Πώς να ταΐσετε τα γονίδιά σας!

images_0aaaaabdna.jpg

Έχετε αναρωτηθεί ποτέ πως αντιδρούν τα γονίδιά μας στο φαγητό που καταναλώνουμε; Και πώς αυτή η αντίδραση «μεταφράζεται» περεταίρω σε επίπεδο υγείας; Μια πιθανή απάντηση έρχεται να δώσει μια έρευνα που πραγματοποίησαν βιολόγοι από το Πανεπιστήμιο Επιστημών και Τεχνολογίας της Νορβηγίας, στην οποία φάνηκε πως η αναλογία των μακροθρεπτικών συστατικών στη διατροφή μας, δηλαδή υδατανθράκων, πρωτεΐνης και λίπους, αποτελεί το σημείο-κλειδί για τη διατήρηση της υγείας μας.

Σύμφωνα λοιπόν με τη συγκεκριμένη μελέτη, εάν μπορούσαμε να ρωτήσουμε τα γονίδιά μας ποια διατροφική σύσταση είναι η βέλτιστη για τον οργανισμό μας, η απάντηση που θα λαμβάναμε θα ήταν απλούστατη: 1/3 πρωτεΐνη, 1/3 υδατάνθρακες και 1/3 λίπος, καθώς η συγκεκριμένη αναλογία φαίνεται πως αντικατοπτρίζει την ιδανική «συνταγή» για τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης ορισμένων από τα πιο επικίνδυνα χρόνια νοσήματα. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συγκεκριμένο συμπέρασμα, τεστάροντας διαφορετικά είδη δίαιτας σε ελαφρώς υπέρβαρα άτομα και εξετάζοντας πως αντιδρούσαν τα γονίδιά τους στις δίαιτες αυτές.

Στη μελέτη αυτή παρατηρήθηκε, επίσης, ότι μία δίαιτα που αποτελείται κατά 65% από υδατάνθρακες, όπως η αναλογία που καταναλώνει ένας μέσος Νορβηγός σε ορισμένα γεύματα, αναγκάζει ορισμένα γονίδια να δουλεύουν «υπερωρίες»! Αυτή η διαδικασία οδηγεί με τη σειρά της στην εμφάνιση φλεγμονών στο σώμα και παράλληλα σχετίζεται με την ανάπτυξη επικίνδυνων παθήσεων, όπως είναι τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ορισμένες μορφές καρκίνου, άνοια και διαβήτης τύπου 2. Αντιθέτως, η συγκεκριμένη αναλογία μακροθρεπτικών συστατικών που αναφέραμε (1/3 υδατάνθρακες, 1/3 πρωτεΐνη και 1/3 λίπος) οδήγησε σε μείωση της δραστηριότητας ορισμένων γονιδίων, όπως εκείνων που σχετίζονται με την εκδήλωση καρδιαγγειακών ασθενειών. Παρότι οι μηχανισμοί δεν είναι ακόμη πλήρως γνωστοί, οι υπεύθυνοι της έρευνας υποστηρίζουν πως, όταν καταναλώνουμε πολλούς υδατάνθρακες πυροδοτείται η φυσική άμυνα του οργανισμού μας και το ανοσοποιητικό μας σύστημα αντιδρά σαν να δεχόμασταν επίθεση από κάποιο βακτήριο. Επιπλέον, η υψηλή πρόσληψη υδατανθράκων φαίνεται πως δημιουργεί προβλήματα στη ρύθμιση της ινσουλίνης, η οποία υπερεκκρίνεται ως απάντηση στα υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα όταν υπερκαταναλώνουμε υδατάνθρακες. Στα πλαίσια αυτά, οι ερευνητές αναφέρουν ότι η εφαρμογή διαιτών χαμηλών ή υψηλών υδατανθράκων αποτελεί μια καθ’ όλα λανθασμένη τακτική, καθώς φαίνεται πως μία ισορροπημένη δίαιτα δε θα πρέπει να παρέχει ανά γεύμα πάνω από το 1/3 της ενέργειας από υδατάνθρακες, αλλιώς προκαλείται υπερλειτουργία των γονιδίων που προαναφέραμε και εμφανίζεται η επακόλουθη φλεγμονή. Και φυσικά δεν πρόκειται για μια κοινή φλεγμονή που εκδηλώνεται για παράδειγμα με πόνο, αλλά καθιστά μια χρόνια κατάσταση που μπορεί να περιλαμβάνει κατακράτηση υγρών, πνευματική κόπωση και αυξημένη θερμοκρασία σώματος, την οποία οι επιστήμονες ονομάζουν «μεταβολική φλεγμονή».

Πώς όμως αυτό μεταφράζεται στην πράξη; Πώς μπορούμε να υπολογίζουμε με ακρίβεια την αναλογία υδατανθράκων-πρωτεΐνης-λίπους στα γεύματά μας; Φυσικά και χρειάζεται εξάσκηση! Οι υδατάνθρακες αποτελούν τη βασική πηγή ενέργειας για τον ανθρώπινο οργανισμό, συνεπώς δε θα πρέπει επ’ ουδενί να τους αποκλείσουμε από το διαιτολόγιό μας, απλώς θα πρέπει να αποφύγουμε την υπερκατανάλωσή τους και να τους μοιράσουμε όσο πιο «ισότιμα» μπορούμε στα 5 γεύματα της ημέρας. Μπορούμε για παράδειγμα περιορίσουμε την υπερκατανάλωση αμυλούχων λαχανικών (πχ πατάτα) και να τα αντικαταστήσουμε με μη αμυλούχα, να μη συνοδεύουμε το κύριό μας γεύμα με ψωμί εφ΄ όσον το πιάτο μας περιέχει και κάποια άλλη πηγή υδατανθράκων (πχ, πατάτες, μακαρόνια ή ρύζι) και να προσπαθήσουμε να εντάσσουμε σε κάθε μας γεύμα και κάποια ποσότητα πρωτεΐνης και «ωφέλιμου» λίπους, ακόμη και στο πρωινό. Για παράδειγμα, στο πρωινό μας, αντί για σκέτο ψωμί με μέλι, μπορούμε να εντάξουμε κι ένα ποτήρι γάλα καθώς και λίγη μαλακή μαργαρίνη. Ακόμη και στα σνακ μας, εάν για παράδειγμα δε μας χορταίνει το ένα φρούτο, αντί για να φάμε τρία σε ένα μόνο μικρογεύμα, μπορούμε να φάμε ένα φρούτο και ένα γιαούρτι χαμηλών λιπαρών ή λίγους ανάλατους ξηρούς καρπούς.

Είναι σαφές ότι τα συγκεκριμένα αποτελέσματα ανατρέπουν αυτά που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα για τη διατροφή, καθώς τα κλασσικά διατροφικά μοντέλα δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στους υδατάνθρακες (συνήθως παρέχουν το 50% ή και παραπάνω των συνολικών θερμίδων της ημέρας) ενώ η πρωτεΐνη και το λίπος έχουν λιγότερο πρωταγωνιστικό ρόλο. Φυσικά είναι πολύ νωρίς για να βγάλουμε σαφή συμπεράσματα, καθώς θα πρέπει να πραγματοποιηθούν κι άλλες μελέτες για να επιβεβαιωθούν τα συγκεκριμένα ευρήματα.

Μέχρι νεωτέρας λοιπόν, φροντίστε να εφαρμόζετε έναν υγιεινό, μεσογειακό τρόπο διατροφής και μην ξεχνάτε ότι η χρυσή τομή κρύβεται στην παλιά, καλή, δοκιμασμένη συνταγή με αναλογία 1/3 ποικιλία, 1/3 ισορροπία και 1/3 μέτρο!

Πηγή : http://www.nutrimed.gr