Γενική Ανάλυση αίματος
Υπάρχει μια σύνθεση και συνεργασία από κύτταρα του αίματος, τα ερυθρά και τα λευκά αιμοσφαίρια. Η περιεκτικότητα σε κόκκινη χρωστική ουσία του αίματος και αιμοπετάλια, είναι ένδειξη για την δυνατότητα οξυγόνωσης, ανοσοποιητικής λειτουργίας και λειτουργίας πήξης του αίματος.
Ερυθρά αιμοσφαίρια :Μεταφέρουν το Οξυγόνο στο αίμα. Παράγονται στο μυελό των οστών και περιέχουν πρωτεϊνική ένωση του αίματος την Αιμογλοβίνη.
Αιμογλοβίνη :Η αιμογλοβίνη είναι μια πρωτεΐνη που συμμετέχει στην μεταφορά και την αποθήκευση του οξυγόνου. Η αιμογλοβίνη είναι η κύρια πρωτεΐνη που βρίσκεται στα ερυθρά κύτταρα του αίματος και αντιπροσωπεύει τα 2/3 του σιδήρου του σώματος. Η αιμογλοβίνη, μεταφέρει το οξυγόνο από τους πνεύμονες στους μύες για την χρήση των κυττάρων. Η αιμογλοβίνη στο αίμα μπορεί να είναι ελάχιστη λόγου ελλείψης σιδήρου.
Λευκά αιμοσφαίρια: Είναι απαραίτητα για την άμυνα του οργανισμού και κύριος λίθος του ανοσοποιητικού μας συστήματος.
Αιμοπετάλια: Παίζουν σημαντικό ρόλο στην πηκτικότητα του αίματος , επουλώνουν μικρά τραύματα –μπορούν ωστόσο να συνδράμουν και στην εμφάνιση θρόμβων στα αιμοφόρα αγγεία και στην δυσλειτουργία των αιμοφόρων αγγείων.
Πρωτεΐνες: Η περιεκτικότητα σε Πρωτεΐνες στο αίμα είναι μια ένδειξη για την διατροφή που κάνει το άτομο. Οι Πρωτεΐνες είναι σημαντικές για την ζωή μας, για τα ζωτικά όργανα μας, για την άμυνα του οργανισμού μας. Κάποιες ασθένειες μπορεί να επηρεάσουν την αυξομείωση των πρωτεϊνών.
Παράγοντες κινδύνου
Κάποιες ουσίες που μπορούν να προσδιοριστούν στο αίμα, μπορούν αν είναι σε ανεβασμένα επίπεδα να προκαλέσουν αγγειακή στένωση, πόσο μάλλον όταν περισσότερες από αυτές τις ουσίες είναι σε ανεβασμένα επίπεδα και σε συνδυασμό με ανεβασμένη αγγειακή πίεση ή κάπνισμα. Γι αυτό θα μπορούσαμε να τις ονομάσουμε «Παράγοντες κινδύνου». Παρακάτω αναφέρονται κάποιοι τέτοιοι παράγοντες:
Χοληστερίνη
Η χοληστερίνη είναι λιπίδιο που συντίθεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στο ήπαρ. Μια συγκεκριμένη ποσότητα είναι απαραίτητη, για πολλές λειτουργίες του οργανισμού , σε αντίθεση, οι αυξημένες τιμές είμαι επιβλαβείς. Η χοληστερίνη βρίσκεται σε όλα τα κύτταρα και ο οργανισμούς μας την χρησιμοποιεί για να συνδέσει τη βιταμίνη D, ορμόνες και χολικά άλατα. Τη χρησιμοποιεί επίσης για να κατασκευάσει τις μεμβράνες των κυττάρων.
Χοληστερόλη– ΗDL- High-Density-Lipoprotein-Cholesterin / LDL-Chol. Low Density Lipoprotein –Cholesterin
Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι χοληστερόλης, η HDL και η LDL χοληστερόλη ή όπως συνηθίζεται να λέγεται, η «καλή» και η «κακή» χοληστερόλη. Τα υψηλά επίπεδα της καλής χοληστερόλης (HDL) ωφελούν τον οργανισμό ενώ τα υψηλά επίπεδα της κακής (LDL) χοληστερόλης είναι επιβλαβή για τον οργανισμό, καθώς αποτελούν παράγοντα κινδύνου, όχι μόνο για στεφανιαία νόσο αλλά και για εγκεφαλικό. Οι δύο τύποι χοληστερόλης εξετάζονται αναλογικά, γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρχουν αυξημένα επίπεδα «καλής» και μειωμένα επίπεδα «κακής» χοληστερόλης. Η HDL δρα με μερικούς άλλους προστατευτικούς τρόπους: ως αντιοξειδωτικό που αποτρέπει την επιβλαβή οξείδωση της LDL και ως αντιφλεγμονώδες μέσο, που βοηθά να γίνει επιδιόρθωση αυτού που σήμερα θεωρείται κύριος παράγοντας της νόσου των αιμοφόρων αγγείων. Έχει επίσης αντιθρομβωτικές ιδιότητες, οι οποίες μπορούν να παρεμποδίσουν τον σχηματισμό θρόμβων αίματος και το φράξιμο των αρτηριών. Η αύξηση των επιπέδων της καλής χοληστερόλης HDL στο αίμα μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο για στηθάγχη, καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικά επεισόδια, νεφρικά προβλήματα και άλλες αγγειακές παθήσεις
Τρυγλικερίδια
Τα τριγλυκερίδια είναι μια μορφή λίπους που μεταφέρεται από το αίμα. Μαζί με τη χοληστερόλη, όταν διακυμαίνονται σε κανονικές συγκεντρώσεις, αποτελούν λιπίδια που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη και υγιή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού. Το περισσότερο λίπος του ανθρώπινου σώματος, βρίσκεται αποθηκευμένο υπό μορφή τριγλυκεριδίων στους λιπώδεις ιστούς. Τα τριγλυκερίδια και η χοληστερόλη αποτελούν μαζί, το 95% του συνολικού λίπους του σώματος. Μόνο ένα πολύ μικρό μέρος των τριγλυκεριδίων υπάρχει στην κυκλοφορία του αίματος. Φυσιολογικά, τα επίπεδά τους στο αίμα είναι μικρότερα από 150 mg/dL, με τον κίνδυνο για επιπλοκές να αυξάνεται μεταξύ 200-499 mg/dL και να ‘εκτοξεύεται’ πάνω από τα 500 mg/dL πλάσματος. Τα υψηλά επίπεδα τριγλυκερίδιων στο αίμα, συμβάλλουν στην πρόκληση αθηρωμάτωσης, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο για καρδιακή προσβολή, εγκεφαλικά επεισόδια και άλλες παθήσεις των αρτηριών ή της καρδιάς. Όταν τα τριγλυκερίδια είναι υψηλά στο αίμα, αυτό από μόνο του, δεν σημαίνει ότι υπάρχει και αρτηριοσκλήρυνση, δηλαδή πλάκες αθηρωμάτωσης με χοληστερόλη, ασβέστιο και άλλα λίπη που στενεύουν ή φράσσουν τις αρτηρίες. Όμως συχνά, οι λιποπρωτεΐνες του αίματος που δεσμεύουν και μεταφέρουν τα τριγλυκερίδια, είναι πλούσιες όχι μόνο σε τριγλυκερίδια αλλά και σε χοληστερόλη, γεγονός που προκαλεί αθηρωμάτωση. Τα υψηλά τριγλυκερίδια αίματος, συχνά συνοδεύονται από χαμηλή συγκέντρωση της λιποπρωτεΐνης HDL – που μεταφέρει την καλή χοληστερόλη – και από αυξημένη τάση για διαβήτη. Για αυτό άλλωστε, ο κίνδυνος καρδιακής πάθησης αυξάνεται. Με άλλα λόγια τα υψηλά επίπεδά τους στο αίμα συνιστούν ένδειξη ότι υπάρχει πρόβλημα με τις λιποπρωτεΐνες, το οποίο δημιουργεί συνθήκες για στεφανιαία νόσο και άλλες καρδιακές ή εγκεφαλικές παθήσεις.
Λιποπρωτεΐνη Α
Πρόκειται ουσιαστικά για έναν τρίτο τύπο χοληστερόλης που συντρέχει μαζί με τους άλλους δύο στην αύξηση του κινδύνου για την υγεία του καρδιαγγειακού συστήματος. Η αύξηση της λιποπρωτεΐνης Α αποτελεί έναν παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου.
Ομοκυστεΐνη
Πρόκειται για ένα αμινοξύ που παράγεται στον οργανισμό ως ενδιάμεσο προϊόν του μεταβολισμού ενός άλλου αμινοξέος, της μεθειονίνης, η οποία περιέχεται στις πρωτεϊνούχες τροφές (π.χ. στο κρέας, τα πουλερικά, τα όσπρια) και προσλαμβάνεται μέσω της διατροφής. Η μέτρηση της ομοκυστεΐνης γίνεται με εξέταση αίματος, έπειτα από νηστεία 6 ωρών σε εξειδικευμένα εργαστήρια, ώστε να αποκλειστεί κάθε περίπτωση λάθους. Τιμές μικρότερες των 15 μmol/L θεωρούνται φυσιολογικές. Η ήπια περομοκυστεϊναιμία (τιμές 16-30 μmol/L) έχει συσχετιστεί με τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και φλεβικής θρόμβωσης. Όμως, δεν υπάρχουν σαφή αποδεικτικά στοιχεία ότι η μείωση της ομοκυστεΐνης μειώνει και την καρδιαγγειακή νοσηρότητα!
Τι προκαλεί την αύξησή της;
H μειωμένη πρόσληψη φυλλικού οξέος, μέσω της διατροφής, καθώς και των βιταμινών Β6 και Β12 (κύριες πηγές των δύο πρώτων είναι τα φρούτα και τα λαχανικά, ενώ της Β12 είναι τα κρεατικά και τα μανιτάρια).
Η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ, καφέ, καθώς και το κάπνισμα.
Αρκετές παθήσεις, όπως ο διαβήτης, η νεφρική και η θυρεοειδική δυσλειτουργία και οι νεοπλασίες.
Ορισμένα υπολιπιδαιμικά φάρμακα.
Γλυκόζη
Η γλυκόζη είναι μια μορφή «ζάχαρης» στο αίμα μας και αποτελεί την κύρια πηγή «καύσιμου» για το σώμα μας. Όταν καταναλώνουμε τις τροφές αυτές διασπώνται σε επιμέρους συστατικά και αυτά, μεταξύ των οποίων και η γλυκόζη προωθούνται στο αίμα μας. Τα κύτταρα του οργανισμού μας χρησιμοποιούν τη γλυκόζη αυτή προκειμένου να την μετατρέψουν σε ενέργεια, για την λειτουργία και την ανάπτυξη τους. Η αυξημένη γλυκόζη στο αίμα μπορεί να οδηγήσει σε διαβήτη και στένωση των καρδιακών αγγείων.
Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c)
Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι μια μορφή της αιμοσφαιρίνης που χρησιμοποιείται για να καθορίσει πως ήταν η μέση τιμή γλυκόζης στο αίμα μας, τους τελευταίους 3 μήνες περίπου. Αναφέρεται και ως HbA1c. Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη επηρεάζεται από τις τιμές σακχάρου όλου του 24ώρου των τελευταίων 120 ημερών. Έτσι, μετράμε τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη για να ελέγξουμε πόσο καλά είναι ρυθμισμένο το σάκχαρο. Όσο πιο κοντά στο φυσιολογικό ποσοστό είναι η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, τόσο πιο καλή είναι η ρύθμιση του σακχάρου.
Ουρικό οξύ
Το ουρικό οξύ είναι προϊόν του μεταβολισμού των πουρινών, δηλαδή των πρωτεϊνών στον πυρήνα των ανθρώπινων κυττάρων και φυσιολογικά κυκλοφορεί στο αίμα. Το ουρικό οξύ υπό φυσιολογικές συνθήκες αποβάλλεται από τον οργανισμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως ο μηχανισμός αποβολής του ουρικού οξέος δε λειτουργεί σωστά με αποτέλεσμα τα επίπεδά του στο αίμα να αυξάνονται. Η κατάσταση αυτή είναι γνωστή ως υπερουριχαιμία. Η υπερουριχαιμία είναι παθολογική πρόδρομος κατάσταση της ουρικής αρθρίτιδας και ευθύνεται για το 5-10% των ουρολίθων.
Μέταλλα του οργανισμού
Νάτριο
Το νάτριο μαζί με το κάλιο ρυθμίζουν την οσμωτική πίεση στα κύτταρα. Ρυθμίζουν τη διατήρηση της οξεο-βασικής ισορροπίας και τη μεταφορά θρεπτικών στοιχείων στα κύτταρα. Το νάτριο σχετίζεται με τη μυϊκή σύσπαση και τη λειτουργία του μυϊκού συστήματος. Εξασφαλίζει την ισορροπία του οργανισμού σε νερό, καθιστά δυνατές τις μυϊκές συσπάσεις και τις νευρικές αντιδράσεις, διατηρεί την ισορροπία ιόντων στο αίμα.
Κάλιο
Ελέγχει την περιεκτικότητα των κυττάρων σε νερό, ρυθμίζει την λειτουργία του νευρικού συστήματος, τις μυϊκές συσπάσεις και διατηρεί τον σωστό αριθμό ιόντων στο ανθρώπινο σώμα. Προστατεύει την καρδιά από τις αρρυθμίες και μαζί με το νάτριο διατηρεί την ισορροπία του ύδατος στον οργανισμό. Ακόμη είναι απαραίτητο για την έκκριση ινσουλίνης,για το μεταβολισμό των υδατανθράκων και τη σύνθεση των πρωτεϊνών. Το κάλιο καταστρέφεται από το μαγείρεμα και την επεξεργασία των τροφών.
Ασβέστιο
Περίπου το 2% του σωματικού βάρους αποτελείται από ασβέστιο και το 99% από αυτό βρίσκεται στα οστά και στα δόντια. Συμμετέχει στην οικοδόμηση της οστέινης μάζας και προλαμβάνει την οστεοπόρωση. Συντελεί στην υγεία των δοντιών και των οστών και σε συνδυασμό με το μαγνήσιο, στη σωστή λειτουργία της καρδιάς. Παίρνει μέρος στην πήξη του αίματος, στην ενεργοποίηση ενζύμων ενώ συναντάται και στο περιφερικό νευρικό σύστημα. Όμως δεν πρέπει να λαμβάνεται από άτομα που πάσχουν από νεφρολιθιάσεις. Για να απορροφηθεί το ασβέστιο πρέπει να υπάρχει και μαγνήσιο στο σώμα.
Μαγνήσιο
Το μαγνήσιο είναι συστατικό των οστών και των δοντιών, είναι απαραίτητο στοιχείο του μεταβολισμού σε κυτταρικό επίπεδο και παίρνει μέρος στην ενεργοποίηση πολλών ενζύμων. Το μαγνήσιο επαναφέρει την ηρεμία στη νευρική και μυϊκή ίνα. Ρυθμίζει την λειτουργία των κυττάρων σε νερό, βοηθά στην παραγωγή αντισωμάτων και στο σχηματισμό των οστών. Χρησιμοποιείται στην παραγωγή ενέργειας και βοηθά στην μείωση της πίεσης. Το μαγνήσιο είναι ένα ακόμα βασικό στοιχείο για την ομαλή λειτουργία της καρδιάς, των νεύρων, των μυών και των οστών. Επίσης είναι σημαντικό για τη δράση πολλών ενζύμων. Βοηθά στην κατάθλιψη και τις χολολιθιάσεις. Όταν ο οργανισμός μας έχει έλλειψη μαγνησίου δεν απορροφάται από τον οργανισμό το ασβέστιο. Το μαγνήσιο καταστρέφεται από την επεξεργασία των τροφών.
Σίδηρος
Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για τη σύνθεση της αιμοσφαιρίνης και ορισμένων ενζύμων που είναι υπεύθυνα για τη μεταφορά του οξυγόνου στα διάφορα όργανα και τους μύες. Βοηθά στην ανάπτυξη, αυξάνει την αντίσταση στις ασθένειες και προλαβαίνει την κόπωση.
Φεριτίνη
Ο σίδηρος είναι βασικό στοιχείο της λειτουργίας των κυττάρων. Χωρίς σίδηρο, τα κύτταρα χάνουν την ικανότητά τους προς μεταφορά ηλεκτρονίων, η σύνθεση αιμοσφαιρίνης στο αίμα είναι μειωμένη, αναπτύσσεται αναιμία, αλλά και μειώνεται η παροχή οξυγόνου στους ιστούς. Ο σίδηρος αποθηκεύεται με τη μορφή μιας αποθηκευτικής πρωτεΐνης, της φεριτίνης. Τα επίπεδα φεριτίνης του αίματος αυξάνουν με την πάροδο της ηλικίας στους ενήλικες. Η φεριτίνη του αίματος χρησιμοποιείται σε υγιή άτομα και σε άτομα με έλλειψη σιδήρου, για να εκτιμηθούν οι αποθήκες σιδήρου του σώματος.
Ψευδάργυρος
Ο ψευδάργυρος συμβάλλει στην καλή απορρόφηση και δράση των βιταμινών και αποτελεί απαραίτητο στοιχείο πολλών ενζύμων. Επίσης συντελεί στη σύνθεση της ινσουλίνης, της τεστοστερόνης και των νουκλεϊνικών οξέων. Απαραίτητος στο γεννητικό σύστημα του άρρενα και χρήσιμος στο δέρμα.
Χαλκός
Απαραίτητος στο μεταβολισμό των κυττάρων και στην παραγωγή του συνδετικού ιστού. Βοηθά στην αποθήκευση και το μεταβολισμό του σιδήρου σε μορφή αιμοσφαιρίνης, καθώς και στο σχηματισμό ερυθροκυττάρων. Συμβάλλει στην γένεση της μυελίνης, βοηθά στην καταπολέμηση μολύνσεων και συμμετέχει στην σωστή δόμηση των οστών.
Σελήνιο
Το σελήνιο έχει δράση όμοια με της βιταμίνης Ε, έχοντας ισχυρή αντιοξειδωτική δράση. Βοήθα στην καταπολέμηση των ελευθέρων ριζών, προστατεύει την καρδιά και προλαμβάνει πολλές μορφές καρκίνου. Καθυστερεί τη γήρανση του δέρματος, διατηρεί την ελαστικότητα των ιστών και αυξάνει την αντοχή. Όπως και ο ψευδάργυρος, παίζει σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγή στους άρρενες και στην ενίσχυση της άμυνας του οργανισμού. Προσοχή όμως γιατί σε μεγάλες ποσότητες είναι τοξικό για τον οργανισμό.
Δομικές Λειτουργίες βασικών οργάνων
Νεφρά (Κρεατινίνη, Ουρία –Ν):
Η κρεατινίνη είναι ένα αζωτούχο προϊόν του μεταβολισμού που παράγεται σε καθημερινή βάση και αποβάλλεται από τον ανθρώπινο οργανισμό. Η κρεατινίνη είναι ένα υπόλειμμα το οποίο δημιουργείται από τον οργανισμό κατά την δημιουργία ενέργειας στους μύες. Η φωσφορική κρεατίνη είναι ένα συστατικό των σκελετικών μυών, η οποία διασπάται για να προμηθεύσει με ενέργεια τα κύτταρα, και έτσι δημιουργείται η κρεατινίνη. Η κρεατινίνη μπαίνει στην κυκλοφορία του αίματος και προωθείται προς τα νεφρά, για να αποβληθεί από τον οργανισμό μέσω του ουροποιητικού συστήματος. Η φυσιολογική απομάκρυνση της κρεατινίνης από το σώμα προϋποθέτει την καλή λειτουργία των νεφρών, τα οποία λειτουργούν ως το απεκκριτικό φίλτρο των άχρηστων προϊόντων του μεταβολισμού. Υψηλά επίπεδα στην τιμή της κρεατινίνης συχνά είναι προάγγελοι της μη σωστής λειτουργίας των νεφρών – παρόμοιο ισχύει και για την Ουρία – Ν.
Συκώτι / Χολή (χολερυθρίνη ορού και ούρων ,αλκαλική φωσφατάση,αλβουμίνη ορού ,SGOT , SGPT , γ-GT , χρόνος προθρομβίνης)
Το ήπαρ αποτελεί το βιοχημικό εργοστάσιο του οργανισμού. Ο έλεγχος της λειτουργίας του στο κλινικό εργαστήριο γίνεται με μια σειρά βιοχημικών εξετάσεων. Κάποιες από αυτές αποτελούν εξετάσεις ρουτίνας π.χ. τα ένζυμα GOT, GPT, ALP, γGT και χολερυθρίνη που μετρώνται τακτικά στις εξετάσεις τύπου check-up. Η αύξηση αυτών των τιμών ενδέχεται να αποδεικνύει μια δυσλειτουργία του συκωτιού που θα πρέπει να ελεγχθεί εκτενέστερα. Χολή, ονομάζεται το καφεπράσινο υγρό που παράγεται από το ήπαρ (συκώτι) και χρησιμεύει για να χωνεύουμε τις λιπαρές τροφές. Η χολή διοχετεύεται από το ήπαρ προς το έντερο μέσα από ένα σωλήνα που λέγεται χοληδόχος πόρος. Μια δυσλειτουργία του ήπατος μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα δηλητηρίασης στο σώμα.
Μύες (CK)
Η κινάση της κρεατίνης είναι ένα ένζυμο, που βρίσκεται στην καρδιά, στον εγκέφαλο, στους σκελετικούς μύες και σε άλλους ιστούς. Τα ένζυμα είναι πρωτεΐνες που βοηθούν τα κύτταρα να εκτελέσουν τις φυσιολογικές τους λειτουργίες. Τα επίπεδα της CK στο αίμα αυξάνουν όταν τραυματίζονται κύτταρα της καρδιάς ή των μυών. Εάν υπάρχει μυαλγία ή αδυναμία, μπορεί μέσω των τιμών CK να διαπιστωθεί αν υπάρχει βλάβη στους μύες.
Θυρεοειδής (TSH, FT3, FT4)
Η TSH είναι η ορμόνη του Θυρεοειδή αδένα που παράγεται στην υπόφυση. Η αυξομείωση της στις αιματολογικές εξετάσεις δείχνει μία δυσλειτουργία του Θυρεοειδούς. Αυτό μπορεί να είναι Υπέρ- η Υποθυρεοειδισμός, αναλόγως με την ποσότητα των βασικών ορμονών του θυρεοειδή την Τ3 και την Τ4. Αυτές επίσης θα πρέπει να ελέγχονται.
Πάγκρεας (Λιπάση, Αμυλάση)
Η Λιπάση και η Αμυλάση είναι ένζυμα που είναι απαραίτητα για πέψη. Αυξημένες τιμές αυτών των ένζυμων παραπέμπουν σε δυσλειτουργία του παγκρέατος.
Τιμές που παραπέμπουν σε φλεγμονή
(Ταχύτητα καθίζησης, CRP)
Η ταχύτητα καθίζησης του αίματος, μειώνει απότομα τα ερυθρά αιμοσφαίρια. Σε κάποια υπάρχουσα φλεγμονή του σώματος, γίνεται αυτό ακόμα πιο γρήγορα. Γι αυτό η ταχύτητα καθίζησης είναι βασική εξέταση στην ανάλυση αίματος. Η τιμή CRP προσδιορίζει την παρουσία φλεγμονής και βοηθάει στην παρακολούθηση της ανταπόκρισης του σώματος σε μια θεραπεία. Ελέγχεται όταν υπάρχει υποψία φλεγμονωδών διαταραχών π.Χ. από συγκεκριμένους τύπους αρθρίτιδας και αυτόνομων νοσημάτων ή – φλεγμονώδεις εντερικές παθήσεις.
Πηγή : http://www.nutrinews.gr/