Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, η φιλοσοφία «24 ώρες το 24ωρο και 7 ημέρες την εβδομάδα» στις Δυτικές κοινωνίες, εξαιτίας της οποίας η αγρύπνια παρατείνεται λόγω δουλειάς ή διαφόρων κοινωνικών πιέσεων, μπορεί να έχει επιδράσεις στην ποιότητα του ύπνου μας και ίσως να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας και διαβήτη.
Σε τι χρησιμεύει ο ύπνος;
Ο ύπνος είναι απαραίτητος για τη ζωή και υποστηρίζει πολλές φυσιολογικές και νοητικές λειτουργίες, όπως η αναδόμηση των ιστών, η ανάπτυξη, η εμπέδωση της μνήμης και η μάθηση. Παρόλο που η ανάγκη για ύπνο διαφέρει μεταξύ των ενηλίκων, οι ειδικοί θεωρούν ότι λιγότερες από 7 ώρες ανά νύχτα, συνεχόμενα σε βάθος χρόνου, μπορεί να έχουν αρνητικές επιδράσεις για το μυαλό και το σώμα μας.
Ύπνος και μεταβολισμός
Όταν εξετάζουμε τη σχέση μεταξύ ύπνου και μεταβολισμού, είναι δύσκολο να καθορίσουμε εάν συγκεκριμένες μεταβολικές καταστάσεις προσδιορίζουν την ποιότητα και την ποσότητα του ύπνου, ή εάν η ποιότητα και η διάρκεια του ύπνου επιδρά στις μεταβολικές καταστάσεις. Για παράδειγμα, έχουν παρατηρηθεί μεγαλύτερης διάρκειας περίοδοι βαθέως ύπνου σε σωματικά δραστήρια άτομα και σε άτομα με υπερδραστήριο θυρεοειδή αδένα, καταστάσεις δηλαδή που σχετίζονται με γρηγορότερο μεταβολισμό. Αντίθετα, άτομα με δραστηριότητα θυρεοειδούς αδένα μικρότερη του φυσιολογικού, και συνεπώς πιο αργό μεταβολισμό, απολαμβάνουν λιγότερες ώρες βαθέως ύπνου.
Παρατηρώντας τη σχέση ύπνου-μεταβολισμού από την αντίθετη κατεύθυνση, φαίνεται ότι η στέρηση ύπνου σχετίζεται με πολυάριθμες ανεπιθύμητες αλλαγές στη μεταβολική δραστηριότητα. Για παράδειγμα, τα επίπεδα κορτιζόλης (ορμόνης που εμπλέκεται στη φυσιολογική αντίδραση σε στρες) στο αίμα αυξάνουν, επηρεάζεται η αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, και μειώνεται η ικανότητα του σώματος να ρυθμίζει τη γλυκόζη (σάκχαρο) στο αίμα, αλλά και την όρεξη. Παρόμοιες αλλαγές παρατηρούνται και σε άτομα στα οποία το μοτίβο του ύπνου είναι διακοπτόμενο, όπως στα μικρά παιδιά ή σε καταστάσεις ασθένειας. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι η φυσιολογική λειτουργία του σώματος διαταράσσεται από την έλλειψη ύπνου, γεγονός που οδηγεί σε συγκεκριμένες μεταβολικές συνέπειες.
Επηρεάζει η έλλειψη ύπνου την υγεία;
Εργαστηριακές και επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι η έλλειψη ύπνου παίζει ρόλο στην αυξημένη συχνότητα εμφάνισης διαβήτη και παχυσαρκίας. Η σχέση μεταξύ των περιορισμένων ωρών ύπνου, της αύξησης του βάρους και του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη μπορεί να περιλαμβάνει αλλαγές στον μεταβολισμό της γλυκόζης, αύξηση της όρεξης και μείωση της ενεργειακής δαπάνης.
Ύπνος και μεταβολισμός γλυκόζης
Μικρότερες περίοδοι ύπνου συσχετίζονται με μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη και αυξημένες συγκεντρώσεις κορτιζόλης. Ο όρος ανοχή στη γλυκόζη χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ικανότητα του σώματος να ελέγχει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, καθώς και τη διαθεσιμότητα της γλυκόζης του αίματος προς διάφορους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου. Σε κατάσταση νηστείας, υψηλά επίπεδα γλυκόζης και της ορμόνης ινσουλίνης στην κυκλοφορία υποδηλώνουν ότι η ικανότητα του σώματος να ελέγχει τη γλυκόζη είναι ανεπαρκής. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η χαμηλή ανοχή στη γλυκόζη είναι παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2. Οι έρευνες έχουν δείξει ότι ο μακροχρόνιος περιορισμός στον ύπνο (<6,5 ώρες ανά νύχτα) μπορεί να μειώσει κατά 40% την ανοχή στη γλυκόζη.
Ρύθμιση της όρεξης
Σε μεγάλους πληθυσμούς έχει βρεθεί μια σχέση μεταξύ του ύπνου μικρής διάρκειας σε τακτική βάση και του αυξημένου Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ). Ο βραχύς ύπνος συσχετίστηκε με αλλαγές σε ορμόνες που ελέγχουν την πείνα: τα επίπεδα της λεπτίνης (ουσία που μειώνει την όρεξη) ήταν χαμηλά, ενώ της γρελίνης (ουσία που ενεργοποιεί την όρεξη) ήταν υψηλά. Οι επιδράσεις αυτές παρατηρούνταν, όταν η διάρκεια του ύπνου ήταν μικρότερη από 8 ώρες. Αυτό υποδεικνύει ότι η στέρηση ύπνου αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση παχυσαρκίας. Σε μια ελεγχόμενη μελέτη με υγιείς άνδρες βρέθηκε ότι διάρκεια ύπνου γύρω στις 4 ώρες συσχετιζόταν με σημαντικά εντονότερη επιθυμία για ενεργειακά πυκνά τρόφιμα με υψηλό περιεχόμενο σε υδατάνθρακες (γλυκίσματα, αλμυρά τρόφιμα, αμυλώδη τρόφιμα). Τα άτομα αυτά ανέφεραν, επίσης, μεγαλύτερα επίπεδα πείνας.
Αφιερώνοντας λιγότερο χρόνο στον ύπνο, αφήνουμε περισσότερο χρόνο διαθέσιμο για να φάμε και να πιούμε, και όντως κάποιες μελέτες δείχνουν ότι αυτός είναι ένας παράγοντας που συμβάλλει στην παχυσαρκιογενή επίδραση των λιγότερων ωρών ύπνου.
Μειωμένη ενεργειακή δαπάνη
Εξετάζοντας την άλλη πλευρά του ισοζυγίου ενέργειας, τα στερημένα από ύπνο άτομα είναι λιγότερο πιθανό να είναι σωματικά δραστήρια, οδηγούμενα σε χαμηλότερη ενεργειακή δαπάνη.
Συνδυάζοντας όλα τα στοιχεία, θα λέγαμε ότι η αύξηση της όρεξης και της επιθυμίας για φαγητό, καθώς και η μείωση της σωματικής δραστηριότητας αποτελούν ένα πολύ ισχυρό επιχείρημα σχετικά με τον ρόλο του ύπνου στη διαχείριση του σωματικού βάρους.
Συμπέρασμα
Η έλλειψη καλής ποιότητας ύπνου φαίνεται να επιδρά σε φυσιολογικούς δείκτες του ενεργειακού ισοζυγίου, όπως η όρεξη, η πείνα και η ενεργειακή δαπάνη. Παράλληλα, η στέρηση ύπνου επηρεάζει αρνητικά την ικανότητα του σώματος να ρυθμίζει τη γλυκόζη, και μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2. Δεν είναι, όμως, ακόμα γνωστό πώς οι αλλαγές στα μοτίβα του ύπνου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος σε σχέση με τη διαχείριση του σωματικού βάρους και τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης των σχετικών νόσων.
Πηγή: www.nutrimed.gr
Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος