Το σύνδρομο του επιζώντα (Survivor Guilt) παρατηρείται πολύ συχνά σε άτομα τα οποία έχουν βιώσει κάποιο πολύ έντονο τραυματικό γεγονός, όπως φυσική καταστροφή, πόλεμο, επιδημία ή ακόμη και ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Το σύνδρομο αυτό χαρακτηρίζεται από έντονες τύψεις καθώς και ενοχές, οι οποίες προέρχονται από την υποσυνείδητη εσφαλμένη αντίληψη του ατόμου που επέζησε ότι δεν θα έπρεπε να είχε επιζήσει από τη στιγμή που όλοι οι άλλοι γύρω του έχασαν τη ζωή τους.
Το σύνδρομο αυτό εντοπίστηκε το 1960 και ακολούθησαν αρκετές μελέτες πάνω στους επιζώντες του ολοκαυτώματος. Σημερα κατατάσσεται ως διαταραχή πλέον στο DSM μαζί με το PTSD (Μετατραυματικής αγχώδους διαταραχής άγχους) και μοιράζονται πολλά κοινά συμπτώματα.
Εκτός από το έντονο αίσθημα των τύψεων, το ατομο βιώνει εξαιρετικά έντονο άγχος και τείνει να κατηγορεί τον εαυτό του ότι δεν προσπάθησε αρκετά να σώσει τους υπόλοιπους, όποτε δεν του αξίζει να ζει. Πιστεύει ότι έχει κατά κάποιο τρόπο μερίδιο ευθύνης για ο’τι συνέβη και πως δεν συνέβαλε, με την αδυναμία του, στο να προσφέρει βοήθεια. Αυτές οι Καταστροφικές Σκέψεις προκαλούν κατάθλιψη και σε συνδυασμό με το μετατραυματικό σοκ προκαλούν μια σειρά από συμπτώματα όπως καταναγκαστική ενασχόληση με το τραυματικό γεγονός, αναβίωση ή αποφυγή του γεγονότος, διαταραχές ύπνου, διατροφικές διαταραχές, έντονο φόβο, αδυναμία συγκέντρωσης, κατάχρηση ουσιών, αποξένωση και αυτοκτονικές σκέψεις.
Η έντονη ύπαρξη της ενοχής έχει ένα μεγάλο δευτερεύον όφελος, το οποίο πολλές φορές παίζει το ρόλο του μηχανισμού άμυνας και βοήθα το ατομο να εστιάσει σε μια χρονική στιγμή πριν από το τραυματικό γεγονός. Δίνει στο ατομο δηλαδή μια ψευδή αίσθηση ελέγχου και γεννάει διάφορες φαντασιώσεις στο ατομο για το τι θα μπορούσε να είχε κανει. Αυτός ο μηχανισμός αποτρέπει το άτομο από το να αγγίξει άλλα σημαντικά θέματα ή έντονα συναισθήματα και λειτουργεί ως αποφυγή του τραυματικού γεγονότος (Chaplin, 1975; Nader, 1997). Η ενοχή που δεν επιλύεται παρεμποδίζει την κοινωνική και συναισθηματική εξέλιξη του ατόμου και μπορεί στο μέλλον να προκαλέσει πολύ σημαντικά ψυχιατρικά προβλήματα.
Θεραπεία:
Λόγω του ότι το σύνδρομο του επιζώντα είναι στενά συνδεδεμένο με το PTSD, οι θεραπευτικές παρεμβάσεις είναι παρόμοιες σε τραυματικά γεγονότα, όπως αυτό της Νορβηγίας και παίζει πολύ μεγάλο ρόλο η έγκαιρη παρέμβαση ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών στο σημείο της τραγωδίας τις πρώτες ώρες μετά το συμβάν. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν καλύτερα αποτελέσματα της θεραπείας ατόμων με PTSD που ξεκίνησαν άμεσα τη θεραπεία (Michel & Everly, 2001). Η έγκαιρη παρέμβαση δίνει την ευκαιρία της έκφρασης και της συναισθηματικής αποφόρτισης που μπορούν να προκαλέσουν ένα αίσθημα κάθαρσης πάνω στην οποία μπορεί να βασιστεί η μελλοντική θεραπεία.
Ως θεραπεία του PTSD είναι πολύ αποτελεσματική η ομαδική θεραπεία, αλλά και σε ατομικό επίπεδο, με μεθόδους συμπεριφοριστικής θεραπείας εστιασμένη στο τραύμα (CBT), EMDR, οικογενειακή θεραπεία αλλά και βραχεία ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία.
Θα ήθελα να παραθέσω μια ατάκα του Βίκτορος Ουγκώ πάνω στο θέμα της ενοχής “ Ένοχος δεν είναι αυτός που κανει την αμαρτία, αλλά αυτός που προκαλεί το σκοτάδι”. Το γεγονός ότι στην υπόθεση της Νορβηγίας εντοπίσθηκε ο ένοχος και θα τιμωρηθεί δυστυχώς δεν είναι αρκετό για να αντιμετωπιστεί το σκοτάδι που προκάλεσε στις ψυχές όλων αυτών που επέζησαν.
Clinical Psychology MA
Chaplin, J. P. (1975). Dictionary of Psychology.
Herman, J. L. (1992). Captivity. Trauma and recovery, (pp. 74-95).
James, B. (1994). Handbook for treatment of attachment-trauma problems in children. Lexington, MA: Lexington Books.