Εθνικό σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας C ετοιμάζει το υπουργείο Υγείας, αξιοποιώντας το πρόσφατα ολοκληρωμένο μητρώο ασθενών, ενώ ενεργοποιεί την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης με στόχο να υπάρξει μείωση των τιμών στα καινοτομικά φάρμακα και να αναβαθμιστεί με τον τρόπο αυτό η θεραπεία της νόσου.
Τα παραπάνω ανέφερε ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας, Γιάννης Μπασκόζος, κατά τη διάρκεια της συζήτησης του θέματος, «Ιογενής Ηπατίτιδα 2016-2021» που έγινε στο πλαίσιο του 138ου Εκτελεστικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
«Στοχεύουμε στον τερματισμό της ιογενούς ηπατίτιδας στην Ελλάδα σύμφωνα με τα όσα ορίζει η στρατηγική του ΠΟΥ. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για μια χώρα που βιώνει μια οικονομική και ανθρωπιστική κρίση τα τελευταία έξι χρόνια. Τα μέτρα λιτότητας έχουν τορπιλίσει το υγειονομικό σύστημα της χώρας μας με αρνητικές συνέπειες στην υγεία του ελληνικού λαού», ανέφερε ο κ. Μπασκόζος και προσέθεσε:
«Γνωρίζουμε ότι υπάρχει θεραπεία για την ηπατίτιδα C, στο υψηλό κόστος της οποίας η χώρα μας δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Η συζήτηση που αφορά την πρόσβαση στην τελευταία γενιά των αντιικών φαρμάκων είναι μεγάλη, και έχουμε την πολιτική βούληση αυτό [σ.σ. να υπάρξει η πρόσβαση] να γίνει πραγματικότητα».
Σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ, η χρόνια ιογενής ηπατίτιδα προκαλείται από τους ιούς της ηπατίτιδας B και C και αποτελεί σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας παγκόσμια.
Η ιογενής ηπατίτιδα B και C :
α) προσβάλλει μεγάλο μέρος του πληθυσμού,
β) μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο,
γ) σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα και θνητότητα και
δ) απαιτεί ειδικές θεραπευτικές παρεμβάσεις.
Στη χώρα μας, ο επιπολασμός για τη χρόνια ηπατίτιδα Β υπολογίζεται σε 2.5-3% του πληθυσμού και για την ηπατίτιδα C σε 1.5-2% του πληθυσμού, ενώ η επίπτωση των χρόνιων ιογενών ηπατιτίδων ποικίλλει ανά γεωγραφικό διαμέρισμα και πληθυσμό.
Οι κύριες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία είναι η αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα των ασθενών από την ηπατική νόσο και η διασπορά των ιών αυτών στο κοινωνικό τους περιβάλλον. Είναι γνωστό ότι σημαντικό ποσοστό των ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα Β ή C καταλήγουν από επιπλοκές της χρόνιας λοίμωξης όπως κίρρωση του ήπατος, ηπατοκυτταρικό καρκίνο (HCC), ηπατική ανεπάρκεια και θάνατο εφόσον δεν τεθούν σε παρακολούθηση και δεν λάβουν ειδική αντιική αγωγή.
Ο ιός της ηπατίτιδας Β μεταδίδεται με τη σεξουαλική επαφή, παρεντερικά και από μητέρα με HBsAg (+) στο παιδί κατά την κύηση ή τον τοκετό (κάθετη μετάδοση), ενώ το ιός της ηπατίτιδας C κυρίως με την παρεντερική επαφή και σπανιότερα με τη σεξουαλική επαφή ή κάθετη μετάδοση από μητέρα σε παιδί.
Οι δυνατότητες θεραπευτικής παρέμβασης στη χρόνια ηπατίτιδα Β και C έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Πηγή : http://www.iatrikanews.gr/