Ωστόσο, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι στις παραπάνω πληροφορίες. Τα αποτελέσματα της μελέτης προέκυψαν από μικρό δείγμα πληθυσμού και δεν υπάρχουν άλλες μελέτες που να επιβεβαιώνουν τα συμπεράσματα της Χόλτ. Επιπλέον, υπάρχουν κάποια παράδοξα συμπεράσματα τα οποία χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση. Ένα από αυτά είναι ότι η πατάτα έχει μεγαλύτερο δείκτη κορεσμού από το ρύζι ολικής άλεσης. Όμως, η πατάτα έχει και μεγαλύτερο γλυκαιμικό δείκτη, γεγονός το οποίο δείχνει ότι ανεβάζει απότομα τα επίπεδα της γλυκόζης. Το ίδιο συμβαίνει και με το ρύζι σε σχέση με το άγριο ρύζι. Το ρύζι έχει μεγαλύτερο δείκτη κορεσμό αλλά και μεγαλύτερο γλυκαιμικό δείκτη. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει σύνδεση του δείκτη κορεσμού με το γλυκαιμικό δείκτη αλλά ούτε και με την περιεκτικότητα της τροφής σε φυτικές ίνες αφού τα μούσλι που είναι πιο πλούσια σε φυτικές ίνες από τα δημητριακά καλαμποκιού έχουν χαμηλότερο δείκτη κορεσμού, γεγονός το οποίο προκαλεί έκπληξη, αφού ως γνωστόν οι φυτικές ίνες παρατείνουν τον κορεσμό.
Τέλος, η μελέτη δεν έδωσε αποτελέσματα για μια ευρεία γκάμα τροφών και δεν υπήρχε έλεγχος της λήψης τροφής τις ημέρες πριν την έρευνα, γεγονός το οποίο επηρεάζει την κατανάλωση τροφής την ημέρα της έρευνας.
Είναι ακόμα πολύ νωρίς για να θεωρήσουμε τον δείκτη κορεσμού ένα αξιόπιστο εργαλείο αξιολόγησης των τροφών και για την ώρα μοιάζει να είναι ένας εντυπωσιακός εμπορικός όρος που προσελκύει όσους επιθυμούν να χάσουν βάρος «εύκολα».
Κλινική διαιτολόγος – Διατροφολόγος, ΜSc , MBA,.SRD