Ο χρόνος που διαρκεί ο αποκλειστικός μητρικός θηλασμός και η ακριβής στιγμή εισαγωγής άλλων τροφίμων αποτελεί θέμα έντονου προβληματισμού διεθνώς. Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας συστήνει τον αποκλειστικό θηλασμό του βρέφους τουλάχιστον για τους πρώτους τέσσερις μήνες της ζωής του βρέφους και αν είναι δυνατό μέχρι τον 6ο μήνα για σωστή ανάπτυξη, εξέλιξη και υγεία.
Υπάρχει μια γενική πεποίθηση ότι ο κίνδυνος από την εισαγωγή τροφίμων και υγρών πριν τους 4 μήνες είναι πολύ μεγαλύτερος από οποιοδήποτε πιθανό πλεονέκτημα. Γενικά τα συμπληρωματικά τρόφιμα πριν τον 6ο μήνα φαίνεται ότι δεν προάγουν την ανάπτυξη, ενώ αντίθετα υπάρχει ο κίνδυνος να υποκαταστήσουν το μητρικό γάλα. Επίσης αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης τροφικών αλλεργιών και προβλημάτων πέψης γι’ αυτό καλό είναι το χρονικό αυτό διάστημα του αποκλειστικού μητρικού θηλασμού να τηρείται.
Συμπληρωματικά τρόφιμα μπορούν να εισαχθούν στη διατροφή ενός βρέφους ανάμεσα στον 4ο -6ο μήνα στην περίπτωση που δεν αυξάνει το βάρος του ή δείχνει συνέχεια πεινασμένο παρά τον εντατικό θηλασμό ή όταν ούτως ή άλλως λαμβάνει από τη γέννηση υποκατάστατο μητρικού γάλακτος, δηλαδή τροποποιημένο γάλα αγελάδας 1ης βρεφικής ηλικίας.
Μετά το 1ο εξάμηνο, για να ικανοποιούνται οι συνεχώς αυξανόμενες διατροφικές ανάγκες των βρεφών, είναι απαραίτητο να λαμβάνουν επαρκή και ασφαλή συμπληρωματικά τρόφιμα, ενώ ο μητρικός θηλασμός μπορεί να εξακολουθήσει μέχρι το 2ο χρόνο ή και περισσότερο, στη συχνότητα που επιθυμεί το βρέφος.
Ο ακριβής χρόνος εισαγωγής τροφίμων στο διαιτολόγιο ενός βρέφους είναι διαφορετικός και εξαρτάται από το βαθμό ωριμότητάς του. Στην ηλικία των 6 μηνών το πεπτικό σύστημα των βρεφών είναι πλέον ώριμο για να πέψει τα πρώτα στερεά και ημιστερεά τρόφιμα. Στην ίδια ηλικία εξάλλου το βρέφος έχει ωριμάσει νευρομυϊκά ώστε να κάθεται με στήριξη, να ελέγχει τις κινήσεις της γλώσσας του, να καταπίνει και να εκδηλώνει πείνα ή κορεσμό με κινήσεις του κεφαλιού. Στην ηλικία αυτή συχνά τα βρέφη αρχίζουν να βγάζουν δόντια, να βάζουν αντικείμενα στο στόμα τους και να δείχνουν ενδιαφέρον σε καινούριες γεύσεις.
Ταυτόχρονα κατά τον 6ο μήνα παρατηρείται αύξηση της κινητικότητας του βρέφους που οδηγεί στην αύξηση των ενεργειακών του αναγκών. Τα συμπληρωματικά τρόφιμα επομένως είναι απαραίτητα για να γεμίσουν το κενό ανάμεσα στις ενεργειακές απαιτήσεις του βρέφους και την ενέργεια που προσφέρεται με το μητρικό γάλα για να συνεχίσει το βρέφος να αναπτύσσεται στον ίδιο ρυθμό (βλ. επισυναπτόμενο αρχείο).
Πότε πρέπει να εισάγεται κάθε τρόφιμο στη διατροφή του βρέφους;
Κατάλληλα συμπληρωματικά τρόφιμα είναι εκείνα που είναι πλούσια σε ενέργεια και θρεπτικά συστατικά ιδιαίτερα σε σίδηρο, ψευδάργυρο, ασβέστιο, βιταμίνη Α και C και φυλλικό οξύ. Τα συμπληρωματικά τρόφιμα που εισάγονται στη διατροφή των βρεφών είναι δύο ειδών:
• Τα τρόφιμα που παρασκευάζονται στο σπίτι και
• Τα ειδικά εμπλουτισμένα βρεφικά τρόφιμα του εμπορίου
Η έναρξη της εισαγωγής τροφίμων γίνεται με κάποιο βρεφικό τρόφιμο ενισχυμένο σε σίδηρο, όπως είναι το ρυζάλευρο που σπάνια προκαλεί αλλεργική αντίδραση. Το ρυζάλευρο μπορεί να διαλύεται στο μητρικό γάλα ή στο υποκατάστατο του και να δίνεται με το κουτάλι.
Φρούτα σε μορφή πουρέ είναι η επόμενη επιλογή γιατί είναι πλούσια σε βιταμίνες. Εισάγεται ένα φρούτο κάθε φορά αφήνοντας περίπου ένα μεσοδιάστημα μιας εβδομάδας για να ελεγχθούν πιθανά συμπτώματα δυσανοχής και να συνηθίζει το βρέφος την καινούρια γεύση.
Ο πολτός λαχανικών εισάγεται μετά τα φρούτα και συνήθως συστήνεται να αποτελείται από σκούρα πράσινα (κολοκύθι, σπανάκι, σέλινο κ.α.) και πορτοκαλί λαχανικά (καρότα, κόκκινη κολοκύθα) γιατί είναι πλούσια σε φυλλικό οξύ, σίδηρο και βιταμίνη Α.
Στη συνέχεια εισάγεται το κρέας που περιέχει πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας, βιταμίνες Β και σίδηρο. Το κρέας μαγειρεύεται, αλέθεται και προσφέρεται με τα λαχανικά σε ένα γεύμα μαζί με χυμό λεμονιού που αποτελεί καλή πηγή βιταμίνης C και αυξάνει την απορρόφηση του σιδήρου.
Τα δημητριακά εισάγονται από τον 6ο μήνα, οπότε η κρέμα ρυζάλευρου μπορεί να αντικατασταθεί από κρέμα σιτάλευρου. Εναλλακτικά αντί για κρέμα σε αυτή την ηλικία μπορούν να καταναλώνονται και άλλα τρόφιμα όπως είναι το βρεφικό, εμπλουτισμένο με σίδηρο γιαούρτι.
Το ψάρι εισάγεται στην βρεφική διατροφή στον 11ο μήνα, ενώ το αυγό στους 12 μήνες γιατί και τα δύο αποτελούν ιδιαίτερα αλλεργιογόνα τρόφιμα.
Κατά τη διάρκεια του 2ου εξάμηνου, οι ανάγκες σε γάλα μειώνονται και εάν δεν εξακολουθεί ο θηλασμός, τότε χορηγείται τροποποιημένο γάλα αγελάδας δεύτερης βρεφικής ηλικίας σε 2-3 γεύματα ημερησίως. Το αγελαδινό γάλα δεν αποτελεί καλή πηγή σιδήρου και δεν θα πρέπει να εισάγεται στην διατροφή του βρέφους πριν τους 12 μήνες εξαιτίας της υψηλής παραγωγής ρινικής βλέννης, που προκαλεί και τον αυξημένο κίνδυνο γαστρικής απώλειας αίματος και αλλεργικής αντίδρασης. Μετά τους 12 μήνες επίσης καλό είναι το γάλα να είναι εμπλουτισμένο σε σίδηρο και σε πρεβιοτικές ίνες για την καλύτερη πέψη του από το έντερο.
Το λάδι είναι συμπυκνωμένη μορφή ενέργειας επομένως προσθέτοντας 1 κ.γ. λάδι σε ένα γεύμα προσφέρεται επιπλέον ενέργεια σε μικρό όγκο. Εάν το λάδι είναι μάλιστα το ελαιόλαδο τότε προσλαμβάνονται επίσης και όλα τα ωφέλιμα μικροθρεπτικά συστατικά που περιέχει, όπως η βιταμίνη Ε.
Νερό μπορεί να δίνεται στα βρέφη μετά τον 6ο μήνα μαζί με τα γεύματα, αλλά και ενδιάμεσα, χωρίς όμως να γίνεται υπερβολή στη ποσότητα που δίνεται με συνέπεια να περιορίζεται η όρεξη.
Τέλος ζάχαρη και αλάτι δε θα πρέπει να προστίθενται στα γεύματα του βρέφους. Για τον ίδιο λόγο κονσερβοποιημένα τρόφιμα δεν είναι κατάλληλα για βρέφη.
Πηγή: www.nutrimed.gr