Η ώρα είναι δύο το μεσημέρι όταν μπαίνω για μερικά γρήγορα ψώνια στο μινι μαρκετ της γειτονιάς μου. Αφού παίρνω τα πράγματα που ήθελα συνομιλώ με την καταστηματάρχη για λίγο. Με την άκρη του ματιού της κοιτά επίμονα πίσω μου και γυρίζω να δω τι κοιτάει.
Ταυτόχρονα την ακούω να λέει «Μαρία τέλειωνε γιατί δεν θα πας στο κολυμβητήριο» .Γυρίζω και βλέπω το κοριτσάκι της. Μαθητριούλα της Β Δημοτικού καθισμένη στο γραφείο της μαμάς να προσπαθεί να κάνει τα μαθήματά της. Η μαμά προφανώς είχε δει πως χαζεύει και σπεύδει να την απειλήσει. Χωρίς άλλο πρόλογο της λέω «Της αρέσει πολύ της Μαρίας το κολυμβητήριο ε;» Ναι μου λέει πού το ξέρετε; «Μα εσείς μόλις το είπατε» της απαντώ «Το είπα; Πότε το είπα» «Το είπατε και πολύ ξεκάθαρα κιόλας» «Το είπατε απειλώντας και εκβιάζοντας τη Μαρία να κάνει κάτι που δεν θέλει γιατί αλλιώς θα της στερήσετε κάτι που θέλει» Με κοίταξε έκπληκτη και μόνον επειδή με εκτιμά δεν με έβρισε παρά εξακολουθώντας να με κοιτά χωρίς να καταλαβαίνει με λέει. «Μα δεν την εκβιάζω χρησιμοποιώ το Κολυμβητήριο για επιβράβευση»
Πόσο λανθασμένα τα έχουμε βάλει μέσα στο κεφάλι μας! Πέρασε τουλάχιστον μισή ώρα μαζί της για να την κάνω να καταλάβει πως αυτό που κάνει δεν είναι επιβράβευση. Λειτουργεί αρνητικά μέσα στο παιδί, δεν είναι εφαλτήριο για προσπάθεια παρά μόνο για θυμό και ανταγωνισμό. Δεν είναι εργαλείο εκπαίδευσης αλλά τούτη η μέθοδος μας πάει πίσω σε αναχρονιστικές συνθήκες όπου ο ανώτερος έχει το δικαίωμα να λειτουργεί σαν ο παντογνώστης που αποφασίζει πότε κάποιος είναι καλός και τον αμείβει και πότε είναι κακός και τον τιμωρεί.
Πόσες γενιές μεγάλωσαν με τη μέθοδο αυτή! Όλες δυστυχώς! Και συνεχίζουμε εν έτη 2015 να εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας με τη μέθοδο του καρώτου. Στο παράδειγμά μας το καρώτο είναι το κολυμβητήριο. Η καημένη η Μαρία μόλις άρχισαν τα Σχολεία έχει το Κολυμβητήριο να της θυμίζει λίγη απ’ την ανεμελιά του καλοκαιριού και τη χαρά του παιχνιδιού και της ελευθερίας (αν και δεν είναι και ακριβώς έτσι μιας και στα περισσότερα κολυμβητήρια προσπαθούν για επιδόσεις λες και προπονούν Ολυμπιονίκες) και η μάνα αντί να αναζητά λόγους να συνοδεύσει το παιδί της στη χαρά, στο παιχνίδι, στην ανεμελιά, στην ελευθερία, χρησιμοποιεί την καλύτερη στιγμή της μέρας για καρώτο. Αν τρέξεις θα το πιάσεις. Αν όχι ούψ την πάτησες. Εσύ φταις ας πρόσεχες. Τι γίνεται μέσα στη ψυχή αυτού του 7χρονου παιδιού; Γιατί να αγαπήσει το Σχολείο; Γιατί να αγαπήσει τη μάθηση; Γιατί να μην είναι θυμωμένο που τα διαβάσματα θα γίνουν αιτία να μην απολαύσει αυτή την μόνη ώρα της χαράς που του έμεινε να του θυμίζει πως είναι παιδί;
Και ας γυρίσουμε πίσω στα λεγόμενα της μαμάς «Μα δεν την εκβιάζω χρησιμοποιώ το κολυμβητήριο σαν επιβράβευση» ! Και ποιος είπε αγαπητή μου μαμά και μαμάδες όλου του ελληνικού τρελοκομείου ότι το παιδί σας είναι σκυλάκι ή μαϊμουδάκι που θα καταφέρετε να το κάνετε να λειτουργήσει έτσι ώστε να πάρει το μπισκοτάκι ή τη καραμέλα; Ποιος σας είπε πως το παιδί, ναι το 7χρονο παιδί δεν αντιλαμβάνεται μέσα βαθιά στην ύπαρξή του πως η συμπεριφορά αυτή είναι ανταγωνιστική και το μόνο που θα καταφέρει είναι να φέρει στην επιφάνεια τη ματαίωση και τη μειονεξία; Πότε αυτά θα γίνουν αυτονόητα όχι για τους ειδικούς αλλά για την πλειονότητα των γονιών και των εκπαιδευτικών; Μόνον όταν τα πληροφορηθούμε, τα αντιληφθούμε, τα κατανοήσουμε και θελήσουμε να κάνουμε την αλλαγή.
Η κουβέντα βέβαια συνεχίστηκε και οι απορίες της μαμάς ήταν μεγάλες. Και «πώς θα την κάνω να διαβάσει;» Σε κάθε λέξη άλλη σύναψη μέσα στον εγκέφαλό μου δημιουργούσε την ανάγκη για επέμβαση και πληροφόρηση. Να την «κάνω» να διαβάσει; Ποιος είπε στον Έλληνα γονιό πως είναι υποχρέωσή του το διάβασμα του παιδιού του και μάλιστα πως πρέπει «να το κάνει» να θέλει. Εκείνο το ωραίο λογοπαίγνιο που λέει «Θέλω να θες αλλά να θες που θες» στο μεγαλείο του. Είναι πολλές οι φορές που το λέω περιμένοντας τον άλλον να γελάσει με εκείνο το γέλιο της αναγνώρισης πως ωχ τον τσάκωσαν να κάνει κάτι που δεν βοηθά και εκείνος με κοιτά με μάτια αγελαδινά πιστεύοντας πως απλά είπα αυτό που χρειαζόταν να ειπωθεί γιατί «ναι» έτσι είναι αυτό είναι το σωστό «Να θέλει που θέλει».
Ούτε λόγος βέβαια για επιλογές, για συνέπειες, για σεβασμό στο χρόνο του άλλου, για αποδοχή και κατανόηση πως είναι φυσικό να μην αρέσει στο 7χρονο 4 μέρες μετά την ανεμελιά να πρέπει να θέλει να γράφει ανούσιες αντιγραφές και ανόητες φωτοτυπίες. Πότε θα μάθει άραγε και το εκπαιδευτικό μας σύστημα πως η δουλειά στο σπίτι στο 7χρονο είναι μόνο απειλή ή τιμωρία ή καταναγκαστικά έργα και δεν είναι καθόλου ευχάριστη ενασχόληση ας είμαστε σίγουρη φυσικά πως παρασάγκας απέχει απ’ την πραγματική μάθηση.
Και αν θέλαμε θα συνεχίζαμε τον διάλογο αυτόν καταμεσήμερο ημέρα Πέμπτη 4 μέρες μετά που άνοιξαν τα Σχολεία. Και που να σφίξουν οι υποχρεώσεις; Και πού να αρχίσουν και τα Αγγλικά και τα Μπαλέτα και τα Σκάκια και ποιος ξέρει τι άλλο. Ευτυχώς που ήρθε και η κρίση και δεν έχουμε λεφτά να δώσουμε κι άλλες ευκαιρίες στα παιδιά. Να φορτώσουμε κι άλλο το πρόγραμμά τους και να τα σταματήσουμε από κάθε δράση παιχνιδιού και μετά να πούμε και εκείνο το παροιμιώδες. «Το νου σου στο παιχνίδι εσύ….» Λες και είναι λάθος. Λες και είναι κακό το παιδί να είναι παιδί. Αχ πόσα ακόμη έχουμε να πούμε και να μάθουμε για να τολμήσουμε να κάνουμε τα μεγάλα λάθη μικρότερα. Αχ πόσα ακόμη θα συμβούν για να καταλάβουμε πως ναι χρησιμοποιούμαι απίστευτη βία στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών μας και μετά ανησυχούμε για τη βία στα Σχολεία και κάνουμε συνέδρια και μελέτες για το πού οφείλεται η ανάπτυξη της βίας. Στο ότι αναπτύσσεται μέσα μας και γύρω μας δεν το βλέπουμε, το παίρνουμε χαμπάρι όταν την δούμε να κορυφώνεται από μεμονωμένα ακραία γεγονότα, χωρίς να συνειδητοποιούμε πως συντελούμε με αυτούς τους μικρούς και άσημους κατά τη γνώμη μας εκβιασμούς. Έχουμε δρόμο ως κοινωνία. Έχουμε δρόμο ως είδος. Αλλά θα τα καταφέρουμε γιατί θέλουμε, γιατί μπορούμε και γιατί μαθαίνουμε γρήγορα. Και έτσι να γίνει!
Πηγή : http://www.nutrimed.gr