– Χιλιάδες ασθενείς χάνουν την ορασή τους κάθε χρόνο στη χώρα μας εξαιτίας των παθήσεων της ωχράς κηλίδας και του γλαυκώματος – με αύξηση των κρουσμάτων ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας λόγω γήρανσης του πληθυσμού
– Η έγκαιρη διάγνωση και έναρξη της θεραπείας αποτελεί το «κλειδί» για την αντιμετώπιση των παθήσεων της ωχράς κηλίδας και του γλαυκώματος.
– Σοβαρά εμπόδια συναντούν τελευταίως οι Έλληνες πάσχοντες τόσο στη διάγνωση όσο και στην πρόσβαση στη θεραπεία της ωχράς κηλίδας.
– Μείωση ποσοστού τυφλότητας από το 2007 στη Δανία από παθήσεις της ωχράς κηλίδας, με τη χρήση της ρανιμπιζουμάμπης
Αθήνα, 10.10.2012 – Αυξάνονται τα κρούσματα της ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας. Η πάθηση αποτελεί την τρίτη σοβαρότερη αιτία τύφλωσης και μέχρι το 2020 αναμένεται να διπλασιαστεί ο αριθμός των πασχόντων εξαιτίας της δημογραφικής γήρανσης.
Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας έχει αρνητική επίδραση στην ποιότητα ζωής του ασθενή, αφού δεν μπορεί να εκτελεί αυτόνομα απλές και καθημερινές δραστηριότητες. Η αδυναμία αυτή αποτελεί και την κύρια αιτία εμφάνισης ψυχικών διαταραχών με κυριότερη την κατάθλιψη. Ωστόσο, σήμερα υπάρχουν τα κατάλληλα διαγνωστικά εργαλεία τα οποία επιτρέπουν την έγκαιρη και ακριβή διάγνωση της νόσου, καθώς και εξειδικευμένες εγκεκριμένες θεραπείες, οι οποίες μπορούν να επιβραδύνουν ή ακόμα και να αναστρέψουν την επιδείνωση της οπτικής οξύτητας. Οι ειδικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι αν η νόσος αφεθεί χωρίς θεραπεία και προσεγγίσει το τελικό κλινικό της σημείο, δηλαδή την τύφλωση, οι οικονομικές συνέπειες είναι δυσβάσταχτες τόσο για τον ίδιο τον πάσχοντα και την οικογένειά του, όσο και για το σύστημα υγείας.
Δυστυχώς όμως, στην Ελλάδα, ο ασθενής με παθήσεις της ωχράς κηλίδας αντιμετωπίζει τους τελευταίους μήνες ανυπέρβλητες δυσκολίες, τόσο σε θέματα διάγνωσης και θεραπείας, όσο και σε θέματα πρόσβασης στη θεραπεία. Οι ασφαλιστικοί φορείς έχουν σταματήσει να αποζημιώνουν σημαντικές διαγνωστικές εξετάσεις, όπως η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT), ενώ ταυτόχρονα επιβαρύνουν τον ασθενή με καταχρηστικές χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες ελέγχου. Το αποτέλεσμα είναι να καθυστερεί η άμεση αντιμετώπιση της νόσου, να υπονομεύεται το θεραπευτικό αποτέλεσμα και να οδηγούνται όλο και περισσότεροι ασθενείς στην τύφλωση.
Οι παραπάνω επισημάνσεις έγιναν από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Οφθαλμολογικής Εταιρείας και Επίκουρο Καθηγητή Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Δημήτριο Παπακωνσταντίνου, τον Διευθυντή του Τμήματος Αμφιβληστροειδούς του Ιατρικού Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας Athens Vision και Διπλ. American Board of Ophthalmology κ. Αλέξανδρο Χαρώνη και τον Καθηγητή Οικονομικών της Υγείας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ιωάννη Υφαντόπουλο, με αφορμή την αυριανή Παγκόσμια Ημέρα Όρασης.
Παγκόσμια Ημέρα Όρασης
Ως Παγκόσμια Ημέρα Όρασης έχει καθιερωθεί ετησίως η δεύτερη Πέμπτη του Οκτωβρίου. Η ημέρα αυτή είναι εναρμονισμένη με το πρόγραμμα «Όραση 2020: Δικαίωμα στην Όραση» που αποτελεί συνέργεια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Πρόληψη της Τυφλότητας. Στόχος του προγράμματος είναι η ευαισθητοποίηση των πολιτών για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ωχρά Κηλίδα
Στοιχεία δείχνουν ότι 39 εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο έχουν χάσει την όρασή τους εξαιτίας των παθησεων της ωχράς, και άλλα 245 εκατομμύρια έχουν εξαιρετικά χαμηλή όραση. Στο 80% των περιπτώσεων θα μπορούσε να είχε αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με την έγκαιρη διάγνωση της πάθησης.
Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας είναι μια σοβαρή οπτική διαταραχή η οποία σταδιακά και αναπόφευκτα οδηγεί στην απώλεια της κεντρικής όρασης η οποία είναι υπεύθυνη για την αναγνώριση προσώπων, την ανάγνωση, την οδήγηση και άλλες καθημερινές δραστηριότητες.
Στις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως στην Ελλάδα, σχεδόν το 70% των ασθενών που έχουν υποστεί σοβαρή απώλεια όρασης, πάσχει από παθήσεις τις ωχράς κηλίδας. Κυριότερες παθήσεις της ωχράς κηλίδας είναι η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (κύρια αιτία τύφλωσης ατόμων άνω των 60 ετών), το διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας (κύρια αιτία τύφλωσης ατόμων εργασιακής ηλικίας που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη) και το οίδημα οφειλόμενο σε θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς (συχνή αγγειακή αιτία τύφλωσης ενηλίκων).
Γλαύκωμα
Το γλαύκωμα επίσης αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα ανησυχίας για τη δημόσια υγεία. Από στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας υπολογίζεται ότι το 2002 υπήρχαν 4.5 εκατομμύρια άνθρωποι τυφλοί από γλαύκωμα. Αν και το γλαύκωμα εμφανίζεται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, είναι πιο συχνό στις μεγαλύτερες ηλικίες, και με την αύξηση του μέσου όρου ζωής, οι εκτιμήσεις της επίπτωσης του γλαυκώματος αυξάνονται. Έτσι, προβλέπεται ότι μέχρι το 2020, 79.6 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως θα έχουν γλαύκωμα, και από αυτούς 11.2 εκατομμύρια θα είναι αμφοτερόπλευρα τυφλοί.
Το γλαύκωμα δεν έχει εμφανή συμπτώματα, γι’ αυτό 1 στους 2 πάσχοντες από γλαύκωμα δεν γνωρίζει ότι έχει τη νόσο.
Οι επιπτώσεις της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας στο σύστημα υγείας
Η τύφλωση συνεπάγεται μια σειρά δαπανών για τον ασθενή, τους οικείους του και το σύστημα. Χαρακτηριστικά αναφέρονται:
- Άμεσο Ιατρικό Κόστος
Νοσοκομειακές & Ιατρικές δαπάνες
Υποστηρικτικής (συμπτωματικής) θεραπείας
- Έμμεσο Κόστος
Χαμένης Παραγωγικότητας
Δαπάνες αποκατάστασης & εκπαίδευσης του ασθενούς
Επιβάρυνση συγγενών ή επαγγελματία για κατ’ οίκον βοήθεια
Επιδόματα / συντάξεις αναπηρίας
Όπως και σε κάθε ασθένεια – τόνισαν οι ομιλητές – «κλειδί» για επιτυχημένη έκβαση είναι το τρίπτυχο «πρόληψη – διάγνωση – θεραπεία». Μόνο που στην Ελλάδα υστερούμε σημαντικά σε θέματα πρόληψης και διάγνωσης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να τονισθεί ότι τόσο οι ασθενείς Τρίτης Ηλικίας, όσο και οι διαβητικοί ασθενείς, συχνά παραμελούν τον ετήσιο επανέλεγχο από οφθαλμίατρο, παρόλο που αυτός στις συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού είναι απαραίτητος. Έτσι, συχνά παρατηρείται το φαινόμενο να σπεύδουν στον οφθαλμίατρο μόνο όταν η όραση έχει μειωθεί σημαντικά.
Νέες θεραπείες για τις παθήσεις της ωχράς κηλίδας
Ακόμα όμως και σε αυτή την περίπτωση μπορεί να υπάρξει λύση. Στην θεραπευτική των παθήσεων της ωχράς κηλίδας, την τελευταία πενταετία, έχει λάβει χώρα μια επανάσταση που λέγεται αντί-VEGF θεραπεία. Εκεί που μέχρι πρότινος δεν υπήρχε θεραπευτική λύση ή τα αποτελέσματα των τότε θεραπειών ήταν φτωχά, σήμερα υπάρχει ένας εγκεκριμένος αντί-VEGF παράγοντας η ρανιμπιζουμάμπη (Lucentis) που αντιμετωπίζει αποτελεσματικά και τις τρεις παθήσεις της ωχράς κηλίδας που απειλούν την όραση.
Πρόσφατα σε ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά οφθαλμολογικά συνέδρια, το Euretina, παρουσιάστηκαν αποτελέσματα κλινικών μελετών με χρήση ρανιμπιζουμάμπης (Lucentis), που δείχνουν διατήρηση ή βελτίωση της όρασης στο 90% των ασθενών με παθήσεις της ωχράς κηλίδας. Το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε επίσης σε μια πενταετή επιδημιολογική μελέτη που έλαβε χώρα στη Δανία, η οποία έδειξε ότι από το 2007, όταν ξεκίνησε η χρήση της ρανιμπιζουμάμπης (Lucentis), το ποσοστό τυφλότητας στη χώρα μειώθηκε στο μισό. Και αυτό είναι ίσως περισσότερο επίκαιρο από ποτέ, τις δύσκολες εποχές που περνάμε. Ο λόγος; Η μείωση της τυφλότητας οδηγεί σε σημαντική περιστολή των εξόδων και της κρατικής δαπάνης. Η τυφλότητα είναι από τις πιο πολυδάπανες αναπηρίες με τεράστιο άμεσο και έμμεσο κόστος (επιδόματα, φοροαπαλλαγές, αναπηρικές συντάξεις, βοηθήματα κλπ) τόσο για το κράτος όσο και για τον ασθενή, που υπερβαίνει τα 30.000 ευρώ κατ’ έτος. Ως παράδειγμα αναφέρεται ότι μόνο το κόστος απόκτησης ενός εκπαιδευμένου σκύλου – οδηγού ανέρχεται σε 30.000 ευρώ.
Ενημερωτικό Υλικό για το Γλαύκωμα
Είναι αξιοσημείωτο ότι λόγω της «σιωπηλής» εξέλιξης της πάθησης – τουλάχιστον στα αρχικά στάδια – μέχρι και 50% των πραγματικά πασχόντων στις αναπτυγμένες χώρες δεν γνωρίζουν ακόμα ότι έχουν γλαύκωμα και άρα δεν βρίσκονται υπό θεραπεία. Αυτός ο αριθμός μπορεί να φθάσει μέχρι το 90% στα υπό ανάπτυξη μέρη του πλανήτη.
Στην Ελλάδα η επίπτωση του Γλαυκώματος υπολογίζεται στο 2% του γενικού πληθυσμού, αλλά το ποσοστό αυτό αυξάνει σημαντικά με την πάροδο της ηλικίας. Περίπου 200.000 με 250.000 άτομα έχουν Γλαύκωμα αλλά ένα μέρος από αυτούς δεν είναι διαγνωσμένοι.
Από μία έρευνα που έγινε πρόσφατα σε ένα δείγμα 917 συμμετεχόντων, βρέθηκε ότι 1 στους 5 Έλληνες δεν έχει επισκεφθεί ποτέ στη ζωή του Οφθαλμίατρο, ενώ 2 στους 5 Έλληνες (42%) δεν έχουν μετρήσει ποτέ την πίεση των ματιών τους. Επίσης σε άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών όπου το Γλαύκωμα είναι συχνότερο, μόνο οι μισοί (51%) επισκέπτονται τακτικά τον οφθαλμίατρό τους, ενώ περίπου 15% δεν έχουν μετρήσει ποτέ την πίεση των ματιών τους. Πάνω από τους μισούς Έλληνες (54%) είχαν ακούσει για το Γλαύκωμα, μια λέξη Ελληνική που προέρχεται από το αρχαίο «γλαυκός» που σημαίνει κυανόλευκος και κατά τον Αριστοτέλη αποδίδει το χρώμα που παίρνει το μάτι των πασχόντων στο τελικό στάδιο (απόλυτο Γλαύκωμα).