Σε τι χρησιμεύει η μύτη;
Ὁ ρόλος της μύτης είναι διπλός και πολύ σπουδαίος:
• να κλιματίζει (θέρμανση, καθαρισμός, ύγρανση) τον εισπνεόμενο αέρα
• να εξυπηρετεί την όσφρηση (και μέσω αυτής τη συνολική γεύση, την κοινωνικότητα και τη σεξουαλικότητα)
Οι ξεχωριστές αυτές λειτουργίες εξυπηρετούνται από τις δύο ξεχωριστές μοίρες του βλεννογόνου της μύτης: την αναπνευστική μοίρα (4/5 του βλεννογόνου) και την πολύ μικρότερη οσφρητική μοίρα, πού ευρίσκεται ψηλά, στη οσφρητική αύλακα.
Οι δύο τύποι ρινικού επιθηλίου
ΟΚ=οσφρητικό κύτταρο, ΥΚ=υποστηρικτικό κύτταρο, ΒΚ=βασικό κύτταρο, ΟΝ=οσφρυτικά νημάτια (νευρίδια)
Διακρίνεται ο ιδιαίτερος τύπος των οσφρυτικών κροσσών
Ένας φυσιολογικός άνθρωπος παράγει ημερησίως κατά μέσον όρο 2 λίτρα ρινικής βλέννης, πού εξυπηρετεί την εφύγρανση και τον καθαρισμό του ανωτέρου αναπνευστικού. Ἡ βλέννη αυτή σχηματίζει ένα λεπτό, υγρό στρώμα πάνω στον βλεννογόνο, πού ωθείται σταθερά από τούς κρωσσούς της αναπνευστικής μοίρας προς τον ρινοφάρυγγα, απ’ όπου ασυναίσθητα καταπίνεται. Στο υγρό αυτό στρώμα προσκολλώνται ατμοσφαιρικοί ρύποι, μικρόβια, κονιορτός κλπ, τα οποία διαφορετικά θα κατέληγαν στους πνεύμονες.
Ενδοσκοπική εικὼν χρ. ρινίτιδας
Διακρίνεται η γεφύρωση του διαφράγματος (Δ) και των κογχών (Κ) από πηκτή βλέννη.
Ἡ μύτη χωρίζεται διά του διαφράγματος σε δεξιά και αριστερή ρινική θαλάμη. σε κάθε θαλάμη προβάλλουν τρία όργανα, πού λέγονται κόγχες, διά των οποίων αυξάνει πολύ η επιφάνεια του βλεννογόνου και ρυθμίζεται η αντίσταση του αεραγωγού. Με κάθε θαλάμη επικοινωνούν διά μέσου στομίων 4 ομάδες κοιλοτήτων, πού λέγονται παραρρίνιοι κόλποι. Ἡ χρησιμότητα τους είναι άγνωστη.
Τί θα πει ρινίτιδα και οπισθορρινικός κατάρρους;
Ρινίτιδα θα πει φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου. την καταλαβαίνουμε από την ύπαρξη των ἑξής ενοχλημάτων:
• Αυξημένη υγρασία: Ἡ μύτη “τρέχει”.
• Κνησμός.
• Συμφόρηση (μπούκωμα)
• Φταρνίσματα
Όταν οι εκκρίσεις μαζεύονται προς τα πίσω και πέφτουν Με τη βαρύτητα Στο λαιμό, αυτό λέγεται οπισθορρινικός κατάρρους. είναι το σταθερότερο χαρακτηριστικό της χρόνιας, και λιγότερο της οξείας, ρινίτιδας. τον καταλαβαίνουμε από τα εξής ενοχλήματα:
• Χρόνιος βήχας.
• Ερεθισμός Στο λαιμό.
• Αίσθημα ξένου σώματος.
• Αποβολή πτυέλων.
• Κακοσμία της αναπνοής
• Υπερπλαστική φαρυγγίτιδα
Εκτός της ρινίτιδας, η υπερτροφία των αδενοειδών και Οι παραρρινοκολπίτιδες δημιουργούν οπισθορρινική καταρροή. Οι περιπτώσεις αυτές χρειάζονται παρόμοια διαγνωστική προσέγγιση Με τις ρινίτιδες, αλλά διαφορετική θεραπεία.
Πού οφείλεται η ρινίτιδα;
Υπάρχουν πολλές αιτίες, Με συχνότερη την αλλεργία. Απ’ αυτόν τον λόγο η επικρατέστερη σήμερα ταξινόμηση των ρινιτίδων τις χωρίζει σε αλλεργικές και μη αλλεργικές. Από τις μη αλλεργικές συχνότερη είναι η ατοπική ρινίτιδα. Ἡ αλλεργία και η ατοπία μοιάζουν πολύ μεταξύ τους, παρ’ ότι είναι διαφορετικές στη φύση τους, Με αποτέλεσμα μεγάλη ταξινομική σύγχυση. Ἡ αλλεργία είναι βασικά εξωγενής και επίκτητη, ενώ η ατοπία ενδογενής και κληρονομήσιμη.
Οι ειδικές εκδηλώσεις της αλλεργικής ρινίτιδας είναι:
• Κνησμός (φαγούρα), πού μπορεί να επεκτείνεται Στο λαιμό, την ευσταχιανή σάλπιγγα, τα μάτια κλπ.
• Οίδημα και βούλωμα της ευσταχιανής σάλπιγγος.
• Κόκκινα υγρά μάτια.
• Βήχας.
• Αίσθημα κοπώσεως.
• Πονοκέφαλος/ευαισθησία στο πρόσωπο.
Ἡ εποχική ἢ διαλείπουσα αλλεργία οφείλεται κυρίως σε γύρεις, πού είναι πνευμοαλλεργιογόνα. Εκδηλώνεται την εποχή της ανθοφορίας του υπεύθυνου φυτού. Ἡ διαρκής ἢ ολοετής αλλεργία οφείλεται κυρίως σε σκόνες και κατάλοιπα ζώων και εντόμων, πού υπάρχουν σε κλειστούς χώρους.
Ἡ μη αλλεργική Ρινίτιδα περιλαμβάνει πολλές υποδιαιρέσεις, Με κυριότερη την ατοπική.
1. Ατοπία: Περιλαμβάνει την αγγειοκινητική και την ηωσινοφιλική ρινίτιδα.
2. Χολινεργική ρινίτιδα: Ἡ μύτη τρέχει κατά τη διάρκεια των γευμάτων, ιδίως ἂν πρόκειται για ζεστά ροφήματα ἢ καρυκευμένα φαγητά. Δεν πρόκειται για γνήσια ρινίτιδα, διότι δεν υπάρχει φλεγμονώδης παράγων, αλλά για διέγερση ενός αντανακλαστικού τόξου Με βάση το νεύρο του Βιδιανού πόρου. Μια ιδιαίτερη παραλλαγή χοληνεργικής ρινίτιδας είναι αυτή Με υπερέκκριση Στο κρύο περιβάλλον.
Οι καταστάσεις αυτές μπορεί να μην παρουσιάζουν φαγούρα και να είναι περισσότερο διαρκείς παρά εποχικές. Ειδικότερα η αγγειοκινητική Ρινίτιδα παριστά ιδιοσυγκρασιακή υπερευαισθησία σε φυσικούς παράγοντες, όπως κάπνες, αιθάλες, ρύπους, οσμές, αρώματα, κρύο, ζέστη, υγρασία, ξηρασία, φώς κλπ, Με χαρακτηριστικό τη μη συμμετοχή μηχανισμού ανοσοσφαιρίνης Ε (IgE). Αν στις ρινικές εκκρίσεις ανευρίσκονται ηωσινόφιλα, τότε χαρακτηρίζεται ηωσινοφιλική ρινίτιδα. Οι δύο αυτοί τύποι έχουν τάσι εξελίξεως σε ρινίτιδα Με πολύποδες και σε ιδιοσυγκρασιακό βρογχικό άσθμα, ενώ συνήθως προ- ἢ συνυπάρχει δερματικό έκζεμα. Οι αλλεργικοί ασθενείς σπανίως μπορεί να εκδηλώσουν ρινικούς πολύποδες και λιγότερο σπανίως αλλεργικό άσθμα.
Άλλα αίτια ρινίτιδας:
3.Ὁρμονική ρινίτιδα: Τυπική εμφάνιση κατά την κύηση, ιδίως Στο 3ο τρίμηνο. Πρόκειται για οίδημα του βλεννογόνου ορμονικής, προγεστερονικής αιτιολογίας. τα αντισυλληπτικά Με προγαστερόνη προκαλούν επίσης όμοια εικόνα.
4. Φαρμακευτική ρινίτιδα: Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η Ρινίτιδα πού παρουσιάζεται μετά από κατάχρηση τοπικών αποσυμφορητικών, πού οφείλεται σε απορρύθμιση των α-αδρενεργικών υποδοχέων. για λόγους οικονομίας της συζητήσεως μπορούν εδώ να περιληφθούν και ρινίτιδες από χρήση φαρμάκων πού χορηγούνται από το στόμα και δρούν Με άλλον μηχανισμό (πχ αντιυπερτασικά, αγχολυτικά, στυτικά, αντιφλεγμονώδη κλπ). Χρειάζεται προσοχή, διότι πολλές φορές αναπτύσσεται αλλεργία σε κάποιο φάρμακο, οπότε πρόκειται περί αλλεργικής ρινίτιδας, πού θα συνοδεύεται και από εξάνθημα, κνησμό κλπ.
5. Μηχανικά ἢ κατασκευαστικά αίτια, πχ σκολίωση του διαφράγματος, διάτρηση του διαφράγματος, ξένα σώματα κλπ.
6.Λοιμώξεις:
• Ἰογενείς: Προκαλούν οξείες και αυτοπεριοριζόμενες ρινίτιδες, Με κλινικές εικόνες διαφόρου βαρύτητας, ανάλογα Με την παραγωγή κυττοκινών, πού είναι ιδιοσυγκρασιακή υπόθεση.
• Μικροβιακές: Συνήθως αποτελούν επιμόλυνση ιογενών λοιμώξεων ἢ ακόμη και ξένων σωμάτων, νεοπλασιών κλπ.
7. Ρινίτιδες στα πλαίσια άλλου νοσήματος, συνήθως γενικευμένου:
Κοκκιωματώδη νοσήματα: Wegener, κακοήθης κοκκιωμάτωσις μέσης γραμμής, ηωσινόφιλο κοκκίωμα, υποτροπιάζουσα πολυχονδρίτις κλπ.
Σαρκοείδωσις: Πρόκειται για δυσίατο καλοήθες ειδικό κοκκίωμα.
Κυστική ίνωσις: Συχνότατα συνοδεύεται από επίμονη παραρρινοκολπίτιδα Με πολύποδες. είναι κληρονομική νόσος κακής προγνώσεως.
Γαστοοισοφαγική παλινδρόμηση: Πρόκειται για μάλλον ασυνήθη εκδήλωση της ΓΟΠ, και μάλιστα της δυσδιάγνωστης ποικιλίας Με ανεπάρκεια και του άνω σφιγκτήρα του οισοφάγου.
8. Άλλα σπάνια νοσήματα.
Τί πρέπει να σκεφθούμε όταν υπάρχουν πηκτές εκκρίσεις;
Όταν η περιεκτικότητα των εκκρίσεων σε νερό μειώνεται, τότε αυτές γίνονται πηκτές. Μερικά αίτια είναι:
• Στη φάση αποδρομής του κρυολογήματος
• Ξηρή ατμόσφαιρα.
• Μικροβιακή επιμόλυνση της μύτης ἢ/και των κόλπων.
• Ξένο σώμα, ιδίως αν πρόκειται για μονόπλευρη έκκριση σε παιδί ἢ άτομο μειωμένης αντιλήψεως.
• Μηχανικό εμπόδιο Στο πίσω μέρος της θαλάμης (ρινική χοάνη) πχ υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων (κρεατάκια), εκφύλιση ουρών κογχών, ατρησία της χοάνης.
• Παρενέργεια φαρμάκου πχ αντιισταμινικού
Πώς αντιμετωπίζεται η Ρινίτιδα και ο οπισθορρινικός κατάρρους;
Είναι καλό να κατευθύνονται οι θεραπευτικές προσπάθειες προς το αίτιο. Τις περισσότερες φορές αυτό σημαίνει αποφυγή του
-Αλλεργίες: Εντοπισμός και αποφυγή του αλλεργιογόνου αιτίου. Γίνεται Με λεπτομερές ιστορικό, ειδικές δερμοαντιδράσεις και ειδικές ορολογικές εξετάσεις (RAST). τα κυριότερα αλλεργιογόνα είναι γύρεις (περδικάκι, αγρωστώδη, ελιά), μούχλες (οσμή κλειστών και υγρών υπογείων, υγρασίες σε τοίχους), οικιακή σκόνη, απολεπίσματα ζώων, ακάρεων κλπ, τροφοαλλεργιογόνα (πορτοκάλι, φράουλα, οστρακόδερμα, διάφορα συντηρητικά κλπ). Ἡ αποφυγή δεν είναι εύκολη υπόθεση. Μπορεί να χρειάζεται αλλαγή ρουχισμού, σαπουνιών, προσωπικών ειδών, φίλτρων στα κλιματιστικά, εκτεταμένες επισκευές Στο σπίτι (μούχλα), απομάκρυνση κατοικίδιων, αλλαγή εργασιακού και οικιακού περιβάλλοντος κλπ.
Δερμοαντιδράσεις διά σκαριφισμού
-Ατοπία: Αποφυγή καπνών, οσμών, αρωμάτων, ρύπων κλπ. Ἡ εγκατάσταση φίλτρων και ιονιστών είναι καλή ιδέα, αλλά κοστίζει.
-Φαρμακευτική ρινίτιδα: Αποφυγή του υπευθύνου φαρμάκου.
Μπορούν να χρησιμοποιηθούν φάρμακα;
Εκτός από τα μέτρα αποφυγής των αλλεργιογόνων και των ερεθιστικών παραγόντων, υπάρχουν και φαρμακευτικές δυνατότητες, οπότε γίνεται παρέμβαση Στο μηχανισμό προκλήσεως της ρινίτιδας.
-Αλλεργική ρινίτιδα: Πολλές κατηγορίες φαρμάκων είναι σε χρήση, απευθυνόμενες σε διάφορα σημεία του παθοφυσιολογικού μηχανισμού, για αντιμετώπιση των ιδιαιτέρων συμπτωμάτων.
1. Αντιισταμινικά: Επειδή η έκκριση ἱσταμίνης από τα βασεόφιλα και τα σιτευτικά μακροφάγα είναι υποχρεωτικό παθοφυσιολογικό βήμα σε όλες τις αλλεργίες, τα αντιισταμινικά θεωρούνται ο βασιλεύς των αντιαλλεργικών φαρμάκων. Δρουν δεσμεύοντας τούς κυτταρικούς υποδοχείς της ἱσταμίνης, και κυρίως τούς Η1 υποδοχείς, πού για την αλλεργία, είναι Οι σπουδαιότεροι. τα ἱσταμινικής αιτίας αλλεργικά συμπτώματα είναι το μπούκωμα, το φτάρνισμα και η ρινόρροια. Αυτά βοηθούνται Με τη χορήγησι αντιισταμινικών, ιδίως όταν το φάρμακο χορηγηθεί προ της εκθέσεως Στο αλλεργιογόνο, διότι τότε Οι υποδοχείς είναι ακόμη ελεύθεροι. Εφ’ όσον συνεχίζεται η έκθεση Στο αλλεργιογόνο, συνεχίζεται και η έκκριση ἱσταμίνης. Συνεπώς πρέπει να συνεχίζεται και το φάρμακο, διότι Οι δύο αυτοί παράγοντες ανταγωνίζονται για κατάληψη των ίδιων υποδοχέων. τα νεώτερα αντιισταμινικά διέρχονται λιγότερο τον αἱματοεγκεφαλικό φραγμό και προκαλούν λιγότερη υπνηλία. Κάνουν επίσης και ξηροστομία. Σοβαρές παρενέργειες μπορεί να είναι το γλαύκωμα κλειστής γωνίας και η επίσχεση ούρων. Δοκιμάστηκε και ένα αντιισταμινικό τοπικό σπρέϊ, Με όχι πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα.
2. Κορτικοστεροειδή: Φάρμακα ορμονικής αρχής, γνωστά για τις ισχυρές αντιφλεγμονώδεις και αντιαλλεργικές τους ιδιότητες. Δρουν σε πολλά επίπεδα του αλλεργικού μηχανισμού. Αντιμετωπίζουν πολύ καλά τη φαγούρα, τις εκκρίσεις, το μπούκωμα και το φτάρνισμα.
α. Διασυστηματικά: Χρησιμοποιούνται μόνο σε επείγουσες και βαρείες αλλεργίες. Έχουν πολλές ανεπιθύμητες ενέργειες και πρέπει ο γιατρός να παρακολουθεί στενά την πορεία του ασθενούς. δεν χρησιμοποιούνται μακροχρονίως.
β. Τοπικά: τα περισσότερα τοπικά σκευάσματα περιέχουν κάποιο δυσαπορρόφητο στεροειδές, και πολύ δύσκολα δημιουργούνται συστηματικές παρενέργειες, ακόμη και σε μακροχρόνια χρήση. Τοπικές παρενέργειες είναι το βράγχος φωνής, όταν εισπνέονται Στο κατώτερο αναπνευστικό, και Οι τοπικές μυκητιάσεις. Προσοχή χρειάζεται όταν συγχορηγούνται Με αντιβιοτικά, διότι Οι μυκητιάσεις μπορεί να είναι σοβαρότερες. Χρειάζεται τουλάχιστον μία εβδομάδα για να φανεί η δράσι τους. δεν είναι αποσυμφορητικά Με την έννοια της αμεσότητας. Μειονέκτημα είναι ότι, για να δράσουν, η μύτη πρέπει να είναι ανοικτή, διότι διαφορετικά διεισδύουν περιορισμένα. τα περισσότερα σκευάσματα είναι σε μορφή σπρέι. Υπάρχει καί ένα σε υγρή μορφή, ιδιαίτερα εύχρηστο μετά από ἠθμοειδεκτομές, πού η μύτη έχει καλά καθαρισθή και Οι κόλποι έχουν ευρεία επικοινωνία Με τις θαλάμες. τα μεγάλα πλεονεκτήματα της κατηγορίας αυτής τα κατέστησαν φάρμακα πρώτης επιλογής.
3. Αποσυμφορητικά σπρέι: Μιμούμενα μία από τις δράσεις της αδρεναλίνης, δρούν στη μύτη ταχύτατα, προκαλώντας αγγειοσύσπασι. Καταπολεμούν έτσι για λίγο τη ρινική συμφόρηση (μπούκωμα). είναι φάρμακα εκλογής για γρήγορη δράσι και για διευκόλυνση της παροχετεύσεως των κόλπων, όταν το οίδημα εμποδίζει. Παράταση χρήσεως δημιουργεί αντοχή και εξάρτηση, λόγῳ φαρμακευτικής ρινίτιδας.
4. Αποσυμφορητικά από το στόμα: Περιέχουν το αγγειοσυσπαστικό ισοεφεδρίνη και κάποιο αντιισταμινικό παλαιάς γενεάς. Προκαλούν προσωρινή μείωση του οιδήματος του ανωτέρου αναπνευστικού βλεννογόνου και στεγνώνουν τις εκκρίσεις. Μειώνουν συνεπώς το μπούκωμα και ελευθερώνουν σχετικώς την αναπνοή. Μπορεί όμως να προκαλέσουν ταχυκαρδία και υπέρταση, καθώς και τις παρενέργειες των αντιισταμινικών. δεν ενδείκνυνται σε ηλικιωμένους, καρδιοπαθείς, υπερτασικούς, γλαυκωματικούς και ασθενείς Με υπερτροφικό προστάτη.
5. Σταθεροποιητής των μαστοκυττάρων και βασεοφίλων: Πρόκειται για μία μόνο ουσία (χρωμογλυκικό διβασικό νάτριο), πού αποτρέπει την αποκοκκίωσι των κυττάρων, Με συνέπεια την πρόληψι της εκκρίσεως ἱσταμίνης. Ἡ χρήση τους έχει νόημα πριν από την έκθεση Στο αλλεργιογόνο. Διατίθεται σε κολλύριο και ρινικό σπρέι. δεν παρουσιάζει παρενέργειες. Συνδυάζεται άριστα και Με άλλες ομάδες φαρμάκων.
6. Αντιλευκοτριενικά: Απ’ όλες τις μελετώμενες ουσίες της κατηγορίας, πρακτικώς χρησιμοποιείται μία μόνο, η (μοντελουκάστη), πού αναστέλλει τη δράση μιας ομάδας φλεγμονωδών μεταβολιτών της αλλεργίας, των λευκοτριενίων. Ἡ κλινική του δράσι είναι παρόμοια Με των αντιισταμινικών, και δρᾷ καλλίτερα Στο άσθμα.
7. Αντιχολινεργικά: Χρησιμοποιείται μόνο η ουσία βρωμιούχο ιπρατρόπιο σε σπρέϊ, διότι παρουσιάζει μικρή συστηματική απορρόφηση (10%), άρα μηδαμινές παρενέργειες. είναι φάρμακο εκλογής για τη χολινεργική ρινίτιδα και άσθμα, και λιγότερο για την ατοπική και την αλλεργική. Αντιμετωπίζει εκλεκτικά τη ρινόρροια.
8. Ανοσοθεραπεία ἢ απευαισθητοποίησις: είναι η χορήγηση αντιαλλεργικών εμβολίων, πού παρασκευάζονται για κάθε άρρωστο χωριστά. Ἡ λογική της θεραπείας είναι η εξής: Δίδεται στον αλλεργικό ασθενή καθημερινώς το αλλεργιογόνο του υποδορίως, σε πολύ μικρή, αλλ’ αυξανόμενη ποσότητα. Στίς επιτυχείς περιπτώσεις ο οργανισμός αντιδρά Με παραγωγή ειδικών αντισωμάτων της κλάσσεως IgG εναντίον του. τα IgG αντισώματα δεσμεύουν το αλλεργιογόνο και το οδηγούν προς αδρανοποίηση. Αν συμβούν όλα αυτά, τα επίσης ειδικά αντισώματα της κλάσσεως IgE, η ύπαρξη των οποίων καθιστά τον ασθενή μας αλλεργικό, δεν θα βρίσκουν ελεύθερο αλλεργιογόνο να τα ενεργοποίηση (θα βρίσκουν λίγο), και έτσι δεν θα προκαλούν αντίδραση (θα προκαλούν μικρότερη). Σήμερα θεωρείται ότι η ανοσοθεραπεία δρα και Με άλλους μηχανισμούς, πχ την ελάττωση της παραγωγής της ειδικής IgE και πιθανώς στην ελάττωση της ευαισθησίας των βασεοφίλων. Στην πράξη, η διαδικασία της απευαισθητοποιήσεως είναι μακρά και διαρκής. Προκαλεί, στην καλλίτερη περίπτωση, βελτίωση των συμπτωμάτων, ώστε να χρειάζονται λιγότερα από τα άλλα φάρμακα. Ἡ βελτίωση διαρκεί όσο γίνονται τα εμβόλια. Τελευταίως έχουν παρασκευασθεί εμβόλια για χορήγηση από το στόμα, τα οποία είναι και πολύ ασφαλέστερα.
9. Συνδυαστικές θεραπείες: Επειδή συνήθως μία μόνη κατηγορία φαρμάκων δεν αντιμετωπίζει το σύνολο των ενοχλημάτων, καταφεύγουμε σε συνδυασμούς. Πολύ αποδοτικοί θεωρούνται Οι συνδυασμοί πχ ενός τοπικού στεροειδούς Με ένα αντιισταμινικό, ενός αντιισταμινικού Με χρωμογλυκικό, ανοσοθεραπείας Με τα προηγούμενα κλπ. Επειδή Οι ασθενείς έχουν ιδιαιτερότητες και περνούν από διάφορες φάσεις, η αγωγή εξατομικεύεται πάντα. Ἡ πληθώρα των διατιθεμένων φαρμάκων δείχνει την πολυπλοκότητα του προβλήματος και τις θεραπευτικές δυσκολίες.
Πώς αντιμετωπίζεται η μη αλλεργική ρινίτιδα;
Με παρόμοιο τρόπο, Με τη διαφορά ότι τα αντιισταμινικά δεν έχουν θέσι. θα έλεγε κανείς ότι κυριαρχούν τα στεροειδή και τα αντιχολινεργικά. Οι πολύποδες, όταν υπάρχουν, αποτελούν πρόβλημα, διότι εμποδίζουν όλες τις τοπικές θεραπευτικές προσπάθειες. Γι’ αυτό σε επιλεγμένες περιπτώσεις προτείνουμε και χειρουργική λύση. Όταν συνυπάρχει λοίμωξη, πρέπει να χορηγούνται αντιβιοτικά, λαμβανομένου υπ’ όψιν του ιδιαιτέρου ρόλου των μυκήτων στην ατοπία.
Ρινίτιδα και Κατάδυση
Ἡ ύπαρξη κάποιου από τα είδη χρόνιας ρινίτιδας έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία όταν ο ασθενής είναι δύτης. Ας εξετάσουμε τις κυριότερες διαστάσεις του θέματος:
Σε όλες τις περιπτώσεις, και ιδιαιτέρως στην αλλεργική ρινίτιδα σε παρόξυνση, τα στόμια των παραρρινίων κόλπων είναι οιδηματώδη, ενώ μέσω αυτών προσπαθούν να διακινηθούν Οι υπερπαραγόμενες εκκρίσεις. Συνεπώς η πιθανότητα καθοδικού βαροτραυματισμού των παραρρινίων είναι πολύ αυξημένη.
Αν ο ασθενής λαμβάνει αποσυμφορητικά από το στόμα, ἢ έχει πηκτές εκκρίσεις για άλλο λόγο, ἤ έχει ατοπική ρινίτιδα Με πάχυνση του βλεννογόνου εσωτερικώς του στομίου κάποιου κόλπου, είναι υποψήφιος για βαρότραυμα ανόδου.
Οι ευσταχιανές σάλπιγγες, ακόμη κι ἂν δεν έχουν δικό τους πρόβλημα, δεν λειτουργούν εφ’ όσον μπροστά από το στόμιο αθροίζεται βλέννη.
Αρκετά συνηθισμένη είναι η εξής περίπτωση: Ὁ δύτης έχει μια ήπια αγγειοκινητική ἢ χολινεργική ρινίτιδα, χωρίς σημαντικά καθημερινά προβλήματα. στη αρχή της καταδύσεώς του επίσης δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα. Μετά από λίγη ώρα όμως, Οι ευσταχιανές αρνούνται να εξισώσουν. Αυτό συμβαίνει διότι η επαφή Με το νερό, πού έχει πάντα χαμηλότερη θερμοκρασία από το σώμα, προκαλεί αύξηση της παραγωγής βλέννης. Ἡ βλέννη, περνώντας μαζικά μπροστά από τη σάλπιγγα, ενοχλεί την εξίσωση.
Έχουν οι ρινικές πλύσεις θεραπευτικό ρόλο;
Είμαστε ένθερμοι υποστηρικτές των ρινικών πλύσεων σε όλες τις περιπτώσεις. Στις αλλεργίες βοηθούν διότι απομακρύνουν μέρος του αλλεργιογόνου και πολλούς μεταβολίτες της αλλεργίας. Στην ατοπία βοηθούν διότι απομακρύνουν μέρος των ρύπων, τα μικρόβια, τούς μύκητες και τούς μεταβολίτες πού συμμετέχουν στην παθολογία. Στις λοιμώξεις βοηθούν διότι μειώνουν το μικροβιακό φορτίο και το υπόστρωμα Στο οποίο αναπτύσσεται. σε όλες τις περιπτώσεις το σωστό διάλυμα δρα οσμωτικά και προκαλεί αποσυμφόρηση. Υποστηρίζεται επίσης ότι δρα διεγείροντας την κινητικότητα των κροσσών, πού απομακρύνουν τις βλέννες. Κανείς δεν υπεστήριξε ποτέ ότι Οι ρινοπλύσεις βλάπτουν, απλώς Με τις μεγάλες προόδους της φαρμακολογίας παραμελήσαμε τις πιο παραδοσιακές λύσεις.
Το διάλυμα πού προτείνουμε παρασκευάζεται Με 2-3 κοφτά κουταλάκια μαγειρική σόδα σε 1 λίτρο πόσιμο νερό. Προτιμούμε τη σόδα αντί του μαγειρικού άλατος, διότι έχει καλλίτερες αντιμυκητιασικές ιδιότητες. το διάλυμα μπορεί να παραμείνῃ σε θερμοκρασία δωματίου επ’ αόριστον. Κατά περίπτωσιν μπορεί να εμπλουτισθεί και Με άλλες ουσίες. Ἡ Calendula πχ είναι απολυμαντική και αντιφλεγμονώδης, η Echinacea ενδείκνυται στίς παραρρινοκολπίτιδες. Οι πλύσεις γίνονται πολλές φορές ημερησίως. Γίνονται είτε αναρροφώντας από το χέρι, Με σύριγγα, Με νεφελοποίηση ἢ Με φούσκα. για παιδάκια αρχίζουμε Με πιο αραιό διάλυμα (πχ 1,5 κουταλάκι σόδα Στο λίτρο).
Χειρουργική αντιμετώπιση
Τα δομικά, ανατομικά προβλήματα της μύτης και των παραρρινίων έχουν τελικώς χειρουργική λύση. Προφανώς, πρώτα πρέπει να δοκιμαστούν Οι συντηρητικές προσεγγίσεις. Οι ασθενείς πρέπει να καταλαβαίνουν τί αντιμετωπίζεται Με τί, και γιατί. Ἡ χειρουργική δεν είναι πανάκεια, ούτε υποκατάστατο της επαρκούς αντιαλλεργικής ἢ άλλης αγωγής. Ἡ διορθώσεις του διαφράγματος, των κογχών, των αδενοειδών, των πολυπόδων κλπ θα απομακρύνουν τα μηχανικά αίτια της ρινίτιδας ἢ ρινοκολπίτιδος. Ἡ αλλεργία, η ατοπία, η λοίμωξη κλπ θα χρειασθούν συμπληρωματικά μέτρα.
Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος