Το ελαιόλαδο αναγνωρίζεται από όλους, επιστήμονες υγείας και καταναλωτές, ως ένα από τα πιο υγιεινά έλαια στη διατροφή μας. Και όχι άδικα. Aυτή η αντίληψη έχει επιβεβαιωθεί, άλλωστε, από πολυάριθμες μελέτες που έχουν συνδέσει τη Μεσογειακή Διατροφή, αλλά και το ελαιόλαδο ειδικότερα, με την πρόληψη διαφόρων χρόνιων νοσημάτων κι έχουν αναδείξει τη σπουδαία συμβολή της κατανάλωσής του στη διατήρηση και ενίσχυση της υγείας μας.
Η μαγεία του βρίσκεται στα συστατικά του
Το ελαιόλαδο περιέχει μονοακόρεστα λιπαρά, σε ποσοστό 73%, κυρίως ελαϊκό οξύ, πολυακόρεστα λιπαρά 10% και καθόλου χοληστερόλη, ενώ παράλληλα, περιέχει και μικρά ποσά φυτοστερολών, ουσίες που είναι γνωστές για τη συμβολή τους στη μείωση των επιπέδων χοληστερόλης στο αίμα. Πέρα από αυτά, όμως, το ελαιόλαδο ξεχωρίζει για την περιεκτικότητά του σε αντιοξειδωτικά και βιταμίνη Ε.
Ας τα πάρουμε, όμως, με τη σειρά:
Τα λιπαρά
Τα μονοακόρεστα λιπαρά στη διατροφή έχουν συνδεθεί με τη διατήρηση της υγείας του καρδιαγγειακού συστήματος. Μελέτες έχουν δείξει ότι όταν τα κορεσμένα λιπαρά της διατροφής αντικατασταθούν από πολυακόρεστα ή/και μονοακόρεστα (τα λεγόμενα «καλά» λιπαρά), τότε φαίνεται να βελτιώνεται το λιπιδαιμικό προφίλ. Αυτός είναι και ο λόγος που διεθνείς οργανισμοί, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, καθώς και η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία, συστήνουν την αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών (ζωικά λιπαρά) από μονοακόρεστα (ελαιόλαδο) και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (μαλακές μαργαρίνες, ξηροί καρποί, ψάρια). Ωστόσο, επειδή ακριβώς τα λιπαρά είναι πλούσια σε θερμίδες, είναι σημαντικό να δίνουμε έμφαση στην ποσότητα ελαιολάδου που καταναλώνουμε. Θυμηθείτε, 1 κουταλιά της σούπας ελαιόλαδο παρέχει 135 θερμίδες!
Τα αντιοξειδωτικά
Οι αντιοξειδωτικές ουσίες προστατεύουν τα κύτταρά μας από τη φθορά και το οξειδωτικό στρες και έχουν σχετιστεί με τη μείωση της συχνότητας των καρδιαγγειακών παθήσεων και άλλων χρόνιων νοσημάτων. Οι πολυφαινόλες είναι αντιοξειδωτικά που αποτελούν ένα βασικό συστατικό του ελαιολάδου, ωστόσο, τις συναντάμε και σε άλλα τρόφιμα, όπως στα κόκκινα φρούτα, στον καφέ και στο κρασί. Παράλληλα, τα φαινολικά συστατικά του ελαιολάδου προστατεύουν και την ποιότητα του λαδιού, αφού επηρεάζουν το άρωμα και τη γεύση του ελαιολάδου και ταυτόχρονα, δρουν ενάντια στην οξείδωση του ίδιου του ελαίου.
Βιταμίνη Ε
Το ελαιόλαδο αποτελεί εξαιρετική πηγή βιταμίνης Ε, της λιποδιαλυτής βιταμίνης που εμφανίζει έντονη αντιοξειδωτική δράση. Η αντιοξειδωτική δράση της βιταμίνης Ε του ελαιολάδου έχει συσχετισθεί, πέρα από την πρόληψη των καρδιαγγειακών ασθενειών, και με την πρόληψη της πρόωρης γήρανσης, καθώς φαίνεται πως η επαρκής πρόσληψή της έχει συνδεθεί με την προστασία από νευροεκφυλιστικές παθήσεις, όπως η νόσος του Alzheimer.
Το εξαιρετικό (extra) παρθένο ελαιόλαδο αποτελεί την καλύτερη ποιότητα ελαιολάδου, με άμεμπτη γεύση και οσμή, του οποίου η περιεκτικότητα σε ελεύθερα λιπαρά οξέα, εκφραζόμενη σε ελαϊκό οξύ, δεν υπερβαίνει τα 0,8 g ανά 100 g ελαιολάδου (οξύτητα: 0 – 0,8%). H πλούσια περιεκτικότητά του σε μονοακόρεστα οξέα και βιταμίνη E, το κάνει ιδιαιτέρως ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες.
Γι’ αυτό είναι σημαντικό κατά το μαγείρεμα να χρησιμοποιείτε εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο ή να αναζητάτε συσκευασμένα τρόφιμα που φέρουν το αντίστοιχο σύμβολο ποιότητας, παρέχοντας τρόφιμα υψηλής θρεπτικής αξίας.
Πηγή : http://www.nutrimed.gr