Η είσοδος ενός παιδιού στην εφηβεία σηματοδοτεί μια περίοδο άγχους και αναζητήσεων. Προσπαθεί να διαμορφώσει μια ταυτότητα, να ανακαλύψει το ρόλο του στην οικογένεια, την κοινωνία, τις φιλίες του και ταυτόχρονα να καταλάβει και να αποδεχτεί τις ραγδαίες αλλαγές στο σώμα του. Είτε γίνει νωρίς ή αργά (πρώιμη ή όψιμη ήβη) η ενασχόληση με το σώμα είναι έντονη και η πίεση που νιώθει ο έφηβος μεγάλη. Οι διαταραχές διατροφής αρχικά ξεκινούν σαν μια προσπάθεια μείωσης της έντασης και σαν στρατηγική αντιμετώπισης προβλημάτων και μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και στο θάνατο. Περίπου το 0,5-2% των γυναικών πάσχει από ψυχογενή ανορεξία και το 2-4% από βουλιμία. Εμφανίζονται συχνότερα στις γυναίκες (8 φορές περισσότερο, παρόλο που η διαφορά μικραίνει τα τελευταί χρόνια) από τους άντρες.
Τα αίτια των διαταραχών διατροφής είναι πολυπαραγοντικά. Ένα από αυτά είναι τα πρότυπα της εποχής μας, όπως παρουσιάζονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Παρόλο που τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία υπέρ των καμπύλων, για πολλά χρόνια το ανορεκτικό πρότυπο επικρατούσε. Η εικόνα των αδύνατων μοντέλων, τραγουδιστών ή ηθοποιών που είναι ευτυχισμένοι έχει καταγραφεί στο συλλογικό ασυνείσητο των εφήβων ταυτίζοντας την ευτυχία με το σωματικό βάρος. Και όλα αυτά σε συνδυασμό με την έμφυτη ανάγκη του εφήβου για την ύπαρξη προτύπων στα οποία επιθυμεί να μοιάσει.
Μεγάλη, όμως, σημασία στην ανάπτυξη διατροφικών διαταραχών διαδραματίζει και η οικογένεια. Οι διαταραχές αυτές ξεκινούν ως η προσπάθεια του εφήβου να αποκτήσει τον έλεγχο, να ξεσπάσει δυσάρεστα συναισθήματα ή να αυτοτιμωρηθεί. Αυτό συμβαίνει αν στην οικογένεια υπάρχει λεκτική, σωματική ή συναισθηματική κακοποίηση, παραμέληση του εφήβου ή του ασκείται έντονη κριτική. Παράλληλα, όταν το οικογενειακό περιβάλλον δεν ευνοεί την επικοινωνία και τη συζήτηση, τα συναισθήματα του εφήβου μένουν καταπιεσμένα μέσα του και αισθάνεται μοναξιά και άγχος. Παρόμοια συμπτώματα μπορούν να εμφανιστούν και όταν ασκείται έντονη πίεση στον έφηβο για επιτυχία (συνήθως σχολική). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το φαγητό λειτουργεί σαν πηγή ευχαρίστησης, η οποία ακολουθείται από μια σειρά πράξεων αυτοτιμωρίας (πχ: εμετοί). Επίσης, η διαταραχή διατροφής παρουσιάζει το δευτερογενές όφελος ότι μέσα από αυτή ο έφηβος τραβάει την προσοχή των γονέων του.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι έφηβοι με διαταραχές διατροφής παρουσιάζουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και έμμονες ιδέες. Επίσης, χαρακτηριστική είναι και η επιδίωξη τελειομανίας με την αγωνία μήπως κάνουν λάθη, τις υψηλές προσδοκίες από τον εαυτό και την ανάγκη για ανταπόκριση στις γονεϊκές επιταγές.
Οι έφηβοι συνήθως προσπαθούν να κρατήσουν μυστικό το πρόβλημα τους από την οικογένεια, ακόμα και από τους φίλους τους. Υπάρχει, όμως, μια σειρά από προειδοποιητικά σημάδια που χρειάζεται να προβληματίσει τους γονείς. Κάποια από αυτά είναι η υπερβολική ενασχόληση με το σωματικό βάρος, η αυστηρή δίαιτα, η υπερφαγία σε περιόδους άγχους, η εξαφάνιση μετά από τα γεύματα, οι υπερβολές στη γυμναστική, τα καταθλιπτικά συμπτώματα, η συχνή χρήση καθαρτικών και οι διαταραχές της εμμήνου ρήσης. Παρόλο που ο εφήβος μπορεί να συνεχίσει να αρνείται την ύπαρξη οποιουδήποτε προβλήματος τα συμπτώματα των διαταραχών διατροφής αρχίζουν και γίνονται ολοένα και πιο εμφανή. Ο έφηβος παραλείπει γεύματα ή τρώει υπερβολικά σε ένα από αυτά, παραλείποντας τα υπόλοιπα. Επίσης, παρατηρείται αλλαγή στο σωματικό βάρος, αυπνίες, προβλήματα στα δόντια, απώλεια μαλλιών, αδύναμα νύχια, υπερκινητικότητα και θαμπό δέρμα. Σε όλες τις περιπτώσεις κυριαρχεί η διαστρεβλωμένη εικόνα του σώματος (μια έφηβη μπορεί να ζυγίζει 40 κιλά και παρόλα αυτά να πιστεύει ότι είναι υπέρβαρη και ότι πρέπει να χάσει λίπος). Στην περίπτωση της ψυχογενούς ανορεξίας ο έφηβος σταδιακά σταματάει εντελώς να τρώει και αποβάλλει το αίσθημα της πείνας. Στην ψυχογενή βουλιμία ο έφηβος τρώει μεγάλες ποσότητες φαγητού (κυρίως λιπαρού και υψηλών θερμίδων) και μετά το αποβάλλει αμέσως, με τη χρήση καθαρτικών ή με την πρόκληση εμετού, για να αντισταθμίσει την πράξη του. Αυτά τα διαστήματα υπερφαγίας εναλλάσσονται με περιόδους αυστηρής δίαιτας, με αποτέλεσμα ο οργανισμός του και το ορμονικό του σύστημα να χάνει την ισορροπία του.
Οι γονείς ή οι φίλοι που θέλουν να προσεγγίσουν έναν έφηβο με διαταραχές διατροφής θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί ώστε να μην φανούν επικριτικοί. Μερικές συμβουλές για μια αποτελεσματική προσέγγιση είναι οι εξής:
- Επικεντρωθείτε στα συναισθήματά σας για τον έφηβο, όχι στα κιλά που θέλετε να πάρει. Μιλήστε του για την ανησυχία σας σχετικά με τη διατροφική του συμπεριφορά και δείξτε σεβασμό σε αυτά που θα απαντήσει, ακόμα και αν διαφέρουν με τις δικές σας πεποιθήσεις.
- Μην κρίνετε την εμφάνισή του, είτε θετικά, είτε αρνητικά γιατί αυτό ενισχύει την εμμονή του με αυτήν.
- Αποφύγετε τις έντονες συγκρούσεις επειδή δεν τρώει ή κάνει εμετούς. Με το να απαιτείτε άμεσες αλλαγές ή να τους κάνετε να νιώθουν επιπλέον τύψεις ή ενοχές, απλά ενισχύετε το πόσο μόνοι αισθάνονται.
- Μην προτείνετε υπεραπλουστευμένες λύσεις, όπως «Αν σταματήσεις να κάνεις εμετό, όλα θα πάνε καλά». Οι διαταραχές διατροφής είναι ένα σύνθετο φαινόμενο που απαιτεί συντονισμένη και συνεχή προσπάθεια για να θεραπευτεί.
Η θεραπεία των διαταραχών διατροφής είναι δύσκολη, αλλά όχι ακατόρθωτη. Σίγουρα χρειάζεται μια διεπιστημονική προσπάθεια (παθολόγος, διαιτολόγος, ψυχολόγος ή ψυχίατρος). Η βοήθεια των ειδικών είναι απαραίτητη καθώς το πρόβλημα είναι αρκετά σύνθετο για να υπάρχει αυτοίαση. Κομβικός είναι ο ρόλος του ψυχολόγου, όχι μόνο για ατομική θεραπεία του εφήβου, αλλά και για οικογενειακή, ώστε να τροποποιηθεί και το στενό περιβάλλον του. Συνήθως, η θεραπεία εκλογής σε αυτές της περιπτώσεις είναι η γνωσιακή-συμπεριφορική προσέγγιση, εμπλουτισμένη με στοιχεία από την προσωποκεντρική μέθοδο.
Ψυχολόγος, M.Sc.