Στην αλλεργία παθολογικές καταστάσεις όπως το άσθμα, η ρινίτιδα, η κνίδωση, η αναφυλαξία, εκδηλώνονται ως αποτέλεσμα υπερευαισθησίας του οργανισμού σε ουσίες του περιβάλλοντος που ονομάζονται αλλεργιογόνα.
Οι συνήθεις αλλεργίες, διαιρούνται σε κνίδωση και αγγειοίδημα, άσθμα, αλλεργική ρινίτιδα, επιπεφυκίτιδα, αναφυλαξία.
• Αλλεργική κνίδωση και αγγειοίδημα: Η αλλεργική κνίδωση και το αγγειοίδημα, είναι δερματικές αλλεργικές καταστάσεις που μπορεί να εμφανιστούν μαζί ή ξεχωριστά. Η κνίδωση αφορά μόνο την επιπολής στιβάδα του χορίου και εμφανίζεται με καλώς περιγεγραμμένους πομφούς, με ερυθηματώδη υπεγερμένα ερπητικά όρια και λευκάζοντα κέντρα. Το αγγειοίδημα είναι καλώς περιγεγραμμένο τοπικό οίδημα που αφορά τα βαθύτερα στρώματα του δέρματος συμπεριλαμβανομένου και του υποδόριου ιστού. Παρόμοιες αλλοιώσεις μπορεί να συμβούν σε βλεννογόνιες επιφάνειες των ανώτερων αναπνευστικών οδών ή του γαστρεντερικού βλεννογόνου. Τα υποτροπιάζοντα επεισόδια μπορεί να είναι σημαντικής διάρκειας, άνω του εξαμήνου (π.χ. χρόνια κνίδωση). Η εποχική αλλεργική κνίδωση και το αγγειοίδημα που αφορούν εποχιακά αλλεργιογόνα όπως η γύρη είναι σχετικώς σπάνια σε σύγκριση με την κνίδωση και το αγγειοίδημα που εκλύονται μετά από κατανάλωση τροφίμων, όπως ορισμένων νωπών φρούτων και λαχανικών οστρακόδερμων ψαριών γαλακτοκομικών προϊόντων σοκολάτας ξηρών καρπών ή φαρμάκων. Τα συμπτώματα είναι κνησμώδη εξανθήματα. Η προσβολή της ανώτερης αναπνευστικής οδού μπορεί να οδηγήσει σε δυσχέρεια αναπνοής ενώ του γαστρεντερικού μπορεί να εμφανίσει κοιλιακό κολικό με έμετο και ναυτία. Η θεραπεία περιλαμβάνει ειδικά φάρμακα.
• Άσθμα: Το αλλεργικό άσθμα σχετίζεται συχνά με ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό αλλεργικών νοσημάτων(π.χ. ρινίτιδα, κνίδωση, έκζεμα), θετικές δερματοαντιδράσεις, αυξημένα επίπεδα ανοσοσφαιρίνης Ε, θετικές αντιδράσεις πρόκλησης κατά την εισπνοή ειδικού αντιγόνου. Τα περισσότερα αλλεργιογόνα που προκαλούν άσθμα είναι αερογενή και προκειμένου να προκαλέσουν ευαισθητοποίηση πρέπει να είναι σε αφθονία για σημαντικά χρονικά διαστήματα. Όταν ολοκληρωθεί η ευαισθητοποίηση, ο ασθενής μπορεί να εμφανίσει σημαντική αντιδραστικότητα σε τέτοιο βαθμό, ώστε ελάχιστα ποσά από τον υπεύθυνο παράγοντα να μπορούν να προκαλέσουν εξάρσεις της νόσου. Συνήθεις παράγοντες που υπάρχουν στον αέρα είναι τα ακάρεα που βρίσκονται στην οικιακή σκόνη, η εποχιακή γύρη, τα πούπουλα, το τρίχωμα ζώων, οι σπόροι μυκήτων. Η μελέτη του αλλεργικού άσθματος γίνεται με ειδικές εξετάσεις, η θεραπεία είναι φαρμακευτική ή με κατάλληλα spray, ενώ η ανοσοθεραπεία επιφυλάσσεται σε ειδικές περιπτώσεις.
• Αλλεργική ρινίτιδα: Η αλλεργική ρινίτιδα χαρακτηρίζεται από φτάρνισμα, μπούκωμα, έκκριση από την μύτη, φαγούρα και δακρύρροια. Εμφανίζεται συχνά σε ατοπικά άτομα, δηλαδή άτομα με οικογενειακό ιστορικό σχετικών αλλεργιών. Η εποχική εαρινή αλλεργική ρινίτιδα, έχει εποχικό χαρακτήρα και οφείλεται σε αλλεργιογόνα που αφορούν συγκεκριμένη εποχή όπως είναι η αλλεργική ρινίτιδα που προκαλείται από την γύρη κατά την περίοδο της ανθοφορίας την Άνοιξη. Η χρόνια αλλεργική ρινίτιδα εμφανίζεται όλο τον χρόνο και οφείλεται σε αλλεργιογόνα που επιδρούν ανεξαρτήτως εποχής, όπως είναι τα ακάρεα της σκόνης και τα απολεπιζόμενα επιθηλιακά κύτταρα του δέρματος των ζώων. Η τροφική αλλεργία είναι ασυνήθης αιτία αλλεργικής ρινίτιδας. Η αλλεργική ρινίτιδα μπορεί να επιπλακεί και με μικροβιακές ή ιογενείς επιμολύνσεις. Η μελέτη της αλλεργικής ρινίτιδας γίνεται με ειδικές εξετάσεις, η θεραπεία είναι φαρμακευτική ή με κατάλληλα spray, ενώ «ειδικά εμβόλια» χορηγούνται σε σοβαρότερες περιπτώσεις.
• Αλλεργική επιπεφυκίτιδα: Εμφανίζεται με πρήξιμο, ερυθρότητα, φαγούρα στο μάτι. Η θεραπεία περιλαμβάνει ειδικά κολλύρια ή φάρμακα.
• Αναφυλαξία: Οι αναφυλακτικές αντιδράσεις στα ευαίσθητα άτομα εμφανίζονται άμεσα μετά την χορήγηση του αλλεργιογόνου, συνήθως με ένεση και σπανιότερα μετά από κατάποση και εκδηλώνονται με την ανάπτυξη αναπνευστικής δυσχέρειας, οιδήματος λάρυγγα, βρογχόσπασμου, δερματικών εξανθημάτων ακολουθούμενων συχνά από αγγειακή κατάρρευση, φαινόμενα που μπορεί να οδηγήσουν ταχέως, εντός λεπτών ή ωρών στον θάνατο. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν βήχα, βράχνιασμα, βάρος στον θώρακα, γαστρεντερικές εκδηλώσεις(όπως ναυτία, έμετο, διάρροια, κοιλιακός πόνο).
Οι παράγοντες που μπορεί να προκαλέσουν επικίνδυνες αναφυλακτικές αντιδράσεις περιλαμβάνουν ορμόνες (π.χ. ινσουλίνη, αγγειοπιεσίνη, παραθορμόνη), ένζυμα (π.χ. θρυψίνη, χυμοθρυψίνη), εκχυλίσματα γύρης, τρίχες ζώων, ακάρεα, τροφές (π.χ. γάλα, θαλασσινά, ξηροί καρποί, κόκκοι από δημητριακά, φασόλια, ζελατίνη), αντιορούς (π.χ. αντιλεμφοκυτταρική γ σφαιρίνη), πρωτεΐνες σχετικές με το επάγγελμα (π.χ. latex), δηλητήρια από υμενόπτερα (π.χ. μέλισσες σφήκες), πολυσακχαρίτες(π.χ. ορισμένα συντηρητικά εμβολίων), φάρμακα (π.χ. πενικιλίνη), βιταμίνες(π.χ. φυλλικό οξύ), ουσίες χρησιμοποιούμενες για διαγνωστικούς σκοπούς (πχ. ορισμένα σκιαγραφικά), χημικές ουσίες(πχ αιθυλενοξείδιο).
Η θεραπεία περιλαμβάνει την άμεση χορήγηση ειδικής ενέσιμης θεραπείας, ενδοφλέβιου καθετήρα, χορήγηση οξυγόνου. Σε επιλεγμένες περιπτώσεις απαιτείται προληπτική ανοσοθεραπεία.
Απλά γενικά μέτρα μετριασμού και πρόληψης των αλλεργικών συμπτωμάτων είναι η απομάκρυνση του υπεύθυνου αλλεργιογόνου, η αποφυγή περιβάλλοντος με καπνό τσιγάρο σκόνη εισπνεόμενα χρώματα, η εφαρμογή σωστής προληπτικής θεραπείας και ιατρικής παρακολούθησης.