Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτηρίζει την παχυσαρκία πρόκληση του 21ου πρώτου αιώνα. Κι αναρωτιέται κανείς τι οδηγεί τόσο μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην παχυσαρκία και πως μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε;
Η πρώτη και πολυδοκιμασμένη απάντηση στη λύση της παχυσαρκίας είναι η δίαιτα και η στέρηση. Μάλιστα λέξεις όπως θερμίδες, λίπη, κρέας, γλυκά, υδατάνθρακες, ψωμί και βραδινό μπαίνουν στη ζώνη του απαγορευμένου, εφόσον θεωρούνται τα τρόφιμα, τα συστατικά και τα γεύματα που παχαίνουν. Ενίοτε μετατρέπονται σε αμαρτωλούς πειρασμούς, άλλοτε αποκτούν πνευματική υπόσταση «τι ψυχή έχει ένα σοκολατάκι» ή ακόμη μπορούν να μετατραπούν και σε αιτία εγκληματικότητας αφού μας κάνουν να τα τρώμε «στα κλεφτά».
Όταν το θέμα έρχεται στο υπερβάλλον βάρος ή με τον επιστημονικό όρο την παχυσαρκία ακόμη και σήμερα πολλοί άνθρωποι τείνουν να διατηρούν αυστηρές αντιλήψεις για τις αιτίες και τον τρόπο αντιμετώπισής του. Σχεδόν μισό αιώνα μετά την πρώτη διατύπωση πως η στέρηση «απαγορευμένων τροφίμων» είναι η λύση στην απώλεια βάρους, τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα έρχονται να ανατρέψουν τέτοιους είδους απαρχαιωμένες αντιλήψεις. Σε αντίθεση με άλλες «κακές συνήθειες» όπως το κάπνισμα ή η χρήση ουσιών, η παχυσαρκία έχει τις ρίζες της σε πολλούς παράγοντες ανάμεσά τους η κληρονομικότητα, ο τρόπος ζωής αλλά και η ψυχολογία.
Μη ισορροπημένες επιλογές και πως μεταφράζονται
Η βασική εξίσωση που οδηγεί στην αύξηση βάρους έχει να κάνει με το θετικό ισοζύγιο ενέργειας, το οποίο προκύπτει όταν οι θερμίδες που καταναλώνουμε από τα τρόφιμα (όλα τα τρόφιμα ανεξαιρέτως) είναι περισσότερες από αυτές που ξοδεύουμε για να ζήσουμε και να κινηθούμε.Δηλαδή οι θερμίδες που προσλαμβάνουμε «μετράνε» το ίδιο από όποιο τρόφιμο ή ποτό κι αν προέρχονται. Επομένως, η υπερκατανάλωση τροφίμων ανεξάρτητα από τη σύστασή τους σε συνδυασμό με την καθιστική ζωή αποτελούν δύο από τις βασικότερες αιτίες αύξησης βάρους. Πρόσφατη μελέτη του πανεπιστημίου του Harvard επιβεβαιώνει για ακόμη μια φορά πως η μείωση του βάρους δεν έχει να κάνει με το είδος των τροφίμων αλλά με τη συνολικές θερμίδες που προσλαμβάνουμε από αυτά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίοδος της νηστείας στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια της νηστείας, η ποιότητά της διατροφής μας αλλάζει προς το καλύτερο αφού τα πιο θρεπτικά τρόφιμα έρχονται στο προσκήνιο όπως όσπρια, ξηροί καρποί, ολικής άλεσης δημητριακά, θαλασσινά, ελαιόλαδο, ελιές και ταχίνι. Τις περισσότερες φορές ωστόσο, η νηστεία συνοδεύεται με αύξηση βάρους κι αυτό γιατί καταναλώνουμε τα τρόφιμα αυτά σε μεγαλύτερες ποσότητες επομένως προσλαμβάνουμε περισσότερες θερμίδες. Αντίστοιχα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που κατά τη διάρκεια μιας δίαιτας μπορεί να αντικαταστήσουμε «απαγορευμένα» τρόφιμα με φρούτα σε τέτοιες ποσότητες ώστε να μην βλέπουμε αλλαγές στη ζυγαριά μας.
Η καθιστική ζωή
Η απουσία κίνησης στην καθημερινότητά μας, όπως διαφορετικά μεταφράζεται η καθιστική ζωή, αποτελεί από μόνη της έναν ανεξάρτητο παράγοντα αύξησης βάρους. Αυτό σημαίνει πως εάν δεν αλλάξουμε τίποτα στον τρόπο που τρεφόμαστε και μειώσουμε το χρόνο που κινούμαστε στην καθημερινότητά μας, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στις περιόδους εξεταστικής ή σε αθλητές που εγκαταλείπουν την άσκηση λόγω τραυματισμού, προσλαμβάνουμε βάρος.
Τόσο ο τρόπος που τρεφόμαστε όσο και η καθημερινή δραστηριότητά μας είναι συνυφασμένα και με τη διάθεση και την ψυχολογία μας. Η ιδέα τηςστέρησης είναι ένα από τα βασικά παραδείγματα, εφόσον έρευνες δείχνουν πως ο αυτοπεριορισμός ή ακόμη και η ιδέα της στέρησης, μας οδηγεί στην υπερκατανάλωση τροφίμων.
Όπως η αιτία της παχυσαρκίας δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο σε έναν παράγοντα αλλά αντίθετα σε πολλούς περισσότερους, οι οποίοι συνδέονται και μεταξύ τους, έτσι και η λύση της δεν μπορεί να βασίζεται σε μονοδιάστατες παρεμβάσεις ή στη στέρηση. Η διατροφική γνώση, η αναγνώριση και η τροποποίηση συμπεριφορών που μας παχαίνουν καθώς και ένα περιβάλλον που διαθέτει εύκολη πρόσβαση σε ισορροπημένες επιλογές αποτελούν τα βασικά στοιχεία για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πηγή : http://www.nutrimed.gr