Στο μέσο άτομο η ποσότητα νερού υπερβαίνει το 50% του βάρους του. Στο νεογέννητο το νερό αποτελεί το 75% περίπου του βάρους του, ποσότητα που προοδευτικά μειώνεται από την γέννηση έως το γήρας. Η παχυσαρκία συνδέεται με ελάττωση της ποσότητας του νερού του σώματος.
Το νερό είναι απαραίτητο για την ομαλή διενέργεια των μεταβολικών αντιδράσεων που πραγματοποιούνται στο ανθρώπινο σώμα. Η ομαλή θρέψη του οργανισμού και πληθώρα χημικών αντιδράσεων πραγματοποιούνται με τη μεσολάβηση διαλυμάτων. Το αίμα αποτελεί ουσιαστικά ένα διάλυμα ζωτικών ουσιών και κυττάρων του αίματος, που μεταφέρει στους ιστούς σημαντικές ουσίες και οξυγόνο για την λειτουργία τους και απάγει από αυτούς άχρηστα προϊόντα του μεταβολισμού και διοξείδιο του άνθρακα. Όταν η ποσότητα του νερού που διατίθεται στο υγιές σώμα είναι επαρκής, οι ιστοί είναι στιλπνοί και υγιείς. Το δέρμα είναι φωτεινό, λείο, υπάρχει μείωση των ρυτίδων, η γλώσσα είναι κόκκινη και υγρή, η αρτηριακή πίεση είναι φυσιολογική, ο ρυθμός καρδιακής λειτουργίας ιδανικός.
Το μεγαλύτερο μέρος του νερού που χρειάζεται ο άνθρωπος, προσλαμβάνεται από το στόμα. Μία μικρή ποσότητα συντίθεται στο σώμα. Υπάρχουν σημαντικοί μηχανισμοί που ρυθμίζουν τη συνολική ποσότητα νερού που χρειάζεται το σώμα για να λειτουργήσει ομαλά. Έτσι μέσω των ούρων, του ιδρώτα, των κοπράνων, της αναπνευστικής οδού, του δέρματος, αποβάλλεται η περίσσια του νερού.
Η αφυδάτωση είναι η παθολογική κατάσταση στην οποία υπάρχει μείωση του νερού που χρειάζεται ο άνθρωπος για να λειτουργήσει σωστά. Τα συμπτώματα είναι η δίψα, η απώλεια της στιλπνότητας του δέρματος, η ξηροδερμία, η ρυτίδωση, η στεγνή και ξηρή γλώσσα, η μείωση της ποσότητας των ούρων, η ατονία, η ζάλη, η λιποθυμία. Σε σοβαρές περιπτώσεις εμφανίζεται πτώση της πίεσης, ταχυκαρδία, καταπληξία και απαιτείται νοσηλεία προς ενδοφλέβια θεραπεία.
Tα ηλικιωμένα άτομα και τα μωρά είναι πιο επιρρεπή στην αφυδάτωση λόγω δυσλειτουργίας των μηχανισμών που εμπλέκονται στη ρύθμιση των υγρών του σώματος (π.χ. μειωμένα αντανακλαστικά δίψας, ελαττωμένη ομοιόσταση).
Η αφυδάτωση οφείλεται κυρίως σε τέσσερις βασικές κατηγορίες παραγόντων:
1. Παράγοντες που προκαλούν μείωση της πρόσληψης νερού. Αφυδάτωση από μειωμένη πρόσληψη νερού παρατηρείται σε πολυάσχολους επαγγελματίες με ψυχογενή μειωμένη πρόσληψη, σε ηλικιωμένους, σε πάσχοντες από ορισμένα οργανικά νοσήματα (π.χ. εγκεφαλικά, ψυχιατρικά σύνδρομα).
2. Παράγοντες που προκαλούν αυξημένες απώλειες ύδατος.
Αφυδάτωση από αυξημένες απώλειες παρατηρείται κατά την διάρκεια υψηλών περιβαλλοντικών θερμοκρασιών, σε ηλικιωμένους, σε περίπτωση χρήσης ορισμένων φαρμάκων ή τοξικών ουσιών (π.χ. διουρητικά) σε πάσχοντες από ορισμένα οργανικά νοσήματα (π.χ. νεφρικά νοσήματα, διαβήτης, διάρροια) κλπ. Η άσκηση σε περιόδους καύσωνα αυξάνει την πιθανότητα αφυδάτωσης σε υγιή άτομα.
3. Παράγοντες που προκαλούν απώλεια ολικού αίματος.
Η αιμορραγία μπορεί να είναι εμφανής (π.χ. τροχαίο ατύχημα) ή να πρόκειται για εσωτερική αιμορραγία (π.χ. γαστρορραγία).
4. Παράγοντες που προκαλούν παθολογική συσσώρευση ή εξαγγείωση νερού σε ορισμένες περιοχές του σώματος, με αποτέλεσμα τη στέρησή του σε άλλες. Αυτό το φαινόμενο συμβαίνει κλασσικά σε περιπτώσεις εκτεταμένων εγκαυμάτων, παγκρεατίτιδας, ασκίτη, ειλεού.
Ο μηχανισμός της αφυδάτωσης είναι μεικτός, σε ορισμένες περιπτώσεις.
Τα ευρήματα από την ορθή παθολογική ιατρική εξέταση του ασθενούς έχουν κομβικό ρόλο στην εξατομικευμένη αξιολόγηση του ασθενούς με αφυδάτωση, στον καθορισμό των εξετάσεων που απαιτούνται σε κάθε περίπτωση και στην παροχή της σωστής θεραπείας.