Λίγο μετά ή αρκετά μετά από την έναρξη μιας συντροφικής σχέσης βρισκόμαστε να ζούμε με τον άνθρωπο που επιλέξαμε στον ίδιο χώρο. Στην αρχή όλα δείχνουν και είναι καλά. Περνάμε μαζί τις ελεύθερες ώρες μας, κάνουμε πράγματα που αρέσουν και στους δύο, είμαστε χαρούμενοι και ευτυχισμένοι, νομίζουμε πως βρήκαμε το άλλο μας μισό.
Περνώντας όμως ο καιρός, μπαίνει η καθημερινότητα στην μέση και χωρίς να το καταλαβαίνουμε η ζωή μας μετατρέπετε μέρα με την ημέρα σε μια συνήθεια, σε μια σταθερότητα τόσο βαρετή που θυμίζει θάνατο. Μια ζωή που δεν μας κάνει ευτυχισμένους αλλά δεν μπορούμε να πούμε και το αντίθετο δηλαδή ότι είμαστε δυστυχισμένοι. Και ξαφνικά ανακαλύπτουμε πως ότι μας ευχαριστεί και ότι έχει νόημα στην ζωή μας το ζούμε χωρίς αυτόν τον άνθρωπο που επιλέξαμε για σύντροφο. Και όλο πιο συχνά αρχίζουμε να λείπουμε από το σπίτι ψάχνοντας να βρούμε αλλού πηγές ευχαρίστησης ή ίσως απλά να καθόμαστε παραπάνω στην δουλειά, λέγοντας στον εαυτό μας και στο άλλο μας μισό ότι έχουμε πολύ δουλειά ενώ στην πραγματικότητα απλώς προτιμούμε να είμαστε εκεί παρά στο σπίτι μαζί του/της. Και έτσι ο καιρός περνάει και μέρα με την μέρα απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο από τον/την σύντροφό μας. Και φτάνουμε κάποια στιγμή στο σημείο να μην αναγνωρίζουμε πια ο ένας τον άλλον, να νιώθουμε ξένοι μεταξύ μας, να μην έχουμε τα ίδια «θέλω» να μην μοιραζόμαστε τις σκέψεις μας, τις ανησυχίες μας, τις επιθυμίες μας. Να είμαστε στον ίδιο χώρο αλλά να μην βλέπει ο ένας τον άλλον, να μιλάμε αλλά να μην ακούμε ο ένας τον άλλον.
Τότε ίσως νιώσουμε κάποιες ενοχές για το γεγονός ότι δεν είμαστε αυτοί οι σύντροφοι που θέλαμε κάποτε να γίνουμε ή/και δεν είμαστε οι γονείς που θέλαμε να γίνουμε. Και τότε σκεφτόμαστε πως φταίει το έτερο ήμισυ γι’ αυτό και όχι εμείς. Και αυτό με την σειρά του μας οδηγεί στο να αποφεύγουμε τον/την σύντροφό μας με διάφορους τρόπους είτε να λείπουμε τελείως από το σπίτι είτε να είναι εκεί μόνο το φυσικό μας σώμα και όχι όλη μας η ύπαρξη. Αδιαφορούμε για το τι σκέφτεται, τι νιώθει, πως περνάει τη μέρα της/του. Τότε μέσα μας αρχίζει μια μάχη ανάμεσα σε δύο αντικρουόμενα στοιχεία. Το ένα είναι ότι νιώθουμε πως αυτή η σχέση δεν μας ικανοποιεί πια, δεν μας γεμίζει, μας αφήνει αδιάφορους. Το άλλο είναι ότι ξέρουμε πως κάποτε είχαμε ένα όνειρο για μια σχέση που θα μας ικανοποιούσε και θα μας γέμιζε. Και ενώ γίνεται αυτή η μάχη μέσα μας τις περισσότερες φορές δεν κάνουμε απολύτως τίποτα προς καμιά κατεύθυνση. Καθόμαστε εκεί απλά και βλέπουμε τη ζωή μας να περνάει έτσι αδιάφορα μπροστά από τα μάτια μας. Και τι να κάνουμε; Αφού βαθιά μέσα μας δεν πιστεύουμε πια στο όνειρο, νομίζουμε ότι κάναμε λάθος παλιότερα και ότι δεν υπάρχει σχέση έτσι όπως την φανταζόμασταν, τουλάχιστον αυτό μας έδειξε η μέχρι τώρα εμπειρία μας. Κι έτσι αφού δεν έχουμε την σχέση που θα θέλαμε και τελικά μάλλον δεν υπάρχει η σχέση που θα θέλαμε καταδικάζουμε τον εαυτό μας στην μοναξιά και μαζί με τον εαυτό μας καταδικάζουμε και τον ή την σύντροφό μας αφού κλείνουμε τις διόδους προσέγγισης και δεν αφήνουμε εκείνον ή εκείνη να μας πλησιάσει.
Αυτή θέλαμε να είναι η ζωή μας όταν ήμασταν παιδιά; Αυτή θέλαμε να είναι η ζωή μας όταν ήμασταν έφηβοι; Αυτή θέλουμε να είναι η ζωή μας από εδώ και πέρα; Όχι, όχι, όχι. Αλλά τι μπορούμε να κάνουμε για να έρθουμε πιο κοντά στο όνειρο μας όταν δεν το πιστεύουμε πια;
Το πρώτο βήμα που μπορεί να γίνει είναι να θυμηθούμε το όνειρο. Τι θέλαμε τότε; Απλά πράγματα, ένα σύντροφο που θα μας καταλάβαινε, που θα μας αγαπούσε, που θα ήταν δίπλα μας, που θα ήταν πιστός/η, που θα μπορούσαμε να συνεννοηθούμε μαζί του/της. Υπάρχει κάποιος άνθρωπος που δεν τα θέλει αυτά οποία κι αν είναι η ηλικία του; Όχι. Τότε γιατί ενώ όλοι τα ίδια θέλουμε δεν μπορούμε να τα βρούμε και να τα προσφέρουμε σε μια σχέση έτσι ώστε να ζούμε ευτυχισμένοι μέσα σε αυτή; Το κλειδί σε αυτή την ερώτηση είναι η λέξη «προσφέρουμε». Μπορούμε να προσφέρουμε εμείς στην σχέση; Μπορούμε, εάν το θέλουμε. Το θέλουμε όμως στην πραγματικότητα;
Όταν θέλουμε κάτι π.χ. επαγγελματική καταξίωση χρειάζεται προσπάθεια καταρχάς για να βρούμε την κατάλληλη δουλειά. Αφού την βρούμε χρειάζεται να δουλέψουμε σκληρά αφενός μεν για να την κρατήσουμε αφετέρου για να ανελιχθούμε στην ιεραρχία ή στην κορυφή του επαγγέλματος που διαλέξαμε. Εφόσον το καταφέρουμε και αυτό θα χρειαστεί να δουλέψουμε εξίσου σκληρά για να διατηρηθούμε εκεί ψηλά που φτάσαμε. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την συντροφική σχέση. Χρειάζεται προσπάθεια για να βρούμε την κατάλληλη σχέση, προσπάθεια για να την κρατήσουμε, προσπάθεια για να γίνει καλύτερη, προσπάθεια για να κρατηθεί στο καλύτερο δυνατό επίπεδο. Αυτό είναι αρκετά δύσκολο και κουραστικό, όχι όμως και ακατόρθωτο.
Αυτός ο δρόμος είναι ο δύσκολος. Ο εύκολος δρόμος είναι αυτός ο οποίος περιλαμβάνει πολύ γκρίνια και αδιαφορία για ότι συμβαίνει. Πόσοι από εμάς δεν έχουμε πει κάποια στιγμή στην ζωή μας ότι δεν μας καταλαβαίνουν, ότι δεν μας αγαπούν και ότι είμαστε άτυχοι σε ότι αφορά την επιλογή της/του συντρόφου; Πόσοι από εμάς δεν έχουμε φτάσει στο σημείο να αδιαφορούμε για την σχέση μας ή για το ότι δεν έχουμε σχέση; Ο εύκολος δρόμος περιλαμβάνει γκρίνια και αδιαφορία αλλά για να γλυτώσουμε από την κούραση που προκαλεί η σκληρή δουλειά για τη σχέση, τον προτιμούμε!!!
Αξίζει όμως να ζήσουμε το υπόλοιπο της ζωής μας μέσα στην γκρίνια, την μεμψιμοιρία, την δυστυχία απλά και μόνο για να μην κουραστούμε δουλεύοντας για το καλύτερο που μπορούμε να έχουμε; Όχι δεν αξίζει. Όλοι αξίζουμε και μπορούμε να έχουμε υγιείς συντροφικές σχέσεις. Όλοι αξίζουμε και μπορούμε να δίνουμε και να παίρνουμε αγάπη, επικοινωνία, κατανόηση, αποδοχή, σεβασμό, ασφάλεια, ενδιαφέρον και ότι άλλο ο καθένας και η καθεμία από εμάς έχει ανάγκη για να είναι ευτυχισμένος/η και να εξελιχθεί ως άνθρωπος.