Το κολοβακτηρίδιο ESCHERICHIA COLI, οι ουρολοιμώξεις και η θεραπεία τους.

Οι λοιμώξεις του ουροποιητικού οφείλονται σε παθογόνους οργανισμούς που προσβάλλουν τα ούρα, την ουροδόχο κύστη, την ουρήθρα, τον προστάτη, τον νεφρό, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ουρολοιμώξεων που εκδηλώνονται με ποικίλα κλινικά σύνδρομα. Αναλόγως της θέσεως προσβολής του ουροποιητικού, μπορεί να εμφανιστεί κυστίτιδα, ουρηθρίτιδα, προστατίτιδα, πυελονεφρίτιδα. Οι ουρολοιμώξεις μπορεί να έχουν συμπτώματα με τσούξιμο κατά την ούρηση, συχνουρία, πυρετό, δέκατα, ναυτία, κοιλιακό πόνο, εμετό (συμπτωματικές ουρολοιμώξεις) ενδέχεται όμως να μην έχουν κανένα σύμπτωμα και να αποκαλύπτονται μόνο μετά από εξέταση ούρων (ασυμπτωματικές ουρολοιμώξεις).

 

Διαιρούνται σε ενδονοσοκομειακές όταν έχουν σχέση με ιατρικώς προκαλούμενους καθετηριασμούς και σε εξωνοσοκομειακές όταν δεν έχουν σχέση με ιατρικούς χειρισμούς. Οι συμπτωματικές και ασυμπτωματικές εξωνοσοκομειακές ουρολοιμώξεις είναι συνήθεις σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και σπάνιες σε άνδρες κάτω των 50 ετών. Σύμφωνα με ορισμένες ιατρικές μελέτες, οι λοιμώξεις αυτές εμφανίζονται στο 1-3% των μαθητριών και παρουσιάζουν σημαντική άνοδο της συχνότητας με την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας στην εφηβεία. Σε ηλικιωμένους ασθενείς η ύπαρξη μικροοργανισμών στα ούρα χωρίς συμπτώματα, είναι σε αρκετές περιπτώσεις ένα καλοήθες εύρημα, που δεν οφείλεται σε παθολογική προσβολή του ουροποιητικού από τα λοιμώδη αυτά αίτια.


Η Escherichia coli προκαλεί το 80% περίπου των οξέων λοιμώξεων σε ασθενείς χωρίς καθετήρες, ουρολογικές ανωμαλίες και λίθους. Η απλή κυστίτιδα από το κολοβακτηρίδιο Escherichia coli είναι συνήθης λοίμωξη του ουροποιητικού σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Ο staphylococcus saprophyticus προκαλεί επίσης αρκετές ουρολοιμώξεις σε νεαρές γυναίκες. Άλλα μικρόβια όπως ο proteus, klebsiella, enterobacter, serratia, s aureus, εντερόκοκκοι ευθύνονται για μικρότερα ποσοστά ανεπίπλεκτων ουρολοιμώξεων. Ο ρόλος τους καθίσταται πιο σημαντικός σε υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, σε λίθους νεφρών, σε αποφράξεις ουροποιητικού, σε περιπτώσεις ιατρικών χειρισμών όπως καθετηριασμών της ουροδόχου κύστης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, σεξουαλικώς μεταδιδόμενα όπως τα Chlamydia trachomatis, η neisseria gonorrhoeae, ο ιός του έρπητα έχουν κυρίαρχο ρόλο.


Παράγοντες που προδιαθέτουν στην ανάπτυξη ουρολοιμώξεων είναι η κατάχρηση αντιβιοτικών, η χρήση τοπικών αντισυλληπτικών όπως σπερματοκτόνων και διαφραγμάτων, οι κακές συνθήκες σεξουαλικής ή ατομικής υγιεινής που εκθέτουν τον κόλπο και την ουρήθρα άμεσα με μικρόβια από τον πρωκτό, η κύηση, οι λίθοι, ουρολογικές παθήσεις όπως όγκοι, περιπτώσεις κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης, στένωση του ουροποιητικού, η υπερτροφία προστάτη, οι παθήσεις του νωτιαίου μυελού, η σκλήρυνση κατά πλάκας, ο διαβήτης, γενετικές προδιαθέσεις, ιατρικοί χειρισμοί, η καταστολή του ανοσοποιητικού.


Η διάγνωση των ουρολοιμώξεων γίνεται με ειδικές εξετάσεις ούρων.


Eίναι πολύ σημαντικό να έχει προηγηθεί σωστός καθαρισμός της περιοχής και των χεριών και να έχει γίνει ορθή συλλογή ούρων. Τα ούρα πρέπει να έχουν συλλεγεί σε ειδικό αποστειρωμένο δοχείο. Το άτομο πρέπει να αρχίσει να ουρεί πρώτα στην τουαλέτα και στην συνέχεια, ενώ ουρεί να συλλεγεί μέρος από τα ούρα στο ειδικό αποστειρωμένο δοχείο, το οποίο παρεμβάλλεται ακριβώς στην θέση της τροχιάς του ούρου, χωρίς να διακοπεί η ούρηση και πριν ολοκληρωθεί. Το δείγμα πρέπει να αποσταλεί άμεσα προς εξέταση.

Σήμερα υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για τις ουρολοιμώξεις. Αποτελεσματική θεραπεία δεν σημαίνει μόνο υποχώρηση της συμπτωματολογίας, αλλά πλήρης αποκατάσταση των διαταραχών από τα ούρα. Η κακή θεραπεία και οι υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, μπορεί να οδηγήσουν σε νεφρική βλάβη ή θάνατο. Ο εντοπισμός τυχόν συνυπάρχουσας αιτίας που έδρασε προδιαθεσικώς, είναι επιβαλλόμενος τόσο για την πρόληψη υποτροπών όσο και για την πρόληψη γενικότερων παθολογικών διαταραχών που σχετίζονται με την υποκείμενη βλάβη. Για παράδειγμα, όταν η υποκείμενη αιτία μιας ουρολοίμωξης είναι ο διαβήτης, η άριστη θεραπεία της περιλαμβάνει τόσο την εκρίζωση της λοίμωξης αυτής καθαυτής, όσο και στην αποκατάσταση της εμμένουσας υπεργλυκαιμίας, που εάν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να προκαλέσει διαταραχές και σε άλλα όργανα, όπως στην καρδιά, στο νευρικό σύστημα, στα αγγεία.

Μοσχοβάκη Αναστασία

Ιατρός Ειδική Παθολόγος