Η τερατογένεση είναι μία κατάσταση η οποία έχει αποδειχθεί ότι προέρχεται από ένα μικρό αριθμό φαρμάκων. Παρ’ ολ’ αυτά, πολλά φάρμακα ακόμα δεν έχουν αποδειχθεί ότι είναι ασφαλή για χρήση κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης. Έτσι, έχουμε φάρμακα που γράφουν ότι δεν έχει αποδεχθεί η τερατογενής τους δράση, αλλά που δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι και ασφαλή για χρήση κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Ο ιατρός θα πρέπει να έχει καλό λόγο για την αναγραφή οποιουδήποτε φαρμάκου, ιδιαίτερα στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, όπου το έμβρυο είναι μικρό, και κατά συνεπεία κάθε ουσία ξένη προς τον οργανισμό αποτελεί ιδιαίτερη απειλή γι’ αυτό. Αργότερα, που το έμβρυο μεγαλώνει, αποκτά όγκο και βάρος, και έχουν ήδη σχηματιστεί τα όργανά του, είναι λιγότερο εύκολο να βλαφτεί από κάποια ξένη ουσία που θα μπει στον οργανισμό.
Επίσης, εκείνο που θα πρέπει να προσεχθεί, είναι η λήψη φαρμάκων πριν την έναρξη της καθυστέρησης της περιόδου, κατά το διάστημα δηλαδή που η γυναίκα μπορεί να έχει μείνει έγκυος, αλλά να μην το ξέρει. Στην περίπτωση αυτή, το έμβρυο είναι πάρα πάρα πολύ μικρό, και η πιθανότητα το φάρμακο να βλάψει το έμβρυο είναι πολύ μεγαλύτερη. Έτσι λοιπόν, θα πρέπει να προσέχουμε τι φάρμακα παίρνουμε, εάν υπάρχει περίπτωση να περιμένουμε μία καθυστέρηση της περιόδου λόγω εγκυμοσύνης.
Τα φάρμακα που μπορεί να επιτραπούν, κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, και πάντα με την συνταγογράφηση του ιατρού, ανήκουν συνήθως στην κατηγορία της παρακεταμόλης. Τα γνωστά ελαφρά παυσίπονα που περιέχουν μόνο παρακεταμόλη (Depon, Ponadol κλπ.) είναι σχετικά ασφαλή εάν τα πάρουμε σε μικρές δόσεις, και μόνο κατόπιν των οδηγιών του ιατρού. Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι δεν θα πρέπει να παίρνουμε κανένα φάρμακο χωρίς να μας το δώσει ο γυναικολόγος που μας παρακολουθεί, και ότι το καλύτερο είναι στην εγκυμοσύνη να μην λαμβάνεται κανένα φάρμακο. Τα φάρμακα που θα πάρουμε είναι μόνο εάν υπάρχει απόλυτη ανάγκη, και μόνο κατόπιν της οδηγίας του μαιευτήρα. Έτσι λοιπόν, σε καταστάσεις κρυολογήματος, ή πυρετού, θα πρέπει ίσως, το μόνο φάρμακο που θα πάρουμε να είναι η παρακεταμόλη. Από εκεί και πέρα, μπορούν να βοηθήσουν άλλες μέθοδοι πέραν του φαρμάκου, όπως είναι η πολλή ξεκούραση, τα ζεστά πόματα, η παραμονή στο σπίτι και η αποφυγή εξόδου στον κρύο αέρα κλπ. Μικρές ποσότητες βιταμίνης C μπορούν επίσης να βοηθήσουν σε ένα κρυολόγημα.
Αντιβίωση δεν θα πρέπει ποτέ να λαμβάνεται από την γυναίκα κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, εκτός εάν αυτή δοθεί από τον μαιευτήρα της. Ο ειδικός ιατρός είναι εκείνος που θα κρίνει κατά πόσο μία αντιβίωση θα ωφελήσει περισσότερο από όσο θα βλάψει. Έτσι λοιπόν, σε καταστάσεις μολύνσεων, όπου χρειάζεται η προστασία του εμβρύου, αλλά και της γυναίκας, ο ειδικός μαιευτήρας μπορεί να χορηγήσει κάποια αντιβίωση, η οποία όμως, σύμφωνα με τις γνώσεις του, δεν θα βλάπτει το έμβρυο. Γι’ αυτό, είναι σημαντικό, να μην παίρνετε φάρμακα μόνες σας, να παίρνετε μόνο τα φάρμακα που σας λεει ο μαιευτήρας, και στην δόση στην οποία υπαγορεύει αυτός.
Στην περίοδο της εγκυμοσύνης, όπου η φαρμακευτική αγωγή είναι λιγότερο ενδεικνυόμενη, είναι η εποχή να υιοθετήσει η γυναίκα διάφορες εναλλακτικές μεθόδους βελτίωσης της υγείας της, όταν υπάρχει κάποιο πρόβλημα, όπως είναι η σωστή διατροφή, η λήψη βιταμινών, και η εφαρμογή οποιασδήποτε μεθόδου η οποία να μην βλάπτει το έμβρυο, και να βοηθά στην αποφυγή λήψης φαρμάκων.
Στην εγκυμοσύνη, μπορούμε να “την γλιτώσουμε” με την χορήγηση φαρμάκων, ακόμα και με την χορήγηση γενικής αναισθησίας, δεν θα πρέπει όμως να φτάνουμε σε αυτό το σημείο, εκτός εάν αυτό είναι απολύτως απαραίτητο.
Υπάρχουν φάρμακα τα οποία μπορεί να μην βλάψουν μία γυναίκα ή ένα έμβρυο, αλλά σε μία άλλη γυναίκα ή ένα άλλο έμβρυο, που τυχόν έχουν άλλά στοιχεία, όπως πολύ εξασθενημένο οργανισμό, καχεκτικό οργανισμό, χαμηλή ανάπτυξη εμβρύου για την ηλικία του, μόλυνση των αμνιακών υμένων, ή κάποιο άλλο στοιχείο που προκαλεί πρόβλημα, στα άτομα αυτά μπορεί το φάρμακο να είναι πιο βλαπτικό από ότι θα είναι σε άτομα που είναι εντελώς υγιή και με μεγαλύτερη άμυνα του οργανισμού. Βέβαια, στα άτομα αυτά το φάρμακο είναι πολλές φορές και πιο απαραίτητο, γι’ αυτό το έργο του μαιευτήρα είναι δύσκολο, ώστε να επιλέξει ποια είναι η ιδανική περίπτωση, όπου το φάρμακο μπορεί ελεύθερα να δοθεί χωρίς να βλάψει την γυναίκα ή το έμβρυο.
Όσον αφορά την λήψη ελαφρών ή βαρέων ναρκωτικών, μπορούμε να πούμε ότι δεν είναι πάρα πολλά γνωστά για τα αποτελέσματα της μαριχουάνα (χασίς) στο έμβρυο, αλλά μέχρι τώρα δεν έχουν αναφερθεί βαρείες βλαπτικές συνέπειες. Όμως, από την άλλη πλευρά, η ηρωίνη, η κοκαίνη και η μεθαδόνη σχετίζονται με προβλήματα που παρουσιάζονται στο νεογνό, ειδικά προβλήματα από την στέρηση του φαρμάκου. Το νεογνό παρουσιάζει σύνδρομο στέρησης, που μπορεί να είναι και άκρως βλαπτικό γι’ αυτό.
Πρέπει να σημειώσουμε, ότι τα περισσότερα από τα φάρμακα που λαμβάνονται από την έγκυο γυναίκα, λαμβάνονται και από το παιδί. Και αυτό συμβαίνει διότι τα περισσότερα από αυτά τα φάρμακα διέρχονται τον πλακουντιακό φραγμό, περνούν δηλαδή από το αίμα της μητέρας στο αίμα του παιδιού. Έτσι, ο γυναικολόγος θα πρέπει να έχει πάντα υπ΄ όψιν του τα αποτελέσματα του φαρμάκου που δίνει στην μητέρα, ποια θα είναι και στο παιδί. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να αποφεύγει να δίνει στο παιδί φάρμακα, εκτός εάν η κατάσταση το απαιτεί, πράγμα που εξάλλου γίνεται και από όλους τους μαιευτήρες. Στο κομμάτι αυτό όμως παίζει μεγάλο ρόλο και η μητέρα, η οποία θα πρέπει να προσέχει ώστε να μην βρεθεί σε κατάσταση όπου ο μαιευτήρας της θα είναι αναγκασμένος να της δώσει κάποιο φάρμακο, και κατά συνέπεια να μην βρεθεί σε κατάσταση όπου η ίδια θα αναγκάσει τον μαιευτήρα της να δώσει κάποιο φάρμακο και στο έμβρυο, αναγκαστικά. Η έγκυος γυναίκα θα πρέπει να προσέχει να μην κρυολογεί, και γενικά θα πρέπει να προσέχει τον εαυτό της, ώστε να αποφεύγεται η αναγκαστική λήψη φαρμάκων από εκείνη και από το έμβρυο. Δεν έχουν αναφερθεί βλαπτικές επιδράσεις από τα ομοιοπαθητικά φάρμακα στην εγκυμοσύνη.