Η χρόνια κόπωση χαρακτηρίζεται από επίμονη, υποτροπιάζουσα κόπωση διάρκειας μεγαλύτερης του εξαμήνου. Σε αρκετές περιπτώσεις η κόπωση καθιστά αδύνατη την διεκπεραίωση καθημερινών καθηκόντων.
Όταν υπάρχει συγκεκριμένο υποκείμενο νόσημα ή παράγοντας που ευθύνεται για την κόπωση τότε πρόκειται για δευτεροπαθή κόπωση εάν όχι, τότε πρόκειται για ιδιοπαθή κόπωση. Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης (CFS), είναι μία ολιστική ασθένεια που χαρακτηρίζεται από σημαντικού βαθμού ιδιοπαθή κόπωση με ποικίλα συμπτώματα (π.χ. διαταραχές της μνήμης και της συγκέντρωσης, μυϊκοί πόνοι, αρθραλγίες, ύπνος που δεν ξεκουράζει, πονοκέφαλος, ευαίσθητοι λεμφαδένες, πονόλαιμος) και δυσλειτουργίες σε όλα τα οργανικά συστήματα. Η δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος έχει κεντρικό ρόλο στους πάσχοντες από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
Το ανθρώπινο σώμα δέχεται καθημερινά την επίθεση του χρόνου, πληθώρας τοξινών και λοιμογόνων παραγόντων, που συχνά επιτελείται σε υποσυνείδητο επίπεδο. Το αμυντικό σύστημα του ανθρώπου περιλαμβάνει πολλούς μηχανισμούς άμυνας και προστασίας έναντι αυτών των τοξικών παραγόντων. Βασικό ρόλο στην άμυνα του οργανισμού έχουν τα λευκά αιμοσφαίρια και ορισμένες χημικές ουσίες του αίματος που προσηλώνονται στους ξένους οργανισμούς και τις τοξίνες και τους καταστρέφουν. Τα λευκά αιμοσφαίρια, που κυκλοφορούν στο αίμα περιλαμβάνουν τα ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα, τα ηωσινόφιλα πολυμορφοπύρηνα, τα βασεόφιλα πολυμορφοπύρηνα, τα μονοπύρηνα, τα λεμφοκύτταρα, τα πλασματοκύτταρα. Η παραγωγή των λευκών αιμοσφαιρίων γίνεται από το μυελό των οστών και από τα λεμφικά όργανα που εντοπίζονται στους λεμφαδένες, το σπλήνα, τον θύμο, τις αμυγδαλές, τους λεμφικούς σχηματισμούς του εντέρου και άλλων περιοχών.
Χημικές ουσίες που απελευθερώνονται κατά την δραστηριοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος έχουν ειδικές δράσεις. Επί παραδείγματι, η ισταμίνη και η βραδυκινίνη περιχαρακώνουν την περιοχή της φλεγμονής. Οι κυτοκίνες (π.χ. οι ιντερλευκίνες, η ιντερφερόνη α, παράγοντας νέκρωσης όγκων (TNF)), συντελούν στην ρύθμιση ανοσιακών, αποτοξινωτικών και αιμοποιητικών διεργασιών. Ορισμένες ουσίες, που παράγονται σε κυτταρικό επίπεδο εξουδετερώνουν άχρηστες ουσίες του μεταβολισμού και τοξίνες.
Οι περισσότεροι ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης έχουν μια οξεία λοιμώδη εκδήλωση με γριπώδη συμπτώματα ή συμπτώματα από το αναπνευστικό σύστημα ή λοιμώδη γαστρεντερικά συμπτώματα που προηγείται της έναρξης του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης.
Ένα ευρύ φάσμα λοιμογόνων παραγόντων έχει περιγραφεί. Λοιμώξεις που έχουν εντοπιστεί από ανεξάρτητους ερευνητές στις περιπτώσεις αυτές είναι (παρατίθενται ενδεικτικά):
• Η ηπατίτιδα
• Η λοιμώδης μονοπυρήνωση
• Η λοίμωξη από Giardia lamblia
• Η φυματίωση
• Η προσβολή από έρπητα
• Η προσβολή από χλαμύδια
• Η προσβολή από κυτταρομεγαλοϊό
• Η προσβολή από παρβοϊό
• Η λοίμωξη από Coxiella burnetti
Στα άτομα με χρόνια κόπωση μετά την λοίμωξη που προηγείται του συνδρόμου, μία χρονίζουσα δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος πυροδοτείται πιθανά από τον ίδιο τον λοιμογόνο παράγοντα. Μελέτες αναδεικνύουν μειωμένη λειτουργία των natural killers λευκών αιμοσφαιρίων, δυσλειτουργία ουδετεροφίλων, διαταραχές σε φλεγμονώδεις κυτοκίνες, δυσλειτουργία της οδού της αντιικής L ριβονουκλεάσης (RNase L). Οι διαταραχές επιμένουν μετά την αποδρομή της λοίμωξης ακόμη και σε άτομα που δεν μεταπίπτουν σε κατάσταση χρόνιας φορείας. Ως αποτέλεσμα το σώμα εμφανίζει μειωμένη αντίσταση σε εξωγενείς βλαπτικούς παράγοντες με τους οποίους έρχεται σε επαφή κατά την καθημερινότητα.