Ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης αποτελεί μια παθολογική κατάσταση κατά την εγκυμοσύνη. Η συχνότητά του αυξάνει, αποδιδόμενη κυρίως στα αυξανόμενα ποσοστά της παχυσαρκίας και τις αλλαγές στον τρόπο ζωής. Στο παρόν άρθρο εξετάζονται το πώς συμβαίνει μια τέτοια κατάσταση, οι επιπλοκές της στην υγεία και το πώς μπορεί να προληφθεί και να θεραπευτεί.
Τι είναι ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης;
Ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης (ΣΔΚ) είναι μια παθολογική κατάσταση που συμβαίνει συνήθως κατά το δεύτερο μισό της κύησης, και αποτελεί ένα πρόβλημα υγείας που προκαλεί αυξανόμενη ανησυχία.1 Όταν μια γυναίκα έχει ΣΔΚ, η συγκέντρωση γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα γίνεται μεγαλύτερη από ό,τι φυσιολογικά. Σύμφωνα με τη φυσιολογία του οργανισμού, η ορμόνη ινσουλίνη μειώνει την ποσότητα της γλυκόζης στο αίμα, για παράδειγμα βοηθώντας τη γλυκόζη να εισέλθει στα κύτταρα των μυών, του ήπατος και του λιπώδους ιστού. Κατά την εγκυμοσύνη υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για ινσουλίνη, αλλά οι ορμονικές αλλαγές μπορεί να καταστήσουν τα κύτταρα λιγότερο ευαίσθητα στη δράση της ινσουλίνης. Φυσιολογικά, όταν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα ανεβαίνουν, το πάγκρεας εκκρίνει περισσότερη ινσουλίνη. Όταν, όμως, το πάγκρεας δεν μπορεί να παράγει αρκετή ινσουλίνη για να βοηθήσει στον έλεγχο των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, αναπτύσσεται «δυσανοχή στη γλυκόζη». Όταν αυτό συμβαίνει κατά την εγκυμοσύνη, καλείται ΣΔΚ.
Ιατρικές επιπτώσεις
Ο ΣΔΚ μπορεί να έχει ιατρικές επιπτώσεις στη μητέρα και στο παιδί. Η γλυκόζη περνά μέσω του πλακούντα και προάγει την υπερανάπτυξη του εμβρύου. Η μακροσωμία είναι μια παθολογική ιατρική κατάσταση, στην οποία τα βρέφη είναι μεγάλα για την ηλικία γέννησής τους – συνήθως ένα βάρος γέννησης μεγαλύτερο από 4-4,5 κιλά, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές κατά τον τοκετό, συμπεριλαμβανομένων της δυστοκίας ώμου (όταν ο ώμος του βρέφους παγιδεύεται κάτω από την ηβική σύμφυση κατά τον τοκετό) και της σχετικής με τον τοκετό νοσηρότητας.2 Ο ΣΔΚ σχετίζεται επίσης με αυξημένο κίνδυνο προεκλαμψίας, η οποία μπορεί να είναι απειλητική για τη ζωή, εάν δεν αντιμετωπιστεί.3
Οι μητέρες με ΣΔΚ έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη αργότερα στη ζωή τους, παρόλο που ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης εξαφανίζεται μετά τη γέννηση του βρέφους. Περισσότερο από το 50% των γυναικών που είχαν ΣΔΚ θα αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 εντός 5 έως 10 ετών μετά τον τοκετό.4 Επιπλέον, τα βρέφη που γεννιούνται από μητέρες με ΣΔΚ έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να γίνουν υπέρβαρα και να εμφανίσουν παχυσαρκία και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 στη διάρκεια της ζωής τους.4 Εάν υπάρχει έγκαιρη αναγνώριση, οι κίνδυνοι για αυτές τις επιπλοκές μπορεί να μειωθούν με παρεμβάσεις αλλαγής στον τρόπο ζωής.
Συχνότητα και παράγοντες κινδύνου
Η συχνότητα του ΣΔΚ διαφέρει μεταξύ των πληθυσμών της Ευρώπης, και κυμαίνεται από 1,7% μέχρι 11,6%, με τη Νότια Ευρώπη να έχει υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με τη Βόρεια και την Κεντρική.5
Οι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ΣΔΚ σε μια γυναίκα είναι οι εξής:6,7
Δείκτης μάζας σώματος μεγαλύτερος από 30 kg/m2 (παχυσαρκία),
Προηγούμενη κύηση με ΣΔΚ ή μακροσωμικό βρέφος,
Συγγενής πρώτου βαθμού με σακχαρώδη διαβήτη,
Προέλευση από ορισμένες εθνότητες, π.χ. Νότια Ασία, μαύρη φυλή από την Καραϊβική, Μέση Ανατολή.6,7
Διάγνωση
Η διάγνωση του ΣΔΚ δεν είναι ομοιογενής στην Ευρώπη. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συστήνει μια από του στόματος δοκιμασία ανοχής γλυκόζης (OGTT) στις 24-28 εβδομάδες κύησης, για όλες τις γυναίκες με παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση ΣΔΚ (ή μια μη φυσιολογική τιμή στο αίμα γλυκόζης νηστείας ή τυχαίας μέτρησης).8 Στο OGTT η γλυκόζη στο αίμα μετριέται σε φάση νηστείας και έπειτα από δύο ώρες μετά την πρόσληψη ενός διαλύματος γλυκόζης, που τυπικά περιέχει περίπου 75 γραμμάρια γλυκόζης.
Ο ΠΟΥ προσφάτως συστήνει η διάγνωση του ΣΔΚ να βασίζεται στις ακόλουθες τιμές3:
Τιμή γλυκόζης νηστείας μεταξύ 5,1-6,9 mmol/l,
1 ώρα μετά το φορτίο γλυκόζης 75 γραμμαρίων, τιμή γλυκόζης πλάσματος ≥10 mmol/l,
2 ώρες μετά το φορτίο γλυκόζης 75 γραμμαρίων, τιμή γλυκόζης πλάσματος μεταξύ 8,5-11 mmol/l.
Στρατηγικές πρόληψης και θεραπείας
Υπάρχουν πολυάριθμοι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου (που μπορούν δηλαδή να ελεγχθούν), οι οποίοι μπορούν να συμβάλλουν στο να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης ΣΔΚ. Αυτοί περιλαμβάνουν ένα υγιές σωματικό βάρος πριν την εγκυμοσύνη, ένα σωματικά δραστήριο τρόπο ζωής και μια υγιεινή, ισορροπημένη δίαιτα που να περιέχει πολλά δημητριακά ολικής άλεσης, ισχνές πηγές πρωτεΐνης, λιπαρά ψάρια, και πολυακόρεστα-μονοακόρεστα λιπαρά σε ισορροπία.7,9 Η κατανάλωση τροφίμων και ποτών με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη θα πρέπει να διατηρείται στο ελάχιστο.
Όταν επιβεβαιωθεί η ύπαρξη ΣΔΚ με το OGTT, ιδανικά η πρώτη στρατηγική αντιμετώπισης θα πρέπει να είναι η παραπομπή σε διαιτολόγο. Παρόλο που οι αλλαγές στη δίαιτα και την άσκηση μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση, εκτιμάται ότι περίπου 70% των γυναικών θα χρειαστούν επιπρόσθετη θεραπεία, όπως με από του στόματος υπογλυκαιμικά φάρμακα ή με ενέσεις ινσουλίνης.7 Οι γυναίκες με ΣΔΚ λαμβάνουν συνήθως καθοδήγηση από τους επαγγελματίες υγείας για το πώς να αυτοπαρακολουθούν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους.
Πηγή : http://www.nutrinews.gr/