Γνωρίζοντας το θερμιδικό περιεχόμενο και τη λιποπεριεκτικότητα των τροφίμων σε χώρους εστίασης και σε μεγάλα εστιατόρια μπορούμε να οδηγηθούμε σε πιο υγιεινές επιλογές, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Appetite.
«Σε ένα περιβάλλον που το εξωτερικό ερέθισμα επηρεάζει όσο ποτέ την πρόσληψη τροφής, ο καταναλωτής χρειάζεται όλη τη βοήθεια που μπορεί να έχει προκειμένου να αντισταθεί στους πειρασμούς που χρησιμοποιεί η βιομηχανία τροφίμων για να αυξήσει τη κατανάλωση» δηλώνει ο David Levitsky, καθηγητής της επιστήμης της διατροφής στο Πανεπιστήμιο Cornell των ΗΠΑ.
Στη μελέτη, ο Levitsky και η ομάδα του, εξέτασαν την επίδραση των ετικετών στην κατανάλωση τροφίμων στην πανεπιστημιακή λέσχη του Πανεπιστημίου Cornell. Τα ευρήματα ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακά καθώς βρέθηκε πως η αναγραφή της διαθρεπτικής αξίας στην ετικέτα ενός τροφίμου οδήγησε σε 7% μείωση των συνολικών θερμίδων.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής, οι μαθητές αγόρασαν τρόφιμα με λιγότερη περιεκτικότητα σε λίπος μειώνοντας τις πωλήσεις αυτών κατά 7% ενώ παράλληλα οι αγορές των χαμηλών σε θερμίδες τροφίμων αυξήθηκαν.
Τα ευρήματα αυτά κάνουν προφανές ότι η επιδημία της παχυσαρκίας είναι το αποτέλεσμα των σταδιακών αυξήσεων στην καθημερινή κατανάλωση θερμίδων. Αν λοιπόν πιάνετε τον εαυτό σας να υποκύπτει στο πειρασμό των γλυκών και των ανθυγιεινών τροφίμων, η επιλογή ενός εστιατορίου που αποκαλύπτει τις διατροφικές πληροφορίες σχετικά με το μενού, θα ήταν μια καλή και ιδιαίτερα χρήσιμη ιδέα. Πέρυσι μάλιστα o Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων έκρινε ότι οι αλυσίδες εστιατορίων θα πρέπει να αποκαλύπτουν το θρεπτικό περιεχόμενο των προτεινόμενων γευμάτων και σνακ.
Μέχρι σήμερα λίγες μελέτες έχουν ασχοληθεί με το κατά πόσο η σήμανση των τροφίμων και ως εκ τούτου η πρόσβαση των καταναλωτών στις διατροφικές πληροφορίες, έχει πραγματικά αποτελέσματα όσον αφορά στις διατροφικές τους επιλογές, γεγονός που καθιστά τα ευρήματα της εν λόγω μελέτης ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για την ενίσχυση αυτής της πολιτικής.
Πηγή : http://www.nutrimed.gr