάλου που ρυθμίζουν την όρεξη.

Ορισμένες φυσιολογικές καταστάσεις, όπως η κύηση, μπορεί να προκαλέσει αύξηση της όρεξης, λόγω πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων των ορμονών με αντανακλαστικά του σώματος που ρυθμίζουν την όρεξη.

Η παθολογική αύξηση της όρεξης προκαλείται από μια ποικιλία παραγόντων και νοσημάτων.

Διακρίνουμε:

1. Οργανικά νοσήματα, φάρμακα

Ο κατάλογος των οργανικών νοσημάτων και παραγόντων που προκαλούν παθολογική αύξηση της όρεξης, είναι μακρύς. Οποιοσδήποτε παθολογικός παράγοντας, που διαταράσσει τα εγκεφαλικά κέντρα της όρεξης ή τις συνδέσεις τους με την περιφέρεια μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη όρεξη ή πείνα. Ο αυξημένος ερεθισμός αντανακλαστικών της όρεξης λόγω νοσημάτων στην περιφέρεια ή αυξημένων ορμονικών δράσεων μπορεί επίσης να προκαλέσει αυξημένη όρεξη. Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της κατηγορίας είναι ορισμένες πεπτικές διαταραχές, οι διαταραχές του θυρεοειδούς, νοσήματα του υποθαλάμου, η χρόνια χρήση κορτιζόνης.

2. Stress, ψυχολογικά νοσήματα

Το υπερβολικό άγχος και ποικίλα ψυχιατρικά νοσήματα (π.χ. κατάθλιψη, αυτοκτονικός ιδεασμός), προκαλούν διαταραχές της όρεξης, με αύξηση ή ελάττωση της όρεξης ανάλογα με τον οργανισμό και το είδος του νοσήματος. Οι ακριβείς παθοφυσιολογικές διαταραχές που οδηγούν σε αύξηση της όρεξης σε ψυχιατρικά νοσήματα δεν έχουν περιγραφεί πλήρως.

3. Ιδιοπαθής βουλιμία

Υπάρχει συνδυασμός παραγόντων χωρίς συγκεκριμένο οργανικό ή ψυχολογικό υποκείμενο υπόστρωμα, όπως αυξημένη ψυχολογική ευαισθησία, διαταραχές της λειτουργίας της σεροτονίνης του σώματος, διαταραχή στην απελευθέρωση της χολοκυστοκινίνης από το έντερο. Η ιδιοπαθής βουλιμία χαρακτηρίζεται από επεισόδια υπερφαγίας, συχνά γλυκισμάτων και φαγητών πλούσιων σε λίπος. Τα επεισόδια αρκετές φορές ακολουθούν χρήση καθαρτικών ή διουρητικών, τεχνητή πρόκληση εμέτων ή περίοδοι νηστείας που προετοιμάζουν το επόμενο βουλιμικό επεισόδιο. Διαταραχές ηλεκτρολυτών, άνοδος της παγκρεατικής αμυλάσης, διαταραχές εμμήνου ρήσεως, ρήξη οισοφάγου ή στομάχου, γαστρεντερικές διαταραχές, οιδήματα, αύξηση αλδοστερόνης είναι παθολογικά προβλήματα στην ιδιοπαθή βουλιμία, που ενίοτε χρήζουν νοσηλείας.

Η σύγχρονη ιατρική προσέγγιση της υπερβολικής όρεξης χρησιμοποιεί φάρμακα θεραπείας και αποκατάστασης των υποκείμενων παθολογικών παραγόντων, που προκαλούν αυξημένη όρεξη και φάρμακα αποκατάστασης των παθολογικών διαταραχών που προκαλεί η αύξηση της όρεξης. Ορισμένα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη μείωση της όρεξης έχουν θέση σε αρκετά περιστατικά υπερβολικής όρεξης, ταυτόχρονα με την θεραπεία αποκατάστασης του υποκείμενου παθολογικού παράγοντα.

Τα φάρμακα αυτά είναι :

Α. ΧΗΜΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ

Τα φάρμακα αυτά προκαλούν ανορεξία δρώντας στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Στις ανεπιθύμητες ενέργειες ευρέως χρησιμοποιούμενων ανορεξιογόνων φαρμάκων συγκαταλέγονται η δυσκοιλιότητα, η ξηροστομία, η ζάλη, η ταχυκαρδία, η υπέρταση, σοβαρά ψυχιατρικά σύνδρομα, νεφρικές διαταραχές. Τα χημικά φάρμακα χρησιμοποιούνται, μόνο σε σοβαρές περιπτώσεις πολυφαγίας και διαταραχών.

Β. ΦΥΣΙΚΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

Μία ποικιλία συμπυκνωμένων φυτικών δραστικών ουσιών, με μορφή αφεψημάτων ή συμπληρωμάτων ή φυσικών φαρμάκων (π.χ. hoodia, πράσινο τσάι, φυτικά αντιοξειδωτικά), χρησιμοποιούνται σήμερα για την αποκατάσταση της διαταραχής και των επιπλοκών της. Τα περισσότερα από τα φυσικά αυτά σκευάσματα έχουν ολιστικές δράσεις και χορηγούνται επί μακρόν ή εφ όρου ζωής. Ωστόσο, δεν πρέπει να λαμβάνονται χωρίς ιατρική παρακολούθηση, διότι οι παρενέργειες δεν ελλείπουν, σε ευαίσθητα άτομα. Αρκετές φορές οι παρενέργειες δεν οφείλονται στο βότανο αυτό καθεαυτό, αλλά στην τεχνική επεξεργασία του φυτού από την βιομηχανία. Έτσι, για παράδειγμα ορισμένα υπερσυμπυκνωμένα συμπληρώματα πράσινου τσαγιού έχουν συνδεθεί με ηπατικά και νευρολογικά προβλήματα, παρά το γεγονός ότι το πράσινο τσάι, σε μέτριες ποσότητες, είναι από τα πιο ασφαλή φυτικά σκευάσματα.

Η παράλληλη, ψυχολογική θεραπεία συμπεριφοράς είναι επιβαλλόμενη σε ορισμένες περιπτώσεις.

Πηγή : http://anastasiamoschovaki1.blogspot.gr/