Γιατί αγαπάμε τα γλυκά;

images_0aaaadess.jpg

Σπάνια θα ακούσεις κάποιον να λέει ότι λατρεύει την πικρή γεύση, σε αρκετούς ίσως να αρέσει το ξινό και το αλμυρό, αλλά σχεδόν όλοι αγαπάμε τη γλυκιά γεύση! Γι’ αυτό και συχνά είναι δύσκολο να αντισταθούμε σε ένα λαχταριστό γλυκό, σε μία σοκολάτα ή ένα παγωτό και γενικά σε ότι έχει γλυκιά γεύση.

Τι μας συμβαίνει όμως και αναζητούμε το γλυκό; Πόσο φυσιολογικό είναι;

Όσο κι αν σας φαίνεται περίεργο, είναι απόλυτα φυσιολογικό! Μάλιστα η επιστήμη υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι έχουμε γενετική προδιάθεση προς τα «γλυκά» συστατικά και τα τρόφιμα που τα περιέχουν. Με άλλα λόγια η γλυκιά γεύση φαίνεται να είναι γραμμένη στα γονίδιά μας.

Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί μας ταξιδεύουν δεκάδες χιλιάδες χρόνια πίσω, όταν ο άνθρωπος αναζητούσε την τροφή του στη φύση και αναγνώριζε το γλυκό ως ένα τρόφιμο «ασφαλές προς κατανάλωση». Και αυτό επειδή συχνά, στη φύση, το όποιο δηλητήριο ή αλλοιωμένο τρόφιμο είναι συχνότερα πικρό παρά… γλυκό.

Άλλη πάλι επιστημονική θεωρία υποστηρίζει ότι από έμβρυα ακόμα συνηθίζουμε στη γλυκιά γεύση, καθώς το ίδιο το αμνιακό υγρό έχει γλυκιά γεύση. Αντίστοιχα, και το μητρικό γάλα ανήκει στις γλυκές τροφές, οπότε δεν είναι τυχαίο ότι δεν υπάρχει μωρό που να μην αντιδράσει «γλυκά» στη δοκιμή ενός γλυκού τροφίμου.

Όπως και να έχει, δεν μπορούμε να απαρνηθούμε πλήρως τη γλυκιά γεύση, όχι μόνο γιατί το DNA μας δεν μας αφήνει, αλλά και γιατί τελικά όλες μας οι ευχάριστες στιγμές είναι συνδεδεμένες με αυτή. Σκεφτείτε τα γενέθλια, τις γιορτές, το γάμο ή τη βάφτιση. Μπορείτε να φανταστείτε να γιορτάζαμε όλες τις ιδιαίτερες στιγμές μας με κάποια άλλη γεύση, για παράδειγμα με ένα ξινό φαγητό αντί για την παραδοσιακή τούρτα; Μάλλον όχι.

Τι γίνεται όμως με το βάρος μας;

Η αλήθεια είναι ότι η υπερκατανάλωση γλυκών μπορεί να οδηγήσει τη ζυγαριά σε ανοδική πορεία (όπως συμβαίνει και με την υπερκατανάλωση όλων των τροφίμων εξάλλου). Υπάρχουν όμως δύο λύσεις που μπορούν να σώσουν το βάρος μας!

Η μία είναι απλή και κλασική: μέτρο στην κατανάλωση! Δεν μπορούμε να ξεκινάμε την ημέρα μας με κέικ ή κρουασάν, να συνεχίζουμε με κουλουράκια και μετά το φαγητό να τρώμε μία πάστα, και να έχουμε την απαίτηση να μένουμε στο ίδιο βάρος (εκτός ίσως κι αν κάποιος είναι επαγγελματίας αθλητής). Αλλά το να τρώει κάποιος που γυμνάζεται και δεν έχει πρόβλημα βάρους μία μικρή ποσότητα σοκολάτας ή ένα ρυζόγαλο, μια κρέμα, λίγο γλυκό του κουταλιού ή μία μπάλα παγωτό λίγες φορές την εβδομάδα είναι κάτι απόλυτα διαχειρίσιμο.

Η άλλη εναλλακτική είναι να φτιάξουμε εμείς οι ίδιοι τα γλυκά μας πιο ελαφριά, χρησιμοποιώντας λιγότερα λιπαρά, π.χ. λιγότερη μαργαρίνη ή βούτυρο, και στη θέση της ζάχαρης ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά. Τα γλυκαντικά αυτά, γνωστά και ως υποκατάστατα ζάχαρης, έχουν πολλαπλάσια γλυκύτητα σε σχέση με τη ζάχαρη (π.χ. είναι 200-300 φορές πιο γλυκά), χρησιμοποιούνται σε ελάχιστες ποσότητες και δεν δίνουν πρακτικά θερμίδες. Βέβαια, πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι συχνά οι περισσότερες θερμίδες των γλυκών προέρχονται από τα λιπαρά (9 θερμίδες/ γραμμάριο), και όχι τόσο από τη ζάχαρη (4 θερμίδες/ γραμμάριο), οπότε δεν αρκεί να αντικαταστήσουμε τη ζάχαρη και να κρατήσουμε τα λιπαρά. Η αλλαγή πρέπει να γίνει και στα δύο συστατικά για να μειώσουμε ουσιαστικά τις θερμίδες. Και φυσικά και πάλι η έννοια του μέτρου ισχύει και σε αυτή την περίπτωση!

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μπορεί η έμφυτη αγάπη μας για τη γλυκιά γεύση να μην σταθεί «εμπόδιο» στον έλεγχο του βάρους μας, αν φροντίσουμε να τηρούμε το μέτρο στην καθημερινή μας διατροφή ή να κάνουμε πιο «έξυπνες» επιλογές με λιγότερες θερμίδες! 

Πηγή : http://www.nutrimed.gr