Το σύνδρομο της Νυχτερινής Υπερφαγίας

new23_7110201_s.jpg

Το Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας είναι κοινό τόσο σε άντρες όσο και σε γυναίκες ενώ είναι πιο κοινό σε νεαρότερες ηλικίες. Τα άτομα με Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας (Night eating syndrome, NES), εμφανίζουν πρωινή ανορεξία και βραδινή υπερφαγία που συνοδεύεται από διαταραχές του ύπνου εφόσον υπάρχουν  συνεχείς διακοπές νυχτερινής κατανάλωσης φαγητού. Σε πιο ήπιες περιπτώσεις το άτομο ξυπνάει το βράδυ προκειμένου να φάει ή να τσιμπολογήσει και μετά ξανακοιμάται. Η χρονιότητα και η σοβαρότητα σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει το άτομο να σηκωθεί το βράδυ και να μαγειρέψει ένα δείπνο πλούσιο συνήθως σε υδατάνθρακες. Η νυχτερινή υπερφαγία μπορεί να παρουσιαστεί είτε ως μια χρόνια συνεχής διαταραχή πρόσληψης τροφής είτε να κάνει την εμφάνιση της σε περιόδους έντονου άγχους προκειμένου να διευκολυνθούν τα συναισθήματα στρες. Συχνά τα άτομα εμφανίζουν κατάθλιψη ή μια Γενικευμένη Αγχώδη Διαταραχή και χαμηλή αυτοεκτίμηση συμπτώματα που εκτονώνονται μέσω του φαγητού.

Τα άτομα με Νυχτερινή Υπερφαγία εμφανίζουν την τάση να προσλαμβάνουν μειωμένη ποσότητα τροφής στο πρώτο μισό της ημέρας ενώ η πρόσληψη αυξάνεται σταδιακά. Ο ύπνος διακόπτεται μέχρι και 4 φορές σε ένα βράδυ προκειμένου το άτομο να καταναλώσει την απαραίτητη ποσότητα τροφής που θα το ανακουφίσει. Σε αντίθεση με τη φυσιολογική κατανάλωση που καταλαμβάνει περίπου το 80% της συνολικής πρόσληψης τροφής από το πρωί μέχρι το βράδυ, τα άτομα με Νυχτερινή Υπερφαγία μπορεί να καταναλώσουν μέχρι και 60% της τροφής κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Τα βραδινά γεύματα είναι συνήθως πλούσια σε υδατάνθρακες, γλυκόζη και πρωτεΐνες. Ο συνδυασμός και η αναλογία αυτών των συστατικών προάγει τη σεροτονίνη που διευκολύνει τόσο τον ύπνο αλλά και δημιουργεί ένα αίσθημα χαλάρωσης, ευχαρίστησης και ηρεμίας ενώ καταπολεμά τα συμπτώματα της κατάθλιψης. Βέβαια μετά την κατανάλωση τροφής τα άτομα αυτά συχνά νιώθουν ενοχές. Η Νυχτερινή Υπερφαγία συνδέεται συχνά με την κατάθλιψη, την παχυσαρκία και τη χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Σε σχέση με την ψυχογενή βουλιμία, τα άτομα με Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας δεν χρησιμοποιούν αντισταθμιστικές μεθόδους ή συμπεριφορές (χρήση διουρητικών/ καθαρτικών/ πρόκληση εμέτου) προκειμένου να ‘απαλλαγούν’ από το σύνολο των θερμίδων που έχουν καταναλώσει. Επίσης τα άτομα με Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας δεν καταναλώνουν ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα τροφών όπως στην ψυχογενή βουλιμία. Τα γεύματα είναι συνήθως μικρά και συχνά ενώ στην ψυχογενή βουλιμία ο όγκος είναι μεγάλος και εμπεριέχεται μόνο σε ένα γεύμα. Στο Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας η κατανάλωση τροφής είναι συνειδητή σε αντίθεση με άλλες νυχτερινές διαταραχές πρόσληψης τροφής.

Τα άτομα με Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας συνήθως έχουν αυξημένο βάρος αλλά αναφέρουν πως πριν την έναρξη της διαταραχής το βάρος τους κυμαινόταν σε φυσιολογικά επίπεδα. Αν προσέλθουν σε κάποιον διαιτολόγο ή διατροφολόγου προκειμένου να επιτύχουν απώλεια βάρους δυσκολεύονται πολύ να το μειώσουν. Αυτή η δυσκολία εμφανίζεται και μεταξύ των ομάδων παχύσαρκων ατόμων  που παρουσιάζουν ή όχι το σύνδρομο. Το Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας διαταράσσει τον μεταβολισμό εφόσον ο οργανισμός έχει μειωμένες λειτουργίες σε φάσεις ξεκούρασης (όπως ο ύπνος) και συσσωρεύει λίπος.

Συμπερασματικά, υπάρχουν τρεις παράγοντες που προδιαθέτουν στην ανάπτυξη του συνδρόμου και περιλαμβάνουν διαταραχές στη διάθεση, οδηγούν σε προβλήματα ύπνου και προκειμένου να διευκολυνθεί η διοχέτευση του άγχους και της κακής ψυχολογικής διάθεσης αναπτύσσεται έλλειψη ισορροπίας στη διατροφή.  Υπάρχει σαφής σύνδεση με νευροενδοκρινολογικούς μηχανισμούς που είναι πιθανόν να οδηγήσουν στην εμφάνιση της παχυσαρκίας. Έχει βρεθεί ότι τα άτομα με Σύνδρομο Νυχτερινής Υπερφαγίας έχουν μειωμένα επίπεδα μελατονίνης και λεπτίνης κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Η διάγνωση παρόλα αυτά είναι αντιφατική εφόσον η εγκυρότητα και η κλινική χρήση της έχει αμφισβητηθεί. Προς το παρόν δεν υπάρχουν επίσημα κριτήρια ενώ φαίνεται ότι προσβάλλει μεταξύ 1-2% του πληθυσμού.

Η θεραπεία του Συνδρόμου Νυχτερινής Υπερφαγίας είναι πολύπλευρη και περιλαμβάνει τη συμμετοχή τόσο Κλινικού Διαιτολόγου, Ψυχολόγου και πιθανόν σε περιπτώσεις που η κατάθλιψη είναι σε υψηλότερα επίπεδα η συμμετοχή του ψυχιάτρου προκειμένου να χορηγηθεί αντικαταθλιπτική αγωγή. Τα άτομα με το σύνδρομο αυτό είναι εγκλωβισμένα σε έναν φαύλο κύκλο που διαιωνίζεται και συντηρείται από σκέψεις, συναισθήματα και συμπεριφορές. Η Γνωστική Συμπεριφορική θεραπεία συμβάλλει σημαντικά στην εξάλειψη αυτού του φαύλου κύκλου με τεχνικές που τροποποιούν τις δυσλειτουργικές πεποιθήσεις.

Dr Τέσσα Χριστοδούλου PhD, CPsych

Κλινική Ψυχολόγος- Νευροψυχολόγος