Όλοι μας γνωρίζουμε πλέον τις βλαβερές συνέπειες του καπνίσματος σε παιδιά και ενήλικες. Παρόλα αυτά, πρόσφατη ανασκόπηση μελετών για την συχνότητα του καπνίσματος στην Ελλάδα έδειξε ότι κατέχουμε μία από τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη, με ποσοστά ανδρών καπνιστών σε μεγάλα αστικά κέντρα στο 51% και γυναικών στο 39% (1). Τι συμβαίνει λοιπόν με ένα σημαντικό ποσοστό καπνιστριών γυναικών που φέρνουν ένα μωρό στον κόσμο; Μπορούν να θηλάσουν ή κάτι τέτοιο απαγορεύεται;
Η επιστήμη μας λέει ότι το κάπνισμα της λεχώνας δεν είναι αντένδειξη για το θηλασμό του παιδιού της. Σύμφωνα με την Αμερικανική Παιδιατρική Ακαδημία, «το κάπνισμα της μητέρας δεν αποτελεί αντένδειξη για την έναρξη ή την συνέχιση του θηλασμού, αλλά οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να συμβουλεύουν τις καπνίστριες μητέρες να αποφεύγουν το κάπνισμα στο σπίτι και να κάνουν κάθε προσπάθεια για να το κόψουν όσο πιο γρήγορα γίνεται» (2).
Στην πραγματικότητα το δίλημμα «κάπνισμα ή θηλασμός» δεν υπάρχει. Το τσιγάρο έχει βλαβερή επίδραση στο μωρό, είτε αυτό θηλάζει είτε όχι. Το παθητικό κάπνισμα από τη μητέρα ή τον πατέρα είναι παράγοντας κινδύνου για την υγεία του παιδιού. Από την άλλη μεριά ο θηλασμός είναι ένας δυνατός προστατευτικός παράγοντας για την υγεία του παιδιού. Και αντίστροφα, ο μη θηλασμός του, η διατροφή του με ξένο γάλα με μπιμπερό, αποτελεί πρόσθετο παράγοντα κινδύνου που αυξάνει την πιθανότητα εκδήλωσης πολλών σωματικών και ψυχικών προβλημάτων.
Για να το πούμε διαφορετικά, ένα μωρό που θηλάζει μητέρα μη καπνίστρια προστατεύεται μέσα από δύο πράγματα, το θηλασμό και την εισπνοή καθαρού αέρα. Ένα δεύτερο μωρό που πίνει μπιμπερό ξένου γάλακτος από μητέρα καπνίστρια κινδυνεύει από δύο πράγματα, από το μη θηλασμό του και από το παθητικό κάπνισμα. Τέλος ένα τρίτο μωρό που θηλάζει μητέρα καπνίστρια κινδυνεύει από ένα πράγμα, το κάπνισμα, ενώ ταυτόχρονα προστατεύεται από ένα άλλο, το θηλασμό, έτσι που τελικά κινδυνεύει λιγότερο σε σύγκριση με το δεύτερο μωρό. Το κάπνισμα πειράζει ακόμα περισσότερο το μωρό που δεν απολαμβάνει την σημαντική προστασία στην υγεία του μέσα από το μητρικό θηλασμό. Τα οφέλη του θηλασμού είναι τόσα πολλά και ανεκτίμητα που δε μπορούν να ξεπεραστούν από την επιβάρυνση του μητρικού γάλακτος με ουσίες του τσιγάρου. Ο μη θηλασμός για ένα μωρό καπνίστριας είναι ένας επιπλέον επιβαρυντικός παράγοντας για την υγεία του. Στερείται των ζωντανών ανοσοποιητικών κυττάρων, των ενζύμων, των ορμονών και των αυξητικών παραγόντων που περιέχονται σε αφθονία στο μητρικό γάλα και που το θωρακίζουν ενάντια σε επιβλαβείς περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως ο καπνός.
Το παθητικό κάπνισμα σε μωρό που είτε θηλάζει είτε όχι, είτε εκτίθεται στον καπνό της μητέρας είτε του πατέρα, αυξάνει την πιθανότητα το παιδί να πάθει συχνότερες ωτίτιδες και αναπνευστικές λοιμώξεις. Μεγαλώνει τον κίνδυνο για αλλεργική ευαισθητοποίηση του παιδιού, με συνέπεια επεισόδια βρογχόσπασμου και απώτερα άσθμα. Εισπνοή καπνού σε μεγάλες δόσεις προκαλεί στο παιδί νευρικότητα, ενοχοποιείται στο Σύνδρομο ελλειματικής προσοχής και υπερκινητικότητας, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο για Σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Συνδέεται σε βάθος χρόνου με εμφάνιση καρκίνου.
Όλα τα παραπάνω τα αντιμάχεται ο θηλασμός, τόσο περισσότερο όσο πιο αποκλειστικός και μακροχρόνιος είναι. Ο μητρικός θηλασμός είναι προστατευτικός παράγοντας ενάντια σε ωτίτιδες, λοιμώξεις, αλλεργίες, άσθμα, σύνδρομο βρεφικού θανάτου και καρκίνους της παιδικής ηλικίας. Προστατεύει επιπλέον μια καπνίστρια μητέρα από τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού και ωοθηκών. Επομένως η μητέρα που δε μπορεί να κόψει το κάπνισμα καλό θα ήταν να θηλάζει, ώστε να αυξήσει την προστασία τη δική της και του παιδιού της από ορισμένες βλαβερές συνέπειες από την έκθεση στον καπνό.
Μία μελέτη από την Τουρκία, δημοσιευμένη το 2009 (3), θέλησε να εξετάσει την επίδραση του παθητικού καπνίσματος στην ανάπτυξη και την συχνότητα λοιμώξεων των βρεφών, και να διευκρινίσει κατά πόσο ο θηλασμός δρα προστατευτικά ενάντια στις βλαβερές συνέπειες του καπνού. Μελετήθηκαν 254 μωρά ηλικίας 6-7 μηνών. Βρήκαν ότι τα μωρά καπνιστριών μητέρων είχαν 9 φορές περισσότερες αναπνευστικές λοιμώξεις. Εκείνα καπνιστριών που θήλαζαν είχαν μόνο 3 φορές περισσότερες λοιμώξεις. Τα βρέφη καπνιστριών που δε θήλαζαν είχαν 15 φορές περισσότερες λοιμώξεις, ενώ όσα δε θήλαζαν και είχαν και πατέρα καπνιστή κινδύνευαν 40 φορές περισσότερο. Τα μωρά που είχαν μητέρα καπνίστρια κινδύνευαν 9 φορές περισσότερο από ωτίτιδα, ενώ ο θηλασμός τους κατέβαζε τον κίνδυνο από το 9 στο 5. Οι επιστήμονες συμπέραναν ότι το κάπνισμα των γονιών έχει αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη των βρεφών, ενώ οδηγεί στην εμφάνιση ωτίτιδας και αναπνευστικών λοιμώξεων. Ο θηλασμός ενίσχυσε την ανάπτυξη των βρεφών που εκτίθονταν στο παθητικό κάπνισμα και τα προστάτευσε από λοιμώξεις. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, το κάπνισμα δε θα έπρεπε να επιτρέπεται σε σπίτι με μωρά. Εάν αυτό είναι αδύνατο, ο θηλασμός των βρεφών θα έπρεπε να ενθαρρύνεται, ώστε να μετριαστούν οι κίνδυνοι στην υγεία τους από το παθητικό κάπνισμα.
Οι αντιοξειδωτικές ουσίες (όπως οι βιταμίνες Α, Ε, C) δρουν προστατευτικά στον ανθρώπινο οργανισμό, μετριάζοντας τις αρνητικές συνέπειες από τις τοξικές ουσίες του καπνού. Σε μια επιστημονική μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2009 (4) εξετάστηκαν τα επίπεδα αντιοξειδωτικών ουσιών στο αίμα σε βρέφη 6 μηνών. Βρέθηκε ότι το μέσο επίπεδο αυτών των ευεργετικών ουσιών στο αίμα ήταν σημαντικά μειωμένο σε μωρά καπνιστριών, αλλά ήταν πιο ανεβασμένο σε μωρά καπνιστριών που θήλαζαν. Οι ερευνητές συμπέραναν ότι η έκθεση στον καπνό ελαττώνει σημαντικά τα επίπεδα αντιοξειδωτικών ουσιών στο αίμα των βρεφών, όμως ο μητρικός θηλασμός μπορεί να βοηθήσει αυτά τα μωρά προλαμβάνοντας τη μεγάλη πτώση σε αυτές τις τιμές.
Ερευνητές από την Αγγλία παρακολούθησαν για δέκα χρόνια μια ομάδα 1500 περίπου παιδιών (5). Ανακάλυψαν ότι τα παιδιά που είχαν από νωρίς επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού ήταν πιο πιθανό να αναπτύξουν άσθμα στην σχολική ηλικία. Θηλασμός τους για παραπάνω από τρεις μήνες μείωνε τον κίνδυνο εμφάνισης άσθματος αργότερα. Επιπλέον, παιδιά που κατά την εγκυμοσύνη είχαν εκτεθεί στο κάπνισμα της μητέρας τους κι έπειτα θήλαζαν παρουσίαζαν λιγότερο συχνά άσθμα, σε σύγκριση με εκείνα που εκτέθηκαν στο καπνό και δε θήλασαν. Οι επιστήμονες συμπέραναν ότι ένα μεγάλο ποσοστό των περιπτώσεων άσθματος κατά την παιδική ηλικία μπορούν να αποφευχθούν εάν προωθούνταν ο μητρικός θηλασμός, προλαμβάνονταν το κάπνισμα στην εγκυμοσύνη και αποφεύγονταν οι επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις αναπνευστικού κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής.
Θα πει κανείς: «Μα καλά, δεν περνάει η νικοτίνη στο μητρικό γάλα;» Η νικοτίνη ανιχνεύεται στο μητρικό γάλα φτάνοντας στην υψηλότερή της συγκέντρωση μισή ώρα μετά το κάπνισμα. Έρευνες δείχνουν ότι σε λήψη έως πέντε τσιγάρων την ημέρα, η νικοτίνη που ανευρίσκεται στο μητρικό γάλα παραμένει σε αμελητέες ποσότητες. Με παραπάνω από πέντε τσιγάρα την ημέρα, όσο περισσότερα κάνει η μητέρα, τόσο μεγαλύτερη η παρουσία της ουσίας στο μητρικό γάλα. Ακόμα όμως και σε βαριά καπνίστρια, τα οφέλη από τη συνέχιση του θηλασμού υπερτερούν των όποιων κινδύνων από την παρουσία νικοτίνης στο μητρικό γάλα.
Οι περισσότερες από τις υπόλοιπες ουσίες που περιέχονται στον καπνό αποδομούνται σε μεγάλο βαθμό στο έντερο του παιδιού και δεν φτάνουν στο αίμα του. Αντίθετα, οι βλαπτικές ουσίες του καπνού – που είναι πολλές, όχι μόνο η νικοτίνη – εισπνέονται από το μωρό της καπνίστριας – ανεξάρτητα δηλαδή θηλασμού του ή όχι – και φτάνουν στο αίμα του μέσα από το παθητικό κάπνισμα.
Μήπως το κάπνισμα επηρεάζει την παραγωγή της μαμάς σε γάλα; Οι απαντήσεις που δίνει η επιστήμη έως τώρα στο ερώτημα δεν είναι οριστικές, αλλά με τον συνήθη, μικρό έως μέτριο αριθμό τσιγάρων την ημέρα, η γαλουχία δεν επηρεάζεται σημαντικά από την νικοτίνη. Σε βαριές καπνίστριες υπάρχει πάντως πιθανότητα να επηρεαστεί αρνητικά η παραγωγή τους σε γάλα.
Τι συμβαίνει λοιπόν με τις καπνίστριες μητέρες στη χώρα μας; Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Εθνικής μελέτης συχνότητας και προσδιοριστικών παραγόντων μητρικού θηλασμού που δημοσιεύθηκε το 2009, η επιλογή του καπνίσματος έχει σαν συνέπεια είτε μη έναρξη θηλασμού, είτε την πρόωρη διακοπή του (6). Η ύπαρξη της αρνητικής αυτής συσχέτισης σε συνδυασμό με το μεγάλο ποσοστό των γυναικών που κάπνιζαν στο δείγμα της μελέτης καθιστά το κάπνισμα μείζονα καθοριστικό παράγοντα του θηλασμού. Παρόλο που στο δείγμα της έρευνας η επίδραση του καπνίσματος ήταν καταφανής στον αποκλειστικό θηλασμό τον 1ο μήνα (14% των καπνιστριών θηλάζουν, έναντι 24% των μη καπνιστριών), έγινε πιο έντονη στο θηλασμό τον 3ο και 6ο μήνα (τον 3ο μήνα θηλάζουν 20% των καπνιστριών, έναντι 48% των μη καπνιστριών και τον 6ο μήνα 7% έναντι 29%). Γιατί λοιπόν οι καπνίστριες μητέρες δε θηλάζουν; Μήπως γιατί τους «κόβεται» το γάλα; Μήπως γιατί έχουν χαμηλότερο κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο ή επίπεδο εκπαίδευσης, σε σύγκριση με τις μη καπνίστριες; Ή μήπως γιατί επαγγελματίες υγείας παραπληροφορούν τις μητέρες αυτές απαγορεύοντάς να θηλάσουν, με αποτέλεσμα στο δίλημμα που τους επιβάλλεται να επιλέγουν την επανέναρξη του καπνίσματος;
Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι μόνο ελληνικό. Και διεθνώς η μητέρες οδηγούνται να επιλέξουν ανάμεσα στην συνέχιση του καπνίσματος και στο θηλασμό του παιδιού τους (7). Αλλά και στην περίπτωση που ο πατέρας καπνίζει, ο θηλασμός του παιδιού κινδυνεύει. Σε έρευνα από την Κίνα (8) που δημοσιεύθηκε το 2010 και αφορούσε πάνω από 1000 ζευγάρια, το κάπνισμα του πατέρα αποδείχθηκε ότι ήταν παράγοντας κινδύνου για πρόωρο σταμάτημα του μητρικού θηλασμού.
Επιστήμονες από την Αμερική θέλησαν να διερευνήσουν τους λόγους που οι καπνίστριες μητέρες θηλάζουν λιγότερο τα παιδιά τους (9). Πήραν αναλυτικές συνεντεύξεις από 44 γυναίκες που κάπνιζαν στην εγκυμοσύνη τους. 82% των γυναικών είχαν πρόθεση να θηλάσουν για τουλάχιστον έξι μήνες. Παρόλα αυτά, μόνο το 5% θήλαζε τελικά αποκλειστικά στους έξι μήνες. Το ξεκίνημα του θηλασμού και οι διάρκειά του ήταν πολύ λιγότερο από τις προθέσεις τους. Οι μητέρες ένιωθαν ότι έβαζαν σε μεγάλο κίνδυνο το μωρό τους με το να θηλάζουν και να καπνίζουν συγχρόνως. Η πεποίθησή τους ότι η σύνθεση του μητρικού γάλακτος είχε τοξικά, βλαβερά και εθιστικά αποτελέσματα στο παιδί ήταν ισχυρός λόγος για να αποθηλάσουν πρόωρα. Οι ίδιες μητέρες δήλωσαν ότι εισέπραξαν πολύ λίγη ενθάρρυνση να συνεχίσουν το θηλασμό παρά την αδυναμία τους να κόψουν το κάπνισμα. Τα αποτελέσματα δείχνουν την ανάγκη πιο συστηματικής και συνεπούς εκπαίδευσης των γυναικών για το θέμα θηλασμός και κάπνισμα, όπως και την ανάγκη για πιο σθεναρή προώθηση του θηλασμού παρά το κάπνισμα μετά τη γέννηση.
Σε μια έρευνα του 2010 από την Αμερική (10), 158 μητέρες που κάπνιζαν στο ξεκίνημα της εγκυμοσύνης τους συμμετείχαν σε προγράμματα διακοπής του καπνίσματος πριν και μετά τον τοκετό. Δύο μήνες μετά τον τοκετό, 41% όσων συμμετείχαν στο πρόγραμμα θήλαζαν, σε σύγκριση με 26% των γυναικών που δεν έκαναν προσπάθεια να διακόψουν το κάπνισμα. Στους τρεις μήνες, τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 35% σε σύγκριση με 17%. Οι ερευνητές συμπέραναν ότι προσπάθειες για την διακοπή του καπνίσματος στις εγκύους και τις λεχώνες έχουν ως ευεργετική συνέπεια την αύξηση στη διάρκεια του μητρικού θηλασμού. Επομένως, εάν θέλουμε να φέρουμε περισσότερες μητέρες κοντά στο θηλασμό, πρέπει το σύστημα υγείας ήδη από την εγκυμοσύνη να προσφέρει τα εφόδια για την διακοπή του καπνίσματος.
Δυστυχώς στις μέρες μας η παραπληροφόρηση των γυναικών για το θηλασμό είναι πολύ μεγάλη. Επαγγελματίες, ειδικοί και μη, όχι μόνο δεν ενθαρρύνουν σοβαρά και συστηματικά μια μητέρα να σταματήσει το κάπνισμα, όχι μόνο δεν ενθαρρύνουν με γνώσεις τη μητέρα που δε μπορεί να το κόψει να ξεκινήσει ή να συνεχίσει το θηλασμό του παιδιού της, αλλά τις περισσότερες φορές ορθώνουν αναίτια εμπόδια στο θηλασμό, πολλές φορές απαγορεύοντάς τον!
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό. Το επιστημονικό πεδίο της γαλουχίας υποβαθμίζεται σε όλον τον κόσμο και είναι επιτακτική η ανάγκη να αυξηθεί η σωστή ενημέρωση προς τους επαγγελματίες υγείας. Σε μια έρευνα του 2009 από την Πενσυλβάνια των ΗΠΑ εξετάστηκαν οι νοοτροπίες και οι γνώσεις των παιδιάτρων σε σχέση με το θηλασμό και το κάπνισμα (11). Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι, παρά την σαφή οδηγία της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας που υποστηρίζει το θηλασμό για τις μητέρες που καπνίζουν (12), μόνο 20% των παιδιάτρων είχαν επαρκές επίπεδο γνώσεων για το θέμα. Πολλοί ήταν αυτοί που συνέστησαν ξένο γάλα για βρέφη σε μητέρες που κάπνιζαν. Οι περισσότεροι παιδίατροι δεν ήταν σίγουροι για την ασφάλεια του καπνίσματος κατά τη γαλουχία. Χρειάζονται λοιπόν μεγαλύτερες προσπάθειες, τόσο στις ΗΠΑ όσο βέβαια και στην Ελλάδα, για να εκπαιδευτούν σωστά οι επαγγελματίες υγείας και να συμβουλεύουν τις έγκυες και τις νέες μητέρες επαρκώς και ορθά πάνω σε θέματα γαλουχίας και καπνίσματος.
Στην περίπτωση του καπνίσματος, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, όπως τα πρόωρα μωρά, τα μωρά με χρόνια πάθηση ή τα μωρά από χαμηλά κοινωνικο-οικονομικά στρώματα, εκείνα τα μωρά που έχουν μεγάλη ανάγκη το θηλασμό και που θα ωφελούνταν πολλαπλάσια από τα πλεονεκτήματά του είναι δυστυχώς ταυτόχρονα εκείνα που τον απολαμβάνουν λιγότερο. Χρειάζεται το σύστημα υγείας να κατανοήσει ότι κάποια από τα βρέφη που γεννιούνται σε αυτήν τη χώρα ξεκινούν από μειονεκτικότερη θέση, και για αυτά τα μωρά χρειάζεται το ίδιο σύστημα να επενδύσει πολλαπλάσια στην έναρξη και την συνέχιση του θηλασμού τους. Σύμφωνα με επιστήμονες από τη Βραζιλία (13), οι μητέρες που καπνίζουν είναι πιο πιθανό να είναι νεαρής ηλικίας, χαμηλού επιπέδου μόρφωσης και χωρίς υποστήριξη. Αυτές οι μητέρες αποτελούν ομάδα κινδύνου για να εγκαταλείψουν το θηλασμό του παιδιού τους. Ταυτόχρονα, ο θηλασμός θα μπορούσε να ισορροπήσει στα ίδια, υψηλού κινδύνου παιδιά τα μειονεκτήματα στην υγεία τους εξαιτίας του μειονεκτικότερου υπόβαθρού τους. Μωρά που γεννιούνται σε οικογένειες καπνιστών είναι καλύτερα προστατευμένα μέσα από το θηλασμό παρά από την σίτιση με ξένο γάλα. Υπάρχει ανάγκη για πολιτικές υγείας που θα ενθαρρύνουν αυτές ακριβώς τις κοινωνικά μειονεκτικές ομάδες να επιλέξουν το θηλασμό ως καλύτερο και ασφαλέστερο.
Αν μια γυναίκα αδυνατεί να κόψει το κάπνισμα κατά τη διάρκεια της λοχείας, πως μπορούμε να περιορίσουμε τη ζημιά; Ενθαρρύνουμε τον αποκλειστικό θηλασμό και την προτρέπουμε να κάνει τσιγάρο αμέσως μετά το φαγητό του παιδιού. Μετά από λήψη ενός τσιγάρου, η νικοτίνη φτάνει στα μέγιστα επίπεδα στο μητρικό γάλα μέσα σε μισή με μία ώρα, ενώ δύο ώρες αργότερα έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Επομένως, συμβουλεύουμε τη μητέρα να καπνίσει τότε που είναι πιο πιθανό το μωρό να μην ξαναθηλάσει για τις επόμενες δύο ώρες, συνήθως το βράδυ, αμέσως μετά το τελευταίο γεύμα του μωρού και στην αρχή του μακρύτερου ύπνου του.
Είναι πολύ βασικό να τονίσουμε στη μητέρα ότι θα πρέπει να καπνίζει μακριά από το παιδί, έξω από το σπίτι, να μαζεύει τα μαλλιά της, να πλένει τα δόντια και τα χέρια της μετά το τσιγάρο. Θα πρέπει να φροντίζει ιδιαίτερα για το συχνό πλύσιμο των ρούχων της. Εάν φοράει ρούχα που έχουν εκτεθεί στον καπνό, να αποφεύγει την αγκαλιά. Να μην κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι με το μωρό. Να επιβάλλει τις ίδιες προφυλάξεις και στον καπνιστή πατέρα ή στους επισκέπτες.
Όλη η παραπάνω συζήτηση βέβαια δεν αποτελεί λόγο για μια μαμά να εφησυχάζεται και να καπνίζει περισσότερο μετά τον τοκετό. Είναι καλό να ενθαρρύνουμε τη θηλάζουσα να σταματήσει να καπνίζει, τουλάχιστον να καπνίζει λιγότερο. Η περίοδος της εγκυμοσύνης, της λοχείας, της μητρότητας αλλά και της πατρότητας είναι συχνά ευκαιρία για πολλούς ενήλικες να αλλάξουν τρόπο ζωής και να υιοθετήσουν πιο υγειινές συνήθειες. Έρευνες μάλιστα δείχνουν ότι οι περισσότερες καπνίστριες που αποφασίζουν να μη θηλάζουν το μικρό τους καπνίζουν τελικά περισσότερο, οπότε και προκαλούν μεγαλύτερη βλάβη στο παιδί. Ο θηλασμός επομένως συχνά προστατεύει και μόνο με τον περιορισμό που φέρνει στο κάπνισμα της μητέρας.
Ο θηλασμός δεν είναι ιδανική κατάσταση αλλά φυσιολογική για όλα τα μωρά και όλες τις μητέρες. Το ιδανικό θα ήταν η λεχώνα να μην κάπνιζε. Επίσης, το ιδανικό θα ήταν το μωρό μας να ανέπνεε πεντακάθαρο, βουνίσιο αέρα και όχι αυτόν της πόλης, τον γεμάτο καυσαέρια, σκόνη και καπνό. Ζούμε όμως στην πόλη και δεν απαγορεύουμε στο παιδί μας να αναπνεύσει. Έτσι και με το θηλασμό, δεν τον απαγορεύουμε επειδή δεν είναι «ιδανικός», γιατί είναι τόσο ζωτικός για το παιδί όσο και ο αέρας που αναπνέει.
Παιδίατρος MRCPCH DCH IBCLC
Επιστημονική βιβλιογραφία
1. Vardavas CI et al. Smoking Policy and Prevalence in
2. Gartner LM et al. Breastfeeding and the use of human milk. Pediatrics. 2005;115(2):496-506.
3. Yilmaz G et al. Effect of passive smoking on growth and infection rates of breast-fed and non-breast-fed infants. Pediatr Int. 2009;51(3):352-8.
4. Yilmaz G et al. The effect of passive smoking and breast feeding on serum antioxidant vitamin (A, C, E) levels in infants. Acta Paediatr. 2009;98(3):531-6.
5. Karmaus W et al. Long-term effects of breastfeeding, maternal smoking during pregnancy, and recurrent lower respiratory tract infections on asthma in children. J Asthma. 2008;45(8):688-95.
6. Γάκη Ε κα. Εθνική μελέτη συχνότητας και προσδιοριστικών παραγόντων μητρικού θηλασμού. Ινστιτούτο Υγείας Παιδιού, Αθήνα, 2009.
7. Weiser TM et al. Association of maternal smoking status with breastfeeding practices:
8. Xu F et al. Paternal Smoking and Breastfeeding in Xinjiang, PR China. J Hum Lact. 2010 Jun 23. [Epub ahead of print]
9. Goldade K et al. Breastfeeding and smoking among low-income women: results of a longitudinal qualitative study. Birth. 2008;35(3):230-40.
10. Higgins TM et al. Effects of cigarette smoking cessation on breastfeeding duration. Nicotine Tob Res. 2010;12(5):483-8.
11. Lucero CA et al. An examination of attitudes, knowledge, and clinical practices among
12.
13. Dorea JG et al. Maternal smoking and infant feeding: breastfeeding is better and safer. Matern Child Health J. 2007;11(3):287-91.