Η τσιγκουνιά είναι ένα χαρακτηριστικό που υποδηλώνει χαρακτήρα ανασφαλή και ως εκ τούτου ελεγκτικό. Τσιγκούνης δεν είναι κάποιος που είναι απλά επιφυλακτικός ως προς την υπερβολική σπατάλη ή που, επειδή έχει προγραμματίσει να κάνει κάποιες επενδύσεις ή να τοποθετήσει τα χρήματά του σε κάτι που έχει επιλέξει, ως εκ τούτου φροντίζει να είναι προσεκτικός στο πώς διαχειρίζεται τις δαπάνες του. Αυτό, όλοι μας έχουμε κληθεί κάποια στιγμή να το κάνουμε και είναι απολύτως φυσιολογικό αλλά και συνετό. Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ του τσιγκούνη και του ‘οικονόμου’ είναι, κατά πρώτον, ότι ο δεύτερος θα είναι προσεκτικός με τις δαπάνες του για κάποια χρονικά διαστήματα όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο για να εξυπηρετήσει κάποιο πρακτικό σκοπό και κατά δεύτερον, ο ίδιος, δηλαδή ο ‘οικονόμος’, έναντι του τσιγκούνη, θα συνεχίζει να είναι γενναιόδωρος με άλλους τρόπους, όπως, για παράδειγμα, με τη φιλοξενία του, το να μοιραστεί ό,τι έχει, το να προστρέξει στην ανάγκη του άλλου, το να μοιραστεί ανοιχτόκαρδα τα συναισθήματά του, το σπίτι του, τις χαρές και τις λύπες του.
Η τσιγκουνιά είναι μια κατάσταση παθολογική, η οποία έχει επέκταση σε όλη τη ζωή του προσώπου που πάσχει από αυτήν. Δεν έχει να κάνει με τις οικονομικές δυνατότητες κάποιου απαραιτήτως, μιας και μπορεί συχνά να παρατηρηθεί σε ανθρώπους που έχουν οικονομική ευμάρεια και δεν έχουν αντικειμενικό λόγο να είναι τόσο συγκρατημένοι με τα έξοδά τους.
Ψυχαναλυτικά, λέμε πως ένας άνθρωπος τσιγκούνης, έχει υποστεί καθήλωση στο πρωκτικό ψυχοσεξουαλικό στάδιο. Όπως δηλαδή ένα μωρό ελέγχει τους σφικτήρες του και μπορεί αυτόν του τον έλεγχο, ασυνειδήτως, να τον εκμεταλλευτεί για να επικοινωνήσει κάτι στο γονεϊκό του περιβάλλον ή για να διαχειριστεί συναισθήματα άγχους που το κατακλύζουν, έτσι και ο τσιγκούνης άνθρωπος ελέγχει αυτά που έχει με έναν τρόπο που επικοινωνεί κάτι στους γύρω του αλλά και διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Αναλόγως με το πώς έχει ‘εκπαιδευτεί’ ένα μωρό στην τουαλέττα του και το πώς οι γονείς του έχουν αντιδράσει, μπορεί να ενδοβάλλει σε αυτήν την ευαίσθητη ηλικία ένα μοντέλο για το τι είναι σωστό να κάνει όσον αφορά το πόσο ελέγχει και συγκρατεί τις φυσικές του ροπές και λειτουργίες ή το πόσο φοβισμένο είναι να αφεθεί φυσιολογικά σε αυτές δίχως υπερβολή στον έλεγχο τους. Σαφώς και το οικογενειακό περιβάλλον και η διαχείριση όχι μόνο των συναισθημάτων αλλά και των χρημάτων μέσα στην οικογένεια καθώς μεγαλώνει ένα παιδί θα παίξουν σημαντικό ρόλο στο πώς το ίδιο, στην ενηλικίωσή του, θα φέρεται σε σχέση με τα συναισθήματα αλλά και με τα χρήματά του.
Σφιχτός θα είναι λοιπόν ο τσιγκούνης άνθρωπος και στην έκφραση των συναισθημάτων του, μιας και ο υποκείμενος φόβος του είναι να μην διαρρεύσουν τα συναισθήματά του, να μην χάσει τον έλεγχο πάνω σε αυτά, να μην πέσει θύμα εκμετάλλευσης, ίσως φοβούμενος ότι κατόπιν μιας τέτοιας απώλειας θα γίνει βορρά στις επιθυμίες, τα συναισθήματα και τις προθέσεις των άλλων. Ειδικά δε κάποιος που έχει πολλά χρήματα και στηρίζεται σε αυτά για τον αυτοπροσδιορισμό και την αυτοεκτίμησή του αλλά και διακατέχεται από τον φόβο ότι οι άλλοι σχετίζονται μαζί του με απώτερο σκοπό να του τα πάρουν ή να τα σπαταλήσουν μαζί του μπορεί να εντείνει την τσιγκουνιά του είτε απ’το φόβο ότι τα χρήματα είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο είναι επιθυμητή η συντροφία του, είτε γιατί, ελέγχοντας τα χρήματά του, χειραγωγεί το συναίσθημα των κοντινών του ανθρώπων που μπορεί και κάποιες φορές δικαίως να περιμένουν κάτι απ’αυτόν, όπως π.χ. ένας σύντροφος από έναν άλλο μέσα σε ένα ζευγάρι.
Υπάρχουν δε αυτοί που τσιγκουνεύονται μόνο ως προς τη σχέση τους με τους άλλους ενόσω μπορεί για τον εαυτό τους να είναι σπάταλοι. Αυτό δείχνει περισσότερο έναν φόβο εκμετάλλευσης ή αδικίας ή μπορεί να είναι ενδεικτικό και μιας άπληστης θέσης ζωής. Σε κάθε περίπτωση, ένας τσιγκούνης άνθρωπος δεν βρίσκει ανάπαυση στη σχέση του με τους συνανθρώπους του, παρά αντλεί μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας και άρα ανάπαυσης στην σχέση του με το χρήμα ή στην σιγουριά ότι μπορεί να ελέγξει το συναίσθημά του όπως ελέγχει την τσέπη του και το περιβάλλον του. Ο τσιγκούνης άνθρωπος δεν πιστεύει στο ότι ‘έχει ο Θεός’, αλλά στο ότι ‘έχει ο άνθρωπος’ και φέρεται με καχυποψία έναντι του περιβάλλοντός του. Αυτό βέβαια συνεπάγεται και μια σημαντικότατη απώλεια για τον ίδιο, μιας και οι διαπροσωπικές του σχέσεις υποφέρουν, γεγονός που όμως δεν στέκεται πάντα ικανό να τον αποτρέψει από την σφιχτή, ελεγκτική του συμπεριφορά και στάση.
Ο τσιγκούνης άνθρωπος δεν θέλει να μοιράζεται, αδυνατεί να βρεί τη χαρά στην απέκδυση από τον έλεγχο και τη μέριμνα για τα καθημερινά και τετριμμένα όπως και αδυνατεί να κάνει ένα άλμα εμπιστοσύνης προς τον πλησίον του και τη ζωή την ίδια και να αφεθεί στις όποιες εναλλαγές της, τις οποίες, εκ των πραγμάτων, κανείς μας δεν μπορεί να ελέγξει.
Το περιβάλλον που πλαισιώνει έναν τσιγκούνη άνθρωπο συνήθως τον χαρακτηρίζει αρνητικά και συχνά τον σχολιάζει ή τον χλευάζει γι’αυτήν του τη στάση. Ο ίδιος οχυρώνεται πίσω απ’την φαινομενική ορθότητα της απόφασής του να είναι σφικτός με τα χρήματά του, συνήθως εκφέροντας μια λίστα υποστηρικτικών επιχειρημάτων γι’αυτήν. Σπανιότερα δείχνει το κοινωνικό και διαπροσωπικό περιβάλλον ενός τσιγκούνη ανθρώπου ανοχή σε αυτόν, με αποτέλεσμα να απομονώνεται κοινωνικά και να μην χαίρει μιας πιο εγκάρδιας συσχέτισης με τους γύρω του. Η τσιγκουνιά είναι συχνά αναφερόμενη ως ένα από τα εξαιρετικά αποτρεπτικά χαρακτηριστικά για να συνάψει κανείς ερωτική σχέση και βιώνεται στενόχωρα και απειλητικά, εφόσον βέβαια, όπως προανέφερα, μολύνει όλες τις διαστάσεις της ζωής του προσώπου που την έχει.
Για να καταπολεμηθεί, η τσιγκουνιά πρέπει να βιωθεί ως πρόβλημα απ’τον ίδιο τον άνθρωπο που την έχει ως χαρακτηριστικό. Αν ο ίδιος φτάσει στο σημείο, είτε από μόνος του είτε με παρακίνηση του περιβάλλοντός του, να συνειδητοποιήσει το πόσο τον περιορίζει αυτό του το χαρακτηριστικό και πόσο τον απομονώνει συναισθηματικά, τότε θα μπορούσε να ζητήσει κάποια βοήθεια – γιατί όχι και ψυχοθεραπευτική – ώστε να διαχειριστεί αυτό του το πρόβλημα. Όσον αφορά στη στάση των γύρω, καλό είναι με ειλικρίνεια αλλά και με αγάπη να επισημαίνουν στον τσιγκούνη φίλο, συγγενή ή σύντροφό τους, την καταστρεπτική συνέπεια της εσωτερικής του στάσης και άρα της συμπεριφοράς του και να τον φέρνουν αντιμέτωπο με τις επιπτώσεις αυτής, αν θέλουν πραγματικά να τον βοηθήσουν.
Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια