4 στα 10 παιδιά στην Ελλάδα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Νεότερα δεδομένα από τον Δρ. Πωλ Φαρατζιάν

images_0aaaaaaa1aabelaada.jpg

40% των παιδιών είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα

Με βάση ελληνικά δεδομένα πλέον, και συγκεκριμένα από τα αποτελέσματα της μελέτης GRECO του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών με εναν εκ των βασικών ερευνητών τον Δρ. Πωλ Φαρατζιάν, φαίνεται ότι 4 στα 10 παιδιά ηλικίας 9 με 13 ετών είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Μάλιστα, από το 1997 μέχρι το 2007 φαίνεται να υπάρχει μία σταθερή αύξηση στα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών στην Ελλάδα. Εντυπωσιακό είναι ότι το 40% περίπου των παιδιών που έχουν πρόβλημα βάρους δεν αντιμετωπίζονται καθώς οι γονείς δεν αντιλαμβάνονται το βάρος του παιδιού τους ως υπέρβαρο ή μη υγιές. Μάλιστα, φαίνεται ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα εμφάνισης παχυσαρκίας είναι οι ίδιοι οι γονείς αλλά και οι γιαγιάδες. Αυτό οφείλεται από τη μία στο ότι οι γονείς υποεκτιμούν την κατάσταση και υπερσιτίζουν τα παιδιά τους και από την άλλη στο ότι τα παιδιά έχουν τελικά μεγαλύτερη όρεξη και διάθεση να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα βάρους σε σχέση με τους γονείς.

Ποια είναι η αιτιολογία του υπέρβαρου και της παχυσαρκίας με βάση τα ελληνικά δεδομένα;

Όπως είπε και ο εν λόγω ομιλητής, το σωματικό βάρος τόσο των μικρών όσο και των μεγάλων εξαρτάται από το ενεργειακό ισοζύγιο. Δηλαδή, από το πόσες θερμίδες προσλαμβάνουμε σε σχέση με αυτές που δαπανάμε. Όταν οι θερμίδες που παίρνουμε από τη διατροφή μας είναι περισσότερες από αυτές που δαπανά ο οργανισμός για να επιτελέσει τις βασικές του λειτουργίες τότε έχουμε θετικό ισοζύγιο ενέργειας οπότε το βάρος μας αυξάνεται. Αντίθετα, όταν προσλαμβάνουμε λιγότερες θερμίδες από αυτές που χρειάζεται ο οργανισμός τότε φτάνουμε σε αρνητικό ισοζύγιο ενέργειας και το βάρος μας μειώνεται. Έτσι, τα ποσοστά παχυσαρκίας αυξάνονται για δύο κυρίως λόγους. Από τη μία μεριά παιδιά και γονείς ακολουθούν λάθος ή μη ισορροπημένη διατροφική συμπεριφορά και από την άλλη δαπανούν λιγότερη ενέργεια, καθώς όπως φαίνεται τα ελληνόπουλα έχουν τα πρωτεία στα ποσοστά καθιστικής ζωής στην Ευρώπη και τα χαμηλότερα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας.

Ποιες είναι οι επιπτώσεις της παιδικής παχυσαρκίας στην υγεία;

Όπως τόνισε και ο Δρ. Πωλ Φαρατζιάν στην ομιλία του, δεν υπάρχει σύστημα ή όργανο στον ανθρώπινο οργανισμό που να μην επηρεάζεται αρνητικά από την παχυσαρκία. Μάλιστα, όπως φάνηκε και από μία μετα-ανάλυση, τα παιδιά που είναι υπέρβαρα κατά την παιδική ηλικία και παραμένουν υπέρβαροι και ως ενήλικες έχουν 5,4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, 2,7 φορές για υπέρταση, 1,8 για αυξημένη κακή χοληστερόλη (LDL), 2,1 για μειωμένη καλή χοληστερόλη (HDL) και 3 για αυξημένα τριγλυκερίδια σε σχέση με τα νορμοβαρή παιδιά που διατηρούν φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος και στην ενήλικο ζωή.

Πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται η παιδική και εφηβική παχυσαρκία;

Η διαιτητική θεραπεία των παχύσαρκων παιδιών θα πρέπει να χωρίζεται σε 3 θεραπευτικά στάδια.

Στο 1ο Στάδιο η θεραπεία θα πρέπει να εστιάζει στην αλλαγή της διατροφικής συμπεριφοράς του παιδιού θέτοντας συγκεκριμένους στόχους όπως την αύξηση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών σε 5 μερίδες ανά ημέρα, την καθημερινή κατανάλωση πρωινού γεύματος, την αύξηση της συχνότητας των οικογενειακών γευμάτων, την εκπαίδευση στην έννοια της ‘κατάλληλης’ μερίδας και φυσικά στην αύξηση της σωματικής δραστηριότητας με παράλληλη μείωση των καθιστικών δραστηριοτήτων (περισσότερο από 60 λεπτά μέτρια προς έντονη άσκηση ανά ημέρα και λιγότερο από 2 ώρες την ημέρα καθιστικές δραστηριότητες, όπως τηλεθέαση ή ενασχόληση με υπολογιστή).

Στο 2ο Στάδιο γίνεται πιο επεμβατική προσέγγιση, τίθενται επιπρόσθετοι στόχοι και γίνεται μία πιο δομημένη διαχείριση του βάρους του παιδιού. Πιο συγκεκριμένα, δίνεται δομημένο διαιτολόγιο, καθορίζονται πιο αυστηρά ο αριθμός και η συχνότητα των γευμάτων, ενώ παράλληλα συστήνεται καταγραφή και παρακολούθηση των συνηθειών της σωματικής δραστηριότητας και των διατροφικών επιλογών μέσω ημερολογίων καταγραφής, για μια πιο εντατικοποιημένη παρακολούθηση του παιδιού.

Τέλος, στο 3ο Στάδιο η παρέμβαση γίνεται εντονότερη. Στο σημείο αυτό, επιδιώκεται έντονη τροποποίηση της διατροφικής συμπεριφοράς και του τρόπου ζωής, συνετή εφαρμογή του διαιτολογίου και πιο συστηματική αξιολόγηση του σωματικού βάρους.

Συνοψίζοντας…

Αυτό που είναι σημαντικό να καταλάβουν τόσο οι γονείς όσο και όλα τα άτομα που εμπλέκονται με την αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας είναι η αναγκαιότητα και η σημασία της εφαρμογής τεχνικών αλλαγής της διατροφικής συμπεριφοράς τόσο του παιδιού όσο και των γονιών. Τα παιδιά θα πρέπει να ενθαρρύνονται να ακολουθούν μία υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή που να χαρακτηρίζεται από το μέτρο και την ποικιλία, χωρίς την απαγόρευση κανενός τροφίμου. Επιπλέον, θα πρέπει να δίνονται αφορμές και ευκαιρίες ώστε να μειωθούν σταδιακά οι καθιστικές ασχολίες και να αυξηθούν τα επίπεδα της σωματικής δραστηριότητας. Πολύ σημαντικός, ωστόσο, σε όλο αυτό είναι ο ρόλος της οικογένειας. Οι γονείς αποτελούν πρότυπο για τα παιδιά οπότε θα είναι πιο εύκολο για αυτά αν οι ίδιοι οι γονείς αλλάξουν και βελτιώσουν τη διατροφική τους συμπεριφορά. Έτσι, θα πρέπει να φροντίζουν να έχουν συχνά οικογενειακά γεύματα, να οργανώνουν σωστά τις αγορές τους στο super market, να μαγειρεύουν μαζί με τα παιδιά, καθώς και να βρίσκουν ευκαιρίες για να ασκηθεί όλη η οικογένεια μαζί, με στόχο αυτό σταδιακά να γίνει τρόπος ζωής. Τέλος, δε θα πρέπει να διστάζουν να ζητάνε τη βοήθεια και τη γνώμη των ειδικών, όπως ενός πτυχιούχου διαιτολόγου ο οποίος θα μπορέσει να αξιολογήσει την κατάσταση του παιδιού και της οικογένειας και να προβεί στην κατάλληλη διαιτητική θεραπεία.

Πηγή : http://www.nutrimed.gr