Τα ηλικιωμένα άτομα συνιστούν μία ομάδα του πληθυσμού με μεγάλη διαφορετικότητα στο εσωτερικό της στις δεξιότητες και στο επίπεδο λειτουργικότητας. Προβλήματα υγείας (π.χ. μάσησης, κατάποσης, μειωμένη αισθητηριακή αντήληψη, άνοια), πρακτικές δυσκολίες στην αγορά τροφίμων και το μαγείρεμα, κοινωνικά ζητήματα (όπως η μοναξιά, οι οικονομικές δυσκολίες) και συναισθηματικοί προβληματισμοί (όπως η κατάθλιψη), επηρεάζουν την όρεξη ή τη δυνατότητα του ατόμου να προμηθεύεται, να προετοιμάζει και να καταναλώνει ένα επαρκές διαιτολόγιο.
Τα προβλήματα αυτά οδηγούν σε δυσάρεστες εκπλήξεις σε ότι αφορά την επιδημιολογία του υποσιτισμού σε άτομα τρίτης ηλικίας. Όταν σε μία μελέτη χρησιμοποιήθηκε το ευρέως αποδεχτό ερωτηματολόγιο Mini Nutritional Assessment για την εκτίμηση της παρουσίας πρωτεινοθερμιδικού υποσιτισμού στο γενικό πληθυσμό των ηλικιωμένων που ζούν στην κοινότητα, φάνηκε ότι 1 στους 3 ηλικιωμένους βρίσκεται σε κίνδυνο υποσιτισμού. Όταν μάλιστα πρόκειται για ασθενή ηλικιωμένα άτομα σε νοσοκομεία ή ηλικιωμένα άτομα που διαμένουν σε ιδρύματα μακροχρόνια, τότε τα ποσοστά είναι ακόμα πιο αυξημένα.
Τα άτομα τρίτης ηλικίας έχουν αυξημένες διατροφικές ανάγκες. Η απαρχαιωμένη πεποίθηση ότι οι ηλικιωμένοι χρειάζονται μόνο το τρίπτυχο τσάι-σούπα-γιαούρτι φαίνεται όχι μόνο παλιομοδίτικη αλλά και επικίνδυνη αφού αποπροσανατολίζει τους ηλικιωμένους και τους οικείους τους από την πραγματικότητα, δηλαδή από το ότι ο οργανισμός των ηλικιωμένων ατόμων δεν έχει μεν ιδιαίτερες ανάγκες σε ενέργεια όμως έχει αυξημένες ανάγκες σε πρωτείνη, σε βιταμίνες και μέταλλα σε σχέση με νεαρά άτομα.
Οι διατροφικές οδηγίες στους ηλικιωμένους συστήνουν πρόσληψη 1,2-1,3γρ πρωτείνης ανά κιλό σωματικού βάρους ενώ σε νεαρότερα άτομα οι ανάγκες αυτές περιορίζονται σε 1γρ/κιλό σωματικού βάρους. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι τα άτομα τρίτης ηλικίας χρειάζονται καθημερινά στο διαιτολόγιο τους υψηλής βιολογικής αξίας πρωτείνη όπως το κρέας, το κοτόπουλο, το ψάρι, το αυγό και τα γαλακτοκομικά.
Οι διατροφικές ανάγκες των ηλικιωμένων συχνά δεν καλύπτονται μόνο με τη διατροφική συμβουλευτική. Η χρήση πόσιμων συμπληρωμάτων διατροφής πλέον συστήνεται ως θεραπεία επιλογής για την αντιμετώπιση του προβλήματος της δυσθρεψίας στα άτομα τρίτης ηλικίας. Τα πόσιμα συμπληρώματα διατροφής έχουν πλέον μεγάλη ποικιλία στη γεύση και στις υφές και συμβάλουν σημαντικά στην αναστροφή της κακής κατάστασης θρέψης των ηλικιωμένων.
Σε ότι αφορά τη πλειοψηφία των βιταμινών και των μετάλλων οι ανάγκες των ηλικιωμένων είναι όσες και των νεαρών ατόμων, όμως σε ασβέστιο και βιταμινη D οι ανάγκες είναι σαφώς πιο αυξημένες. Συγκεκριμένα, η πρόσληψη ασβεστίου πρέπει να είναι περί τα 1200mg/ημέρα, ενώ βιταμίνης D περί τα 800IU/ημέρα. Οι ανάγκες σε ασβέστιο μπορούν να καλυφθούν με πρόσληψη 3 γαλακτοκομικών/ ημέρα όπου 1 γαλακτοκομικό αντιστοιχεί σε 1 ποτήρι γάλα ή 1 κεσεδάκι γιαούρτι ή 30γρ κίτρινο τυρί. Οι ανάγκες σε βιταμίνη D δυστυχώς δύσκολα καλύπτονται στους ηλικιωμένους. Βιταμίνη D λαμβάνουμε με την έκθεσή μας στον ήλιο αλλά και με την κατανάλωση υγιεινών λιπαρών τροφών όπως είναι τα λιπαρά ψάρια. Όμως σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα, η κάλυψη των αναγκών σε βιταμίνη D μέσω της τροφής είναι συνήθως μη εφικτή, ενώ η παραγωγή της βιταμίνης μέσω έκθεσης στον ήλιο είναι αρκετά μειωμένη. Έτσι, για την κάλυψη των αναγκών των ατόμων τρίτης ηλικίας κρίνεται πλέον υποχρεωτική η χρήση συμπληρώματος διατροφής βιταμίνης D.
Συμπερασματικά οι διατροφικές ανάγκες των ατόμων τρίτης ηλικίας είναι αυξημένες. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της κακής θρέψης και η καθοδήγηση του ηλικιωμένου στην επαρκή λήψη τροφής μέσω της συμβουλευτικής και της λήψης πόσιμων συμπληρωμάτων πρωτείνης και ενέργειας, καθώς και η εξασφάλιση της κάλυψης των αναγκών σε ασβέστιο και βιταμίνη D συνεισφέρουν στη βελτίωση της λειτουργικότητας, της κινητικότητας, της ανεξαρτησίας και της ποιότητας ζωής των ηλικιωμένων.
Πηγή : http://www.nutrimed.gr